Από: Πρώτο Θέμα - Μιχάλης Στούκας
Βέβαια σε αρκετές και αρκετούς, ελπίζουμε, είναι γνωστές τόσο η θρυλική «κυρά της Ρω», η Δέσποινα Αχλαδιώτη (1890-1982), όσο και η σύγχρονη, εν ζωή, «κυρά της Κινάρου» Ειρήνη (Ρηνιώ) Κατσοτούρχη. Αντίθετα, η Αικατερίνη Σαντοριναίου και η Αικατερίνη Κάππου δεν έγιναν ευρέως γνωστές μέχρι σήμερα και σκεφτήκαμε να τις «παρουσιάσουμε» μέσα από το protothema.gr. Το άρθρο αυτό αποτελεί ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη τους…
Αικατερίνη Σαντοριναίου (1915-1990): η «κυρά της Ρήνειας»
Το όνομα Ρήνεια μπορεί να μην λέει τίποτα στους περισσότερους. Σίγουρα όμως οι πάντες γνωρίζουν τη γειτονική Μύκονο… Η Ρήνεια ή Μεγάλη Δήλος είναι νησί των Κυκλάδων, πολύ κοντά στη Δήλο αλλά και στη Μύκονο.
Έχει έκταση 14 τ.χλμ. περίπου. Είναι ημιορεινό νησί με εντυπωσιακό ανάγλυφο. Υπήρξε ουσιαστικά το νεκροταφείο της αρχαίας Δήλου, από το 426 π.Χ., όπως όρισαν οι Αθηναίοι, καθώς στο ιερό νησί δεν επιτρεπόταν ούτε θάνατος αλλά ούτε και γέννηση ανθρώπων. Έτσι όσοι πέθαιναν στη Δήλο θάβονταν στη Ρήνεια, όπου μετέβαιναν και οι γυναίκες της Δήλου για τον τοκετό τους . Στην ανατολική ακτή της Ρήνειας βρέθηκαν τάφοι από τον 5ο π.χ. αιώνα και μεταγενέστεροι, με επιτύμβιες στήλες καθώς και ένα μικρό ιερό του Ηρακλή, του 2ου/1ου π.Χ. αιώνα.
Ας δούμε την εξέλιξη του πληθυσμού της από το 1928 μέχρι τις μέρες μας: 1928->159 κάτοικοι, 1940->58, 1951->128, 1961->47,1971->24, 1981->11,1991-> 0. Το νησί παραμένει ακατοίκητο μέχρι σήμερα. Υπάγεται διοικητικά στον Δήμο Μυκόνου.
Για 54 ολόκληρα χρόνια έζησε στο νησί η Αικατερίνη Σαντοριναίου (1915-1990), γνωστή και ως «κυρά της Ρήνειας».
Έτσι αναφέρεται, πολύ πριν το διαδίκτυο μπει στη ζωή μας, σε δημοσιεύματα, στις εφημερίδες «Κυκλαδικόν Φως», «Νέα Μύκονος», «Μυκονιάτης», στα περιοδικά «Αιγαιοπελαγίτικα Θέματα» και «Ναυτική Πνευματική Καλλιέργεια» (του Γ.Ε.Ν.) και άλλα.
Η Αικατερίνη Σαντοριναίου έμενε στη Ρήνεια μαζί με τον σύζυγό της. Εκεί μεγάλωσε τα εφτά παιδιά της. Μετά τον θάνατο του συζύγου της και την αποδημία των παιδιών της έμεινε μόνη της στο νησί, αρνούμενη πεισματικά να το εγκαταλείψει.
Ασχολήθηκε με αγροτικές εργασίες, χωρίς να έχει στη διάθεση της τα αγαθά του σύγχρονου πολιτισμού. Στο νησί μετέβαιναν από τη Μύκονο, αυθημερόν συνήθως, με το «Βοϊδάδικο» καΐκι καλλιεργητές εκτάσεων στη Ρήνεια και κτηνοτρόφοι. Και όταν έφταναν στη «Μεγάλη Δήλο» επισκέπτες, η κυρία Αικατερίνη τους υποδεχόταν στο λιμανάκι του Κάσαρη, τους οδηγούσε στο εσωτερικό του νησιού και τους φιλοξενούσε πρόθυμα στο σπίτι της.
Συχνά, στην περιοχή του Αιγαίου όπου βρίσκεται η Ρήνεια πνέουν πολύ δυνατοί άνεμοι, που διακόπτουν τη συγκοινωνία με τα άλλα μέρη. Τότε, η κυρία Αικατερίνη παρέμενε μόνη της στο νησί, συντροφιά με τα δύο σκυλιά της, τη Φρίντα και την Ανεμόεσσα και το μοναδικό τηλέφωνο της Ρήνειας που εγκαταστάθηκε, καθυστερημένα, εκεί.
Στη Ρήνεια υπάρχουν πέντε εκκλησίες τις οποίες η κυρία Αικατερίνη φρόντιζε. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της, η φροντίδα της περιορίστηκε στις δύο γειτονικές με το σπίτι της εκκλησίες: τον Άγιο Γεώργιο και την Αγία Τριάδα, στην οποία γίνεται κάθε χρόνο μεγάλο πανηγύρι.
Συντηρούσε τις εκκλησίες, τις καθάριζε, τις στόλιζε με αγριολούλουδα, ενώ άναβε καθημερινά τα καντήλια του Αγίου Γεωργίου.
Έφυγε από τη ζωή τον Απρίλιο του 1990. Τάφηκε στο νεκροταφείο του Αγίου Λουκά της Μυκόνου στις 28 Απρίλιου 1990 με τη «γνωστή γαλανόλευκη αμφίεσή της», γράφει ο Γεώργιος Κ. Γιαγκάκης.
Η «κυρά της Ρήνειας», έγινε και ποίημα:
«Κυρά στη Ρήνεια, ευτυχισμένη που ζεις γαλήνια, μακριά από τις μικρότητες των ανθρώπων, μόνη στη νήσο των βοσκοτόπων.
Και τώρα μέσα στο κρύο του χειμώνα, σκέπτομαι της μοναξιάς σου τον αγώνα,
όμως, έχεις αποκτήσει πια την πείρα, έχεις αγαπήσει τη δική σου μοίρα
Κι όταν ανάβεις τον Άη Γιώργη το καντήλι, δεν σε φοβίζει η νύχτα που διώχνει το δείλι …».
Το ποίημα γράφτηκε το 1988 και συμπεριλήφθηκε στα «Αρχιπελαγικά», σελ, 66, Μύκονος 1989.
Αικατερίνη Κάππου: η «κυρά της Σαμιοπούλας».
Μια άλλη γυναίκα- φρουρός του Αιγαίου, ήταν η Αικατερίνη Κάππου που έζησε για 65 χρόνια στη Σαμιοπούλα, το μεγαλύτερο μετά τη Σάμο νησί του ομώνυμου πολυνήσου.
Η Σαμιοπούλα έχει έκταση 1.018 τ.χλμ., μήκος ακτογραμμής 5.925 μέτρα και βρίσκεται σε μικρή απόσταση από τη Σάμο, αλλά και τις απέναντι τουρκικές ακτές.
Το 1920 η Σαμιοπούλα είχε 58 κατοίκους, το 1928->26, το 1940->11, το 1991->7 και το 2001 κανέναν...
Η κυρία Κατίνα και ο σύζυγός της Αναστάσιος Κάππος εγκαταστάθηκαν στη Σαμιοπούλα το 1945, μόλις παντρεύτηκαν, προερχόμενοι από την Πάτμο. Η κυρία Κατίνα ήταν τότε 23 ετών.
Η Σαμιοπούλα, όπως δήλωσε στα «Νέα» το 2009 ο γιος της Βασίλης, τότε ήταν μοναστηριακό νησί και το ζευγάρι νοίκιαζε τις εκτάσεις του αρχικά από τη Μονή της Μεγάλης Παναγίας. Το 1957 η Σαμιοπούλα παραχωρήθηκε στο κράτος με την προϋπόθεση να δοθεί σε ακτήμονες καλλιεργητές. Το ζεύγος Κάππου μεταμόρφωσε τη Σαμιοπούλα, έναν βράχο, όπως λεγόταν χαρακτηριστικά, με κατσίκια που περιφέρονταν ελεύθερα στο νησί (γι’ αυτό και χαρακτηρίστηκε κτηνοτροφικό). Έφτιαξαν με τα χέρια τους δύο πέτρινα σπιτάκια, αποθήκες και δεξαμενή. Άρχισαν να καλλιεργούν, όπου αυτό ήταν εφικτό και φύτεψαν συνολικά 160 ελιές.
Αργότερα έφτιαξαν κι ένα ταβερνάκι για πρόχειρο φαγητό όσων πήγαιναν στη Σαμιοπούλα, κυρίως τα καλοκαίρια, με καΐκια. Το ζευγάρι απέκτησε τρία παιδιά που αργότερα εγκαταστάθηκαν σε άλλα, μεγαλύτερα νησιά. Μάλιστα η κόρη τους Ειρήνη, μετακόμισε στη Λέβιθα, ένα ακόμα από τα μικρονήσια του Αιγαίου που ανήκει στα Δωδεκάνησα.
Τον Γενάρη του 1998 επισκέφθηκε τη Σαμιοπούλα, στο πλαίσιο παρακολούθησης στρατιωτικής άσκησης ο τότε Υπουργός Εθνικής Άμυνας Άκης Τσοχατζόπουλος. Συναντήθηκε βέβαια με το ζεύγος Κάππου, το οποίο, τιμής ένεκεν, βρέθηκε ανάμεσα στους επιτελείς που παρακολούθησαν την άσκηση. Φυσικά, ήταν η πρώτη φορά που Υπουργός επισκεπτόταν τη Σαμιοπούλα (τα στοιχεία και οι σχετικές φωτογραφίες από ρεπορτάζ του Πάνου Μπαΐλη στα «Νέα» 21 Ιανουαρίου 1998).
Το 2000 ο κύριος Αναστάσιος έφυγε από τη ζωή. Η κυρία Κατίνα παρά τις εκκλήσεις των παιδιών της, έμεινε πεισματικά στη Σαμιοπούλα. Κάθε πρωί άναβε τα καντήλια του μικρού ναού της αγίας Πελαγίας και έβλεπε αν ήταν στη θέση της η ελληνική σημαία…
Όπως είπε ο γιος της χαρακτηριστικά: «Και βεβαίως φύλαγε ως κόρη οφθαλμού την ελληνική σημαία…»:
Τον Σεπτέμβριο του 2009 η κυρία Κατίνα έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 87 ετών. Τους τέσσερις τελευταίους μήνες της ζωής της είχε πάει «με το ζόρι» στον γιο της στη Σάμο, καθώς δεν μπορούσε να περπατήσει και ήταν πολύ καταβεβλημένη. Τάφηκε στο νησί της, τη Σαμιοπούλα. Όσα είπε γι’ αυτήν ο πατήρ Νικόλαος Σπάγος, ιερέας του χωριού Παγώνδας της Σάμου, που βρέθηκε στη Σαμιοπούλα για την ταφή της κυρίας Κατίνας, είναι συγκινητικά και συγκλονιστικά: «Τη θυμάμαι 62 χρόνια.
Με τον χαμό της έκλεισε ένας κύκλος, μια ιστορία 70 χρόνων, ήταν η τελευταία των Μοϊκανών… Την τίμησε και ο Στρατός και ο ηγούμενος της Μεγάλης Παναγίας. Τέσσερα-πέντε καΐκια συνόδευσαν τη νεκρική πομπή εν πλω από το Πυθαγόρειο (σημ. που απέχει μία ώρα από τη Σαμιοπούλα) προς τη Σαμιοπούλα, ήταν κάτι το συγκινητικό. Της άξιζε όμως όλη αυτή η τιμητική τελετή, γιατί αγάπησε πολύ από μικρό κορίτσι το νησί όπου έμεινε. Δεν φοβόταν ούτε όποτε έβλεπε τα τουρκικά μαχητικά στα 200-300 μέτρα από πάνω της, έχω την Παναγιά σύμμαχο…», έλεγε.
Αντιθέτως έδωσε ζωή, με τον σύζυγό της σε ερείπια: ερχόταν κόσμος απ’ όλη τη Σάμο στα πανηγύρια του μικρού αυτού νησιού, για να δουν τον κυρ Τάσο και την κυρά Κατίνα, ευγενέστατους, πάντα πρόθυμους να προσφέρουν καφεδάκι, ούζο και μεζέ κολιό.
Για μας που τους ξέραμε, είναι μια απώλεια…».
Επίλογος
Αυτές ήταν οι μικρές ιστορίες δύο μεγάλων Ελληνίδων.
Δυστυχώς, τόσο η Ρήνεια όσο και η Σαμιοπούλα δεν έχουν μόνιμους κατοίκους. Το ελληνικό κράτος, διαχρονικά, δεν φρόντισε να εγκατασταθούν κάποιοι στα ακριτικά, ιδιαίτερα, μικρονήσια του Αιγαίου, δίνοντας αφορμή στην Τουρκία για την προβολή ακόμα μεγαλύτερων διεκδικήσεων.
Το παρήγορο είναι ότι σε πολλά άλλα μικρά νησιά του Αιγαίου μένουν, πεισματικά, κάποιοι άνθρωποι φροντίζοντας, σαν άγρυπνοι φρουροί, να κυματίζει περήφανα στον ιστό της η ελληνική σημαία…
Πηγές: Γεώργιος Κ. Γιαγκάκης, Η «ΚΥΡΑ ΤΗΣ ΡΗΝΕΙΑΣ», 2010
Μιχαήλ Σταματελάτος – Φωτεινή Βάμβα Σταματελάτου, «ΕΠΙΤΟΜΟ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ», Δεύτερη Έκδοση, ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΕΡΜΗΣ», 2006
Ρεπορτάζ της εφημερίδας «Τα Νέα», 21 Ιανουαρίου 1998 και 30 Σεπτεμβρίου 2009.