Από: sofokleousin.gr
Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου, που είχε υποχωρήσει πέρυσι κοντά στο 0,50%, σήμερα βρίσκεται στα επίπεδα του 3,50%, που είναι και τα υψηλότερα από τις αρχές του 2020, όταν το ξέσπασμα της πανδημίας είχε προκαλέσει αναταραχή στην αγορά ομολόγων της ευρωζώνης και έντονες πιέσεις στα ομόλογα των πιο ευάλωτων οικονομιών, όπως η Ιταλία και η Ελλάδα.
Το ράλι ανόδου στην απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου
Το όριο του 4% είναι κάτι σαν... σημείο βρασμού για το κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, καθώς καθίσταται σε αυτά τα επίπεδα απαγορευτική η χρηματοδότηση με εκδόσεις ομολόγων και δημιουργείται κλίμα επανόδου στις εφιαλτικές συνθήκες του 2010, όταν η χώρα δεν κατάφερε να αντλήσει δάνεια από την αγορά και κατέληξε στο μνημόνιο με τους πιστωτές του επίσημου τομέα.
Η επανάληψη της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη αποφεύχθηκε τον Μάρτιο του 2022 με το γιγαντιαίο έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που όχι απλώς παρείχε στήριξη στις κυβερνήσεις, αλλά κατέληξε να αγοράζει από τη δευτερογενή αγορά περισσότερα ομόλογα από όσο εξέδιδαν τα κράτη στην πρωτογενή, δίνοντας τη δυνατότητα ακόμη και σε υπερχρεωμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, να δανείζονται με ιστορικά χαμηλό κόστος.
Αναλυτές τονίζουν ότι η ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων οδηγείται ταχέως σε ένα νέο κρίσιμο σταυροδρόμι, καθώς η ΕΚΤ έχει σταματήσει τις ομολόγων με το έκτακτο πρόγραμμα από τα τέλη Μαρτίου. Η αγορά ανεβάζει συνεχώς την απόδοση του ιταλικού 10ετούς ομολόγου και ουσιαστικά δοκιμάζει τα... νεύρα της ΕΚΤ, για να διαπιστώσει αν και με ποιο τρόπο σκοπεύει να παρέμβει για να σταματήσει μια νέα κρίση. Όπως αναφέρουν οι Financial Times, το κρίσιμο όριο πέραν του οποίου «χτυπούν καμπανάκια» στην ΕΚΤ είναι το 2% στο spread ιταλικών και γερμανικών ομολόγων. Σήμερα, το όριο αυτό ξεπεράσθηκε, καθώς η απόδοση του ιταλικού 10ετούς έφθασε το 3,115%, ενώ του γερμανικού το 1,11%.
Το γεγονός ότι τα ιταλικά και τα ελληνικά ομόλογα δέχονται τις μεγαλύτερες πιέσεις σε αυτή τη νέα αναταραχή συνδέεται βεβαίως με τα πολύ υψηλά επίπεδα δημοσίου χρέους των δύο χωρών, ενώ στην εξίσωση προστίθενται το τελευταίο διάστημα και οι ανησυχίες για την κάμψη του ρυθμού ανάπτυξης, που θα κάνουν ακόμη πιο δύσκολη τη διαχείριση του χρέους.
Επιβεβλημένη η αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ
Όμως, το πρόβλημα είναι συνολικότερο στην ευρωζώνη, καθώς πλέον ουδείς τρέφει την αυταπάτη ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί να συνεχίσει να αναβάλλει το «σφίξιμο» της νομισματικής πολιτικής, τη στιγμή που ο πληθωρισμός βρίσκεται σε επίπεδο ρεκόρ στην ευρωζώνη, ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία όλα δείχνουν ότι θα έχει μεγάλη διάρκεια και θα συνεχίσει να τροφοδοτεί τις πληθωριστικές πιέσεις, μέσω της ενέργειας και των βασικών εμπορευμάτων. Παράλληλα, ο κίνδυνος για ένα πληθωριστικό σπιράλ παύει να είναι αμελητέος, αφού ο πληθωρισμός έχει πιέσει έντονα τα εισοδήματα των νοικοκυριών και είναι αμφίβολο πόσο ακόμη θα συγκρατούνται οι αυξήσεις μισθών.
Παράλληλα, η ΕΚΤ πιέζεται έντονα να αυξήσει τα επιτόκια και από την αμερικανική Fed, που ήδη προχώρησε σε αύξηση επιτοκίου κατά μισή μονάδα, για πρώτη φορά από το 2000, ενώ ο αντιπρόεδρός της έκανε την εκτίμηση ότι ίσως χρειασθεί να αυξηθεί στο 3,5% το αμερικανικό επιτόκιο για να ελεγχθεί ο πληθωρισμός. Τα συγκριτικά υψηλότερα επιτόκια του δολαρίου έχουν αποδυναμώσει αισθητά το ευρώ, που έχει υποχωρήσει στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2016 και πλέον η αδυναμία του αρχίζει να γίνεται ένας σοβαρός παράγοντας τροφοδότησης των εισαγόμενων πληθωριστικών πιέσεων στην ευρωζώνη.
Με αυτά τα δεδομένα, όλοι οι κεντρικοί τραπεζίτες που έχουν μιλήσει τα τελευταία 24ωρα κάνουν λόγο για γρήγορη έξοδο από το καθεστώς αρνητικών επιτοκίων (το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων είναι -0,50%). Ο Γάλλος κεντρικός τραπεζίτης προτείνει να έχει περάσει σε θετικό έδαφος το επιτόκιο πριν το τέλος του έτους, κάτι που σημαίνει ότι θα πρέπει να γίνουν τρεις αυξήσεις επιτοκίου κατά 0,25%. Ο Γερμανός ομόλογός του τονίζει ότι δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια αναμονής, ενώ ο Αυστριακός, που θεωρείται και το πιο σκληρό «γεράκι» στο συμβούλιο της ΕΚΤ δηλώνει ότι η αύξηση επιτοκίου πρέπει να γίνει ήδη από τον Ιούνιο.
Νέο εργαλείο παρέμβασης;
Καθώς τα επιτόκια μπαίνουν πλέον σε τροχιά αύξησης και αναπόφευκτα θα κρατήσουν ψηλά τα κόστη δανεισμού των κρατών, το μεγάλο ερώτημα που πρέπει να απαντήσει η ΕΚΤ είναι πώς σκοπεύει να παρέμβει, αν εκδηλωθεί το φαινόμενο του κατακερματισμού της ευρωπαϊκής αγοράς ομολόγων, δηλαδή μια φυγή κεφαλαίων από τα ομόλογα των ευάλωτων οικονομιών προς τα πιο ασφαλή, κάτι που θα δημιουργούσε εξαιρετικά απειλητικές συνθήκες όχι μόνο για την Ελλάδα και την Ιταλία αλλά και για άλλες χώρες του Νότου.
Προς το παρόν, η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ έχει αποφύγει να ανοίξει τα χαρτιά της για αυτό το κρίσιμο θέμα. Έχει τονίσει, όμως, ότι η κεντρική τράπεζα θα παρέμβει για να σταματήσει φαινόμενα κατακερματισμού και έχει υπενθυμίσει ότι όταν χρειάζεται κινείται με ευελιξία και αποφασιστικότητα, όπως έκανε το 2020 με το μεγάλο πρόγραμμα για την πανδημία.
Πληροφορίες που δεν έχουνε επιβεβαιωθεί αναφέρουν ότι οι τεχνοκράτες της ΕΚΤ έχουν εξετάσει ένα σχέδιο για ένα νέο εργαλείο παρέμβασης της κεντρικής τράπεζας στις αγορές ομολόγων. Για την Ελλάδα και την Ιταλία, όπως εξελίσσεται η κατάσταση με την πίεση στα κόστη δανεισμού, είναι σημαντικό να γίνουν γρήγορα οι ανακοινώσεις της ΕΚΤ για το νέο μοντέλο στήριξης των ευάλωτων οικονομιών, καθώς πολύ γρήγορα μπορεί να πλησιάσουν σε απαγορευτικά όρια τα κόστη δανεισμού.