Από: Παρόν - Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Κρίσιμο τεστ για τον Κυριάκο Μητσοτάκη αναδεικνύεται η επίσκεψή του στις ΗΠΑ και η συνάντηση με τον Πρόεδρο Μπάιντεν, καθώς ο Ελληνας πρωθυπουργός θα πρέπει να αποδείξει ότι η ολική μεταστροφή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής προς το στρατόπεδο της Ουάσινγκτον έχει περιεχόμενο και υπηρετεί τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα και όχι τις δημόσιες σχέσεις και τις επικοινωνιακές ανάγκες του Μεγάρου Μαξίμου.
Έπειτα από πολλές προσπάθειες και πολλές παρεμβάσεις του ελληνικού και κυπριακού λόμπι στην Ουάσινγκτον και ενώ η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει αναδειχθεί σε πρωταθλητή του Ατλαντισμού στην ΕΕ, ήρθε η πολυπόθητη πρόσκληση που περίμενε το Μέγαρο Μαξίμου για την επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στον Λευκό Οίκο στις 15 Μαΐου, σε μια στιγμή που κορυφώνεται η ουκρανική κρίση και οι πιο αδύναμες χώρες της ΕΕ βρίσκονται στην κόψη του ξυραφιού.
Πάντοτε μια επίσκεψη ενός έλληνα πρωθυπουργού στον Λευκό Οίκο δημιουργεί ενθουσιασμό στο εκάστοτε κυβερνητικό επιτελείο, καθώς εκλαμβάνεται συνήθως ως μια πολύ καλή ευκαιρία για προβολή του «διεθνούς προφίλ» του έλληνα πρωθυπουργού παρά για την προώθηση των ελληνικών συμφερόντων.
Η επιλογή Μητσοτάκη ήταν να υπάρξει πλήρης και απόλυτη στροφή της Αθήνας προς τις ΗΠΑ και μάλιστα με τρόπο που θυμίζει συχνά ψυχροπολεμικές επιλογές. Και η κυβέρνηση Μητσοτάκη έσπευσε, χωρίς καμιά διαβούλευση μάλιστα με την αντιπολίτευση, να είναι από τις πρώτες που προσέφερε πολεμικό υλικό στο Κίεβο. Τα προηγούμενα χρόνια, με την αμυντική συμφωνία αλλά και τις διευκολύνσεις στη Σούδα, στο Στεφανοβίκειο και κυρίως στην Αλεξανδρούπολη, η Αθήνα είχε συμβάλει ουσιαστικά στον σχεδιασμό των ΗΠΑ για μια γενικευμένη αντιπαράθεση με τη Ρωσία.
Η αναβάθμιση της Ελλάδας για την εξυπηρέτηση των αμερικανικών συμφερόντων και επιδιώξεων είναι προφανής, όμως αναμενόμενη ήταν και η ρωσική αντίδραση, που πλέον οδήγησε τις ελληνορωσικές σχέσεις στο ιστορικό ναδίρ τους. Και αυτό φυσικά δεν έχει να κάνει με τις ανιστόρητες και κοντόφθαλμες δηλώσεις της κ. Ζαχάροβα (προφανώς χρειάζεται πολλά φροντιστήρια Ιστορίας τόσο για τα Ορλοφικά όσο και για τη στήριξη της Σοβιετικής Ένωσης στον Κεμάλ στη διάρκεια της Μικρασιατικής Καταστροφής ή για τη στήριξη του Στάλιν όσον αφορά τον διαμελισμό της Μακεδονίας αλλά και για την πρόσφατη στήριξη του Ερντογάν από τον κ. Πούτιν…).
Η διοίκηση Μπάιντεν, παρά το γεγονός ότι έχει ορισμένα ζητήματα στο τραπέζι τα οποία ενοχλούν την Άγκυρα (όπως το Αρμενικό και οι S-400), είναι ίσως η πιο ευνοϊκή για την Τουρκία αμερικανική κυβέρνηση των τελευταίων ετών.
Παρά το γεγονός ότι η Τουρκία είναι η μοναδική χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ που όχι μόνο δεν συμμετέχει στις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας αλλά συνεχίζει να έχει ανοικτό τον εναέριο χώρο της για τα ρωσικά αεροπλάνα, ελπίζοντας στα έσοδα από τους ρώσους τουρίστες, και αρνείται την άσκηση πίεσης στη Ρωσία μέσω συμμαχικής δύναμης στη Μαύρη Θάλασσα, η κυβέρνηση Ερντογάν συνεχίζει να απολαμβάνει την πλήρη στήριξη του Μπάιντεν. Μάλιστα, αυτή η πολιτική των ίσων αποστάσεων ερμηνεύεται ως διπλωματική επιλογή για να έχει η Τουρκία διαμεσολαβητικό ρόλο. Ένας ρόλος που δεν υφίσταται στη συγκεκριμένη σύγκρουση, διότι η Ουκρανία δεν έχει κάτι να διαπραγματευθεί με τη Ρωσία του κ. Πούτιν, στο οποίο θα μπορούσε να συμβάλει ο «αντικειμενικός» Ταγίπ Ερντογάν. Εδώ είναι προφανές ότι ο κ. Πούτιν επιδιώκει να αποσπάσει όσα περισσότερα μπορεί και να κρατήσει ζωντανή μια σύγκρουση η οποία ελπίζει ότι θα προκαλέσει μεγαλύτερη φθορά και μεγαλύτερο κόστος στην ΕΕ και στη Δύση παρά στον ίδιο.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον ο κ. Μητσοτάκης σπεύδει στην Ουάσινγκτον, έχοντας όμως δεχθεί προηγουμένως ένα ισχυρό πλήγμα από την αμερικανική κυβέρνηση.
Τον Ιανουάριο, με το περίφημο non paper, με το οποίο η αμερικανική κυβέρνηση απέσυρε την υποστήριξή της για τον EastMed, πρακτικά είχε σπεύσει να τραβήξει το χαλί κάτω από τα πόδια της Ελλάδας προκειμένου να στηρίξει τις απαιτήσεις της Τουρκίας. Ο EastMed ήταν ένα εμβληματικό έργο, το οποίο απέκλειε την Τουρκία από την εκμετάλλευση και εξαγωγή του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου, εφόσον η ίδια θα επέμεινε να μην αναγνωρίζει το Δίκαιο της Θάλασσας και τα κυριαρχικά δικαιώματα των χωρών της περιοχής.
Ο κ. Μητσοτάκης ελάχιστα αντέδρασε σε αυτό και εμφανίστηκε μάλιστα να ικανοποιείται από το γεγονός ότι οι Αμερικανοί υπόσχονται να μεταφέρουν φυσικό αέριο υπό μορφή LNG στην Ελλάδα και στην Αλεξανδρούπολη. Κανείς όμως δεν λέει σε τι τιμές και σε τι ποσότητες θα έρθει το αμερικανικό LNG και ότι πρακτικά η Ελλάδα περιορίζει την εξάρτηση από το φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο και μεγαλώνει την εξάρτησή της από το πιο ακριβό αμερικανικό ή καταριανό LNG…
Και δεν θα πρέπει βεβαίως να λησμονεί κανείς ότι ο κ. Μπάιντεν και οι συνεργάτες του –όταν ήταν αντιπρόεδρος– ήταν οι εμπνευστές του περίφημου χάρτη, ο οποίος θεωρούσε τον αγωγό προς την Τουρκία ως την πιο ρεαλιστική οδό εξαγωγής του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου, τονίζοντας συγχρόνως ότι είναι επιβεβλημένη η όποια επίλυση του Κυπριακού προκειμένου να εξυπηρετηθεί ο υπέρτερος στόχος.
Ο κ. Μητσοτάκης θα επιχειρήσει ίσως να θριαμβολογήσει και να προβάλει τις επενδύσεις (κυρίως υποσχέσεις για επενδύσεις) αμερικανικών πολυεθνικών στην Ελλάδα, οι οποίες βεβαίως προσφέρουν ελάχιστη προστιθέμενη αξία στην ελληνική οικονομία, αλλά είναι αμφίβολο αν θα αξιοποιήσει την επίσκεψή του για την προώθηση κρίσιμων εθνικών θεμάτων.
Η πρόσκληση στον κ. Μητσοτάκη, ώστε να υπάρξει μια θετική εικόνα των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, εντάσσεται βεβαίως και στην προσπάθεια του κ. Μπάιντεν να ικανοποιήσει και να βοηθήσει τον προσωπικό χρηματοδότη του, Ελληνοαμερικανό Τζορτζ Τσούνη, ο οποίος αναλαμβάνει τα καθήκοντά του τις ημέρες αυτές ως πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα.
Όμως τα ελληνοτουρκικά παραμένουν ένα ζήτημα πάνω από δημόσιες σχέσεις και επικοινωνιακά κόλπα.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ υποχρέωσε τη Βικτόρια Νούλαντ να στήσει μια συνέντευξη στην ΕΡΤ ώστε να διασκεδάσει τις αλγεινές εντυπώσεις που προκάλεσε η φιλοτουρκική στάση της στην περιοδεία της σε Ελλάδα, Κύπρο και Τουρκία. Και εκεί, αφού είχε στηρίξει την Τουρκία με κάθε τρόπο σε όλη τη διάρκεια της περιοδείας της, πέταξε και το δόλωμα για το ελληνικό κοινό, λέγοντας ότι είναι προκλητικές οι παραβιάσεις εκ μέρους της Τουρκίας. Ποτέ δεν ρωτήθηκε όμως τι εννοεί όταν μιλάει για παραβιάσεις, γιατί τότε η κ. Νούλαντ θα εξέφραζε τη θλιβερή επίσημη πολιτική των ΗΠΑ, που δεν αναγνωρίζουν τον ελληνικό εναέριο χώρο των 10 ν.μ. και συνεπώς παραβιάσεις θεωρούν κάθε πτήση κάτω από τα 6 ν.μ. Και σε ό,τι αφορά τις υπερπτήσεις, και πάλι τις «καταδικάζουν», όμως έρχονται να δικαιολογήσουν τους Τούρκους όταν εγείρουν θέμα αποστρατιωτικοποίησης, καθώς και στο ΝΑΤΟ υποστηρίζουν τις τουρκικές θέσεις.
Εξάλλου, μόλις πριν από λίγες εβδομάδες ήταν το Στέιτ Ντιπάρτμεντ του κ. Μπλίνκεν και του κ. Μπάιντεν που συνέστησε την πώληση F-16 στην Τουρκία, αδιαφορώντας για τον τρόπο με τον οποίο η Τουρκία χρησιμοποιεί και τα αμερικανικά όπλα για να αμφισβητεί κυριαρχικά δικαιώματα και να αποσταθεροποιεί περιοχές.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει πολλά ζητήματα να θέσει. Ο ίδιος, ως καλός και πειθήνιος φίλος των Αμερικανών, τα έχει δώσει όλα. Τώρα θα πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί και να κερδίσει κάτι για την Ελλάδα και όχι απλώς μια φωτογραφία με τη σύζυγό του στο Rose Garden του Λευκού Οίκου. Εξάλλου με αυτά δεν κερδίζονται εκλογές…