Στα σημαντικά ζητήματα, η επικέντρωση στις εξελίξεις της κάθε ώρας και ημέρας είναι επιβεβλημένη. Μπορεί όμως να αποβεί και παραπλανητική. Το πρόβλημα ξεκινά από την προσπάθεια να εξαχθούν γενικά συμπεράσματα από καθημερινές ειδήσεις και να υποστηριχθούν ερμηνείες των οποίων η επιβεβαίωση ή/και η διάψευση ξεπερνά κατά πολύ το βεληνεκές της κάθε επιμέρους και εφήμερης εξέλιξης.
Από: liberal.gr / Κώστας Λάβδας
Από τα λαβράκια που περιλάμβανε το μενού στη συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν τον Μάρτιο στην Κωνσταντινούπολη και τα «οφέλη σε πολλά επίπεδα» που κάποιοι έσπευσαν να διαφημίσουν, περάσαμε - μέσα από τις οξύτατες εντάσεις και τις κλιμακούμενες απειλές που μεσολάβησαν - στα εξίσου βιαστικά συμπεράσματα που ακούμε για το υποτιθέμενο «μορατόριουμ», με αφορμή την επιλογή του Ερντογάν να ξεκινήσει τις εργασίες του νέου γεωτρύπανου Αμπντουλχαμίντ Χαν σε νερά κοντά στην Αττάλεια.
Στο μεταξύ, η Άγκυρα έχει ανοίξει με τρόπο συστηματικό μια εντυπωσιακή και διαρκώς εμπλουτιζόμενη βεντάλια διεκδικήσεων, με σαφή επιβεβαίωση ακραίων θέσεων και τις τελευταίες ημέρες. Χρειαζόμαστε μια σαφέστερη εποπτεία της μεγάλης εικόνας.
Όμως εδώ η «μεγάλη εικόνα» σημαίνει δυο πράγματα. Αφενός αυτήν που εμείς στην Ελλάδα θα έπρεπε να έχουμε αντιληφθεί σε σχέση με τους τουρκικούς στρατηγικούς σχεδιασμούς, πέρα από τις τακτικές κινήσεις και καθημερινές αναδιπλώσεις.
Αφετέρου η «μεγάλη εικόνα» αναφέρεται στο πλανητικό περιβάλλον που μετασχηματίζεται αργά. Όπως έχω εξηγήσει κατ' επανάληψη, παρά τα πολλά προβλήματά του ο Ερντογάν φαίνεται να διαβάζει σωστά τις εξελίξεις και να αντιλαμβάνεται τη μεγάλη εικόνα. Την οποία παρουσίασα προ μηνός στο άρθρο που αναλύει το νέο παγκόσμιο χάρτη και την επανεκκίνηση των BRICS (Ο νέος παγκόσμιος χάρτης, ο πόλεμος και οι BRICS).
Ενώ στην Αθήνα διάφοροι μηρύκαζαν τις ανοησίες περί τιμωρίας του αναθεωρητισμού σε παγκόσμια κλίμακα με αφορμή την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Άγκυρα φάνηκε να αντιλαμβάνεται ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτελεί παράθυρο ευκαιρίας για την ίδια αλλά - παρά τα φαινόμενα - και ενδιάμεσο σταθμό στην πορεία προς ένα νέο, πολυκεντρικό και εγγενώς αβέβαιο περιβάλλον.
Ο Ερντογάν βλέπει ένα πολυκεντρικό κόσμο να αναδύεται μετά την ψευδο-ψυχροπολεμική παρένθεση που ζούμε και την οποία κάθε λογής άσχετοι εκλαμβάνουν ως «νέο Ψυχρό Πόλεμο». Στον αναδυόμενο πολυκεντρικό κόσμο οι ισχυροί περιφερειακοί δρώντες έχουν αναβαθμισμένο ρόλο, οι περιφερειακές συγκρούσεις είναι πιθανότερες και συχνότερες και κάποιες, τουλάχιστον, από τις συμμαχίες είναι εύπλαστες και εξαρτώμενες από τα επιμέρους ζητήματα που ανακύπτουν.
Είναι ένας κόσμος στον οποίο η βασική επικέντρωση των ΗΠΑ στον Ινδο-ειρηνικό θα επιβεβαιωθεί εκ νέου μετά το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία ενώ η ΕΕ δεν θα έχει ακόμη εδραιώσει στη στρατηγική αυτονομία την οποία σοφά αλλά δυστυχώς χωρίς αντίκρισμα υποστηρίζει το Παρίσι. Η πτώση του ευρώ έναντι του δολαρίου δεν θα πρέπει να μας αποπροσανατολίζει σε σχέση με τη μεγάλη εικόνα: Ο γεωπολιτικός ρόλος του δολαρίου βρίσκεται ο ίδιος σε υποχώρηση. Και αυτά συμβαίνουν ενώ η Τουρκία προσπαθεί συστηματικά - πιο πρόσφατα και με τις συμφωνίες με Σουηδία και Φινλανδία - να εμπλακεί σε προγράμματα και σχεδιασμούς της αμυντικής πτυχής της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Πόσο και πώς προσαρμόζεται η Τουρκία; Σχεδιάζει - με κενά και λάθη, αλλά σχεδιάζει - με βάση τη μεγάλη εικόνα και προσαρμόζει τις κινήσεις της εκεί που κρίνει ότι χρειάζεται αλλά σίγουρα όχι παντού. Παρότι είχαμε από καιρό προειδοποιήσει ότι τυχόν συγκυριακές κινήσεις εξομάλυνσης των σχέσεων της Άγκυρας με περιφερειακούς δρώντες όπως το Ισραήλ δεν θα αφορούν την Ελλάδα, κάποιοι έσπευσαν τον Μάρτιο και σπεύδουν πάλι σήμερα να συμπεράνουν λανθασμένα ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να επωφεληθεί από τους τουρκικούς ελιγμούς.
Όπως όμως έχουμε εξηγήσει αναλυτικά (Τα ελληνοτουρκικά σήμερα: Έξι κρίσιμα σημεία), χρειάζεται μια βαθύτερη και συστηματικότερη κατανόηση των προϋποθέσεων ανάλυσης των ελληνοτουρκικής σύγκρουσης ώστε να μην χάνουμε κάθε τόσο το δάσος λόγω της μυωπικής επικέντρωσης στα δέντρα.
Σε κάθε περίπτωση, όσο διαρκεί ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος, η Τουρκία βρίσκεται σε ένα δυνητικά δημιουργικό δίλημμα. Θεωρεί - ορθά - ότι έχει η ίδια αναβαθμιστεί γεωπολιτικά και, κατά συνέπεια, επιχειρεί να πετύχει οπωσδήποτε κάποια τετελεσμένα σε πολλά επίπεδα, κατά προτίμηση χωρίς πολεμική εμπλοκή. Εναλλακτικά - εάν δεν γίνεται αλλιώς για την επίτευξη των τετελεσμένων - με πολεμική εμπλοκή που όμως δεν θα φανεί ότι έχει η ίδια ευθέως προκαλέσει. Διότι γνωρίζει παράλληλα ότι τυχόν πόλεμος με την Ελλάδα δεν θα πρέπει να της χρεωθεί, καθώς αυτό θα σημάνει ότι η Άγκυρα θα θεωρηθεί ότι δυναμιτίζει τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, παίζοντας ακόμη πιο ανοιχτά το παιχνίδι του Πούτιν με τον οποίο - όπως γράφουμε επί χρόνια - έχει χτίσει μια σχέση ανταγωνιστικής συμπληρωματικότητας.
Σε αυτό το πλαίσιο, τόσο ο Ερντογάν όσο και οι όποιοι διάδοχοί του - εάν υποτεθεί ότι ο σημερινός πρόεδρος και θα χάσει τις εκλογές και θα παραδώσει την εξουσία - θα επιμείνουν στο γενικό σχεδιασμό τους. Με δυο λόγια, ανεξαρτήτως εσωτερικών πολιτικών και εκλογικών εξελίξεων, η Τουρκία σε γενικές γραμμές θα εξακολουθήσει να επιδιώκει το νέο της στρατηγικό όραμα: Μια επεκτατική χερσαία και θαλάσσια δύναμη εντός μιας ευρύτερης, ουδετεροποιημένης περιμέτρου.
*Ο Κώστας Α. Λάβδας είναι Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και έχει εργαστεί σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Βιβλία και επιστημονικά άρθρα του έχουν δημοσιευτεί στα ελληνικά, τα αγγλικά και τα γερμανικά
Από τα λαβράκια που περιλάμβανε το μενού στη συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν τον Μάρτιο στην Κωνσταντινούπολη και τα «οφέλη σε πολλά επίπεδα» που κάποιοι έσπευσαν να διαφημίσουν, περάσαμε - μέσα από τις οξύτατες εντάσεις και τις κλιμακούμενες απειλές που μεσολάβησαν - στα εξίσου βιαστικά συμπεράσματα που ακούμε για το υποτιθέμενο «μορατόριουμ», με αφορμή την επιλογή του Ερντογάν να ξεκινήσει τις εργασίες του νέου γεωτρύπανου Αμπντουλχαμίντ Χαν σε νερά κοντά στην Αττάλεια.
Στο μεταξύ, η Άγκυρα έχει ανοίξει με τρόπο συστηματικό μια εντυπωσιακή και διαρκώς εμπλουτιζόμενη βεντάλια διεκδικήσεων, με σαφή επιβεβαίωση ακραίων θέσεων και τις τελευταίες ημέρες. Χρειαζόμαστε μια σαφέστερη εποπτεία της μεγάλης εικόνας.
Όμως εδώ η «μεγάλη εικόνα» σημαίνει δυο πράγματα. Αφενός αυτήν που εμείς στην Ελλάδα θα έπρεπε να έχουμε αντιληφθεί σε σχέση με τους τουρκικούς στρατηγικούς σχεδιασμούς, πέρα από τις τακτικές κινήσεις και καθημερινές αναδιπλώσεις.
Αφετέρου η «μεγάλη εικόνα» αναφέρεται στο πλανητικό περιβάλλον που μετασχηματίζεται αργά. Όπως έχω εξηγήσει κατ' επανάληψη, παρά τα πολλά προβλήματά του ο Ερντογάν φαίνεται να διαβάζει σωστά τις εξελίξεις και να αντιλαμβάνεται τη μεγάλη εικόνα. Την οποία παρουσίασα προ μηνός στο άρθρο που αναλύει το νέο παγκόσμιο χάρτη και την επανεκκίνηση των BRICS (Ο νέος παγκόσμιος χάρτης, ο πόλεμος και οι BRICS).
Ενώ στην Αθήνα διάφοροι μηρύκαζαν τις ανοησίες περί τιμωρίας του αναθεωρητισμού σε παγκόσμια κλίμακα με αφορμή την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Άγκυρα φάνηκε να αντιλαμβάνεται ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτελεί παράθυρο ευκαιρίας για την ίδια αλλά - παρά τα φαινόμενα - και ενδιάμεσο σταθμό στην πορεία προς ένα νέο, πολυκεντρικό και εγγενώς αβέβαιο περιβάλλον.
Ο Ερντογάν βλέπει ένα πολυκεντρικό κόσμο να αναδύεται μετά την ψευδο-ψυχροπολεμική παρένθεση που ζούμε και την οποία κάθε λογής άσχετοι εκλαμβάνουν ως «νέο Ψυχρό Πόλεμο». Στον αναδυόμενο πολυκεντρικό κόσμο οι ισχυροί περιφερειακοί δρώντες έχουν αναβαθμισμένο ρόλο, οι περιφερειακές συγκρούσεις είναι πιθανότερες και συχνότερες και κάποιες, τουλάχιστον, από τις συμμαχίες είναι εύπλαστες και εξαρτώμενες από τα επιμέρους ζητήματα που ανακύπτουν.
Είναι ένας κόσμος στον οποίο η βασική επικέντρωση των ΗΠΑ στον Ινδο-ειρηνικό θα επιβεβαιωθεί εκ νέου μετά το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία ενώ η ΕΕ δεν θα έχει ακόμη εδραιώσει στη στρατηγική αυτονομία την οποία σοφά αλλά δυστυχώς χωρίς αντίκρισμα υποστηρίζει το Παρίσι. Η πτώση του ευρώ έναντι του δολαρίου δεν θα πρέπει να μας αποπροσανατολίζει σε σχέση με τη μεγάλη εικόνα: Ο γεωπολιτικός ρόλος του δολαρίου βρίσκεται ο ίδιος σε υποχώρηση. Και αυτά συμβαίνουν ενώ η Τουρκία προσπαθεί συστηματικά - πιο πρόσφατα και με τις συμφωνίες με Σουηδία και Φινλανδία - να εμπλακεί σε προγράμματα και σχεδιασμούς της αμυντικής πτυχής της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Πόσο και πώς προσαρμόζεται η Τουρκία; Σχεδιάζει - με κενά και λάθη, αλλά σχεδιάζει - με βάση τη μεγάλη εικόνα και προσαρμόζει τις κινήσεις της εκεί που κρίνει ότι χρειάζεται αλλά σίγουρα όχι παντού. Παρότι είχαμε από καιρό προειδοποιήσει ότι τυχόν συγκυριακές κινήσεις εξομάλυνσης των σχέσεων της Άγκυρας με περιφερειακούς δρώντες όπως το Ισραήλ δεν θα αφορούν την Ελλάδα, κάποιοι έσπευσαν τον Μάρτιο και σπεύδουν πάλι σήμερα να συμπεράνουν λανθασμένα ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να επωφεληθεί από τους τουρκικούς ελιγμούς.
Όπως όμως έχουμε εξηγήσει αναλυτικά (Τα ελληνοτουρκικά σήμερα: Έξι κρίσιμα σημεία), χρειάζεται μια βαθύτερη και συστηματικότερη κατανόηση των προϋποθέσεων ανάλυσης των ελληνοτουρκικής σύγκρουσης ώστε να μην χάνουμε κάθε τόσο το δάσος λόγω της μυωπικής επικέντρωσης στα δέντρα.
Σε κάθε περίπτωση, όσο διαρκεί ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος, η Τουρκία βρίσκεται σε ένα δυνητικά δημιουργικό δίλημμα. Θεωρεί - ορθά - ότι έχει η ίδια αναβαθμιστεί γεωπολιτικά και, κατά συνέπεια, επιχειρεί να πετύχει οπωσδήποτε κάποια τετελεσμένα σε πολλά επίπεδα, κατά προτίμηση χωρίς πολεμική εμπλοκή. Εναλλακτικά - εάν δεν γίνεται αλλιώς για την επίτευξη των τετελεσμένων - με πολεμική εμπλοκή που όμως δεν θα φανεί ότι έχει η ίδια ευθέως προκαλέσει. Διότι γνωρίζει παράλληλα ότι τυχόν πόλεμος με την Ελλάδα δεν θα πρέπει να της χρεωθεί, καθώς αυτό θα σημάνει ότι η Άγκυρα θα θεωρηθεί ότι δυναμιτίζει τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, παίζοντας ακόμη πιο ανοιχτά το παιχνίδι του Πούτιν με τον οποίο - όπως γράφουμε επί χρόνια - έχει χτίσει μια σχέση ανταγωνιστικής συμπληρωματικότητας.
Σε αυτό το πλαίσιο, τόσο ο Ερντογάν όσο και οι όποιοι διάδοχοί του - εάν υποτεθεί ότι ο σημερινός πρόεδρος και θα χάσει τις εκλογές και θα παραδώσει την εξουσία - θα επιμείνουν στο γενικό σχεδιασμό τους. Με δυο λόγια, ανεξαρτήτως εσωτερικών πολιτικών και εκλογικών εξελίξεων, η Τουρκία σε γενικές γραμμές θα εξακολουθήσει να επιδιώκει το νέο της στρατηγικό όραμα: Μια επεκτατική χερσαία και θαλάσσια δύναμη εντός μιας ευρύτερης, ουδετεροποιημένης περιμέτρου.
*Ο Κώστας Α. Λάβδας είναι Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και έχει εργαστεί σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Βιβλία και επιστημονικά άρθρα του έχουν δημοσιευτεί στα ελληνικά, τα αγγλικά και τα γερμανικά