stux / pixabay |
Από: analyst.gr - Βασίλης Βιλιάρδος
Ανάλυση
Εισαγωγικά, αδυνατούμε να καταλάβουμε γιατί οι Έλληνες στηρίζουν ακόμη τα κόμματα των μνημονίων – αφού έχουν κυριολεκτικά καταστρέψει την Ελλάδα, ενώ συνεχίζουν να το κάνουν, εναλλασσόμενα στην εξουσία. Αρκεί να δει κανείς τα οικονομικά μεγέθη της χώρας μας, για να κατανοήσει πού οδηγούμαστε – όπως το δημόσιο χρέος που πλησιάζει τα 400 δις €, το εξωτερικό (=δημόσιο και ιδιωτικό σε έξωθεν δανειστές) που έχει υπερβεί τα 560 δις €, το κόκκινο ιδιωτικό που έχει φτάσει στα 300 δις € από μόλις περί τα 20 δις € πριν την κρίση του 2009, την κατακόρυφη άνοδο του εμπορικού μας ελλείμματος, τα τερατώδη ελλείμματα του προϋπολογισμού που χρηματοδοτούνται με νέα δανεικά κοκ.
Διασπείρονται βέβαια δικαιολογίες από τις εκάστοτε κυβερνήσεις μας, όπως το ότι δεν υπήρχε και δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στα μνημόνια – κάτι που είναι απολύτως ψευδές, αφού η Ελλάδα είναι μία πάμπλουτη χώρα, με πολλές δυνατότητες και με Πολίτες ικανούς να πετύχουν θαύματα. Ήταν και είναι όμως θύματα της κρατικής κακοδιαχείρισης, χωρίς δυστυχώς να αντιδρούν – όπως πρόσφατα στο θέμα της ανόδου των τιμών της ενέργειας, για τις οποίες είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνο το ενεργειακό χρηματιστήριο, μέσω του οποίου αισχροκερδούν οι πέντε Ολιγάρχες που ληστεύουν αχόρταγα τους Πολίτες (ανάλυση).
Το ιρλανδικό παράδειγμα
Για να τεκμηριώσουμε την παραπάνω άποψη μας, αρκεί ίσως το παράδειγμα της Ιρλανδίας – μίας χώρας που είναι μέλος του ευρώ όπως η Ελλάδα, ενώ της επιβλήθηκε επίσης μνημόνιο. Η αιτία της δικής της κρίσης ήταν η τεράστια φούσκα στην αγορά ακινήτων, η οποία έσπασε μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση των ΗΠΑ του 2008 (ανάλυση) – με εξαιρετικά δυσμενή επακόλουθα για τα νοικοκυριά και τις τράπεζες της. Αντίθετα, η Ελλάδα δεν ήταν καθόλου εκτεθειμένη στην αμερικανική αγορά τότε, δεν είχε φούσκα ακινήτων, οι τράπεζες της ήταν υγιείς και το ιδιωτικό της χρέος ελάχιστο – οπότε οδηγήθηκε άδικα αν και σκόπιμα στο ΔΝΤ, όπως έχουμε τεκμηριώσει δεκάδες φορές.
Εν τούτοις η Ιρλανδία, με τα πολύ μεγαλύτερα τότε προβλήματα, κατάφερε να ξεφύγει – να μην υποχρεωθεί σε ένα δεύτερο μνημόνιο και να διώξει τους ξένους εισβολείς. Έτσι, από ΑΕΠ στα 274,3 δις $ το 2008, κατάφερε το 2020 να το αυξήσει στα 426 δις $ (γράφημα) – να προσθέσει δηλαδή 152 δις $ στο ΑΕΠ της στα 12 χρόνια που μεσολάβησαν, με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ της να μειωθεί στο 56%, από σχεδόν 120% το 2012 (πηγή).
Αντίθετα η Ελλάδα με τα μικρότερα προβλήματα, καταδικάσθηκε σε τρία επίσημα μνημόνια και σε ένα τέταρτο, στο σημερινό, το οποίο απλά έχει μία διαφορετική ονομασία – αποκαλείται «ενισχυμένη εποπτεία», όπου είναι η μοναδική χώρα της ΕΕ με κάτι ανάλογο, εάν όχι παγκοσμίως. Όσον αφορά το ΑΕΠ της, από 354,46 δις $ το 2008, κατέρρευσε στα 189 δις $ το 2020 (γράφημα) – έχασε δηλαδή 165 δις $ σε δώδεκα χρόνια, όταν η Ιρλανδία κέρδισε 152 δις €.
Ως εκ τούτου, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, παρά το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, παρά τη λεηλασία της ιδιωτικής με τις κατασχέσεις και τους πλειστηριασμούς, παρά τη διαγραφή με το PSI κοκ., αυξήθηκε από τα 260 δις € περίπου το 2008 στα 394,5 δις € στις 31.03.22 (πηγή) – κατά 134 δις € ή στο 235% περίπου του κεντρικού κράτους το 2020, από 109,4% το 2008 (πηγή). Εύλογα βέβαια, μεταξύ άλλων λόγω της κατάρρευσης του ΑΕΠ – προφανώς ως αποτέλεσμα της καταστροφικής πολιτικής των μνημονίων.
Εκτός τώρα από το τεράστιο επενδυτικό κενό που έχει δημιουργηθεί, υψηλότερο από τα 150 δις €, από την απώλεια παγίων, δεξιοτήτων κοκ., έχουν εγκαταλείψει την Ελλάδα πάνω από 650.000 παιδιά μας – τα οποία δεν πρόκειται ποτέ να επιστρέψουν, εάν δεν δημιουργηθούν ποιοτικές θέσεις εργασίας. Το γεγονός αυτό, μας στερεί ετήσια ένα ΑΕΠ της τάξης των 32,5 δις €, με μία ελάχιστη ετήσια παραγωγικότητα 50.000 € ανά άτομο – το οποίο ασφαλώς δεν πρόκειται να αναπληρωθεί από τους φθηνούς ξένους μετανάστες που έχουν εισέλθει στη χώρα μας, σε μεγάλο βαθμό παράνομα.
Επιστρέφοντας στην Ιρλανδία, ο αριθμός των εργαζομένων της με πλήρη απασχόληση ξεπέρασε κατά πολύ το 2008 (γράφημα) – ενώ ο μέσος μισθός στη χώρα είναι στα 864 € την εβδομάδα (πηγή). Εύλογα φυσικά, αφού είναι συνάρτηση του αυξημένου ΑΕΠ της – ενώ η ανταγωνιστικότητα των εργαζομένων της είναι στο 218%, έναντι 69% των Ελλήνων που ευρίσκονται στην τελευταία θέση. Η αιτία βέβαια δεν είναι η καλύτερη ποιότητα εργασίας των Ιρλανδών, αλλά οι επενδύσεις – μέσω των οποίων αυξάνεται η ανταγωνιστικότητα.
Αντίθετα, ο αριθμός των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης στην Ελλάδα έχει επίσης καταρρεύσει και παραμένει χαμηλότερος από το 2008, ακολουθώντας το ΑΕΠ (γράφημα) – παρά τις ανοησίες της κυβέρνησης περί μείωσης της ανεργίας κοκ. Εκτός αυτού, οι θέσεις εργασίας στη χώρα μας είναι χαμηλής ποιότητας στις υπηρεσίες (γκαρσόνια, delivery κλπ.), αντί υψηλές στην παραγωγή – με το μέσο μισθό το μήνα, σχεδόν όσο της εβδομάδας στην Ιρλανδία!
Κάτι ανάλογο συμβαίνει με όλα τα άλλα μεγέθη, όταν συγκρίνει κανείς την Ιρλανδία με την Ελλάδα – με τον πληθωρισμό στο 7% τον Απρίλιο στην Ιρλανδία έναντι 10,2% στην Ελλάδα, με την Ιρλανδία να έχει πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο και ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, όταν η Ελλάδα έντονα ελλειμματικά, με το έλλειμμα του προϋπολογισμού της στο -0,1% όταν το δικό μας στο -7,4% κοκ.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, ο κρίσιμος παράγοντας που έχει καθορίσει τη θετική πορεία της Ιρλανδίας, καθώς επίσης την αρνητική δική μας, δεν είναι άλλος από το ρυθμό ανάπτυξης – λόγω του οποίου το ιρλανδικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 152 δις $ από το 2008 έως το 2020, ενώ το ελληνικό μειώθηκε κατά 165 δις $.
Στα πλαίσια αυτά, εάν το ελληνικό ΑΕΠ είχε αυξηθεί κατά 152 δις $, όπως της Ιρλανδίας, θα ήταν σήμερα στα 506 δις $ – οπότε, για παράδειγμα, το δημόσιο χρέος μας θα ήταν στο 78% του ΑΕΠ, οι αμοιβές των εργαζομένων κατά πολύ υψηλότερες, τα έσοδα του δημοσίου μεγαλύτερα με μικρότερους φορολογικούς συντελεστές, όπως συμβαίνει στην Ιρλανδία κοκ.
Με δεδομένο δε το ότι, η Ελλάδα είναι πλουσιότερη από την Ιρλανδία από πολλές διαφορετικές πλευρές, με μεγαλύτερα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα σε αρκετούς κλάδους, θα μπορούσε να τα καταφέρει – ενώ υπάρχουν λύσεις, τις οποίες έχουμε περιγράψει στο παρελθόν (ανάλυση). Αυτό που δεν διαθέτει η Ελλάδα είναι ικανές και έντιμες κυβερνήσεις – καθώς επίσης μία υπερήφανη εγχώρια ελίτ, η οποία να ενδιαφέρεται πραγματικά για την ευημερία της πατρίδας της, χωρίς να απομυζεί τους Πολίτες σε τέτοιο βαθμό.
Υστερόγραφο: Όταν ακούμε την κυβέρνηση να προβλέπει θριαμβολογώντας ρυθμό ανάπτυξης 3% για το 2022 (εμείς προβλέπουμε τουλάχιστον 5% λόγω του τουρισμού που όμως προκαλεί ζημίες στην οικονομία μας, αφού πρόκειται για φθηνό μαζικό, με τα δωμάτια των ξενοδοχείων να πωλούνται 15-20 € all inklusive – άρα ζημιογόνα σε μία εποχή αυξανόμενου πληθωρισμού), κυριολεκτικά θλιβόμαστε – αφού σημαίνει πως έχει δεχθεί την πλήρη αποτυχία της οικονομικής της πολιτικής. Σε σχέση δε τους μισθούς των εργαζομένων, καθώς επίσης την αγοραστική τους αξία ακόμη και πριν τον πληθωρισμό, το γράφημα είναι αποκαλυπτικό – ενώ ασφαλώς μας προκαλεί ντροπή.
Ειδικά όσον αφορά τη μονοκαλλιέργεια του τουρισμού, με εισαγόμενα πάνω από το 80% των αναγκών του, εάν η Ελλάδα δεν ξεφύγει, στηρίζοντας τον πρωτογενή τομέα και τη μεταποίηση, θα καταντήσει Πουέρτο Ρίκο της Ευρώπης – με όλα της τα πάγια να ανήκουν σε ξένους και με τους Πολίτες της εξαθλιωμένους σκλάβους χρέους των νέων ιδιοκτητών της χώρας τους.