Πολύς λόγος έγινε αυτές τις ημέρες για το κατά πόσο ήταν νόμιμη η παρακολούθηση ενός μέλους του Ευρωκοινοβουλίου δηλαδή ενός έλληνα Ευρωβουλευτή, μέλους ενός ελληνικού κόμματος (ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ) και υποψήφιου (τότε) Προέδρου του παραπάνω κόμματος.
Από: zougla.gr
Οι κυβερνητικοί παράγοντες έσπευσαν εξ αρχής να δηλώσουν ότι όλα έγιναν νόμιμα. Δηλ. υπήρξε αίτημα Χώρας ή ξένης Αρχής που ζητούσε την παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη για λόγους εθνικής ασφάλειας αλλά και πράξη της αρμόδιας Εισαγγελέως. Τώρα το ποιας Χώρας η εθνική ασφάλεια κινδύνευσε δεν διευκρινίστηκε. Γιατί αν ήρθε αίτημα πχ. από την Αρμενία ή την Ουκρανία (όπως διέρρευσε στην αρχή) ή κάποια άλλη Χώρα, τότε σημαίνει ότι κατ' αρχήν κινδύνευσε η εθνική ασφάλεια αυτής της Χώρας. Δηλαδή με ενέργειες του κ. Ανδρουλάκη ( δεν μπορούμε να φανταστούμε ποιες) τέθηκε σε τέτοιο κίνδυνο η εθνική ασφάλεια άλλης Χώρας, που έφτασε αυτή σε σημείο να ζητήσει αρμοδίως από την Ελληνική κυβέρνηση και μέσω της ΕΥΠ, την άρση του απορρήτου και την παρακολούθηση ενός ευρωβουλευτή της. Στην περίπτωση βέβαια αυτή πρέπει λήφθηκε σοβαρά υπόψιν ότι οι χώρες αυτές είναι εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης και οπωσδήποτε δεν φημίζονται για το στέρεο δημοκρατικό τους πολίτευμα και την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών τους.
Αλλά τέτοιο πολύ σοβαρό αίτημα μπορεί να ήρθε και από ευρωπαϊκή Χώρα ή ευρωπαϊκό δικαστικό Οργανισμό όπως πχ. η OLAF ή η EUROJUST. Στην περίπτωση αυτή κάποια από τα Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιλήφθηκαν ότι ο κ. Ανδρουλάκης με συγκεκριμένες πράξεις του απειλεί τα συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γι αυτό στη συνέχεια απευθύνθηκαν στις παραπάνω ευρωπαϊκές δικαστικές υπηρεσίες και εκείνες στη συνέχεια διαβίβασαν επίσημο αίτημα στην Ελληνική Κυβέρνηση δια μέσω της ΕΥΠ. Όμως στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί γιατί οι Ευρωπαϊκοί δικαστικοί Οργανισμοί δεν ενεργοποίησαν τους δικούς τους νόμιμους μηχανισμούς παρακολούθησης αφού ο παρακολουθούμενος είναι μέλος του Ευρωκοινοβουλίου που εδρεύει στις Βρυξέλλες;
Όπως και νά’ χει λοιπόν ένα τέτοιο αίτημα ήρθε στην Ελληνική ΕΥΠ. Στην υπηρεσία αυτή είναι αποσπασμένος Εισαγγελέας Εφετών αρμόδιος να κρίνει τη νομιμότητα αλλά και βασιμότητα όλων των αιτημάτων. Ασφαλώς με ιδιαίτερα πολλή προσοχή στην συγκεκριμένη περίπτωση, εφόσον το προς παρακολούθηση άτομο ήταν μέλος Κόμματος και Βουλευτής. Δηλαδή με το καλημέρα που λέει κι λαός μας θίγονταν αμέσως δύο ισχυροί Συνταγματικοί Θεσμοί αυτοί του Κόμματος (αρθ. 29 Συντ) και του Βουλευτή (άρθ. 61 Συντ).
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι μετά την τροποποίηση του Συντάγματος το 1996, σύμφωνα με το άρθ. 89 παρ. 3 του Συντάγματος, «η ανάθεση διοικητικών καθηκόντων σε δικαστικούς λειτουργούς απαγορεύεται». Αυτό σημαίνει ότι οι αποσπασμένοι στην ΕΥΠ Εισαγγελείς ασκούν καθαρά δικαιοδοτικό έργο και όχι απλό τυπικό διοικητικό έλεγχο. Οφείλουν δηλ. κατά το Σύνταγμα να αιτιολογούν πλήρως τις πράξεις τους. Διαφορετικά υποπίπτουν σε ενδεχόμενες πειθαρχικές ή και ποινικές ακόμη κυρώσεις.
Στην περίπτωση δηλ. υποβολή αιτήματος από οποιαδήποτε Αρχή, αυτό θα πρέπει να συνοδεύεται από πλήρη φάκελο με ατράνταχτα στοιχεία που να δικαιολογούν την παρακολούθηση ενός βουλευτή συγκεκριμένου κόμματος. Ιδίως αν το αίτημα προέρχεται από ξένη Χώρα και ιδίως αν αυτή δεν φημίζεται για θεμελιωμένο ακράδαντα δημοκρατικό πολίτευμα.
Ο αρμόδιος Εισαγγελέας της ΕΥΠ θα παραλάβει τον φάκελο, θα τον μελετήσει επισταμένως όπως μελετά οποιαδήποτε δικογραφία που χειρίζεται και θα αποφασίσει αιτιολογημένα γιατί αποφασίζει την παρακολούθηση ενός ατόμου και ιδίως ενός ενεργού πολιτικού. Αν χρειαστεί θα ζητήσει και συμπληρωματικά στοιχεία για να ενισχύσει με αποδείξεις τον φάκελο. Και εάν τελικά πειστεί και σχηματίσει όπως λέγεται πλήρη δικανική πεποίθηση, τότε θα εκδώσει τη σχετική Διάταξη για την άρση του απορρήτου και την τηλεφωνική του παρακολούθηση.
Όταν λοιπόν γίνεται λόγος για νομιμότητα στην υπόθεση παρακολούθησης του κ. Ανδρουλάκη, εννοούμε ότι έγιναν με θρησκευτική ευλάβεια όλα τα παραπάνω. Και αυτά όλα περιμένουμε να παρουσιαστούν τις επόμενες ημέρες για έλεγχο ενώπιον της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών.
Αν δεν έγιναν έτσι ή αν δεν παρουσιαστεί τέτοια αιτιολογημένη Εισαγγελική Πράξη με το σχετικό φάκελο, τότε τίποτε δεν έγινε νόμιμα.
Και έρχονται τα επακόλουθα!
Οι κυβερνητικοί παράγοντες έσπευσαν εξ αρχής να δηλώσουν ότι όλα έγιναν νόμιμα. Δηλ. υπήρξε αίτημα Χώρας ή ξένης Αρχής που ζητούσε την παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη για λόγους εθνικής ασφάλειας αλλά και πράξη της αρμόδιας Εισαγγελέως. Τώρα το ποιας Χώρας η εθνική ασφάλεια κινδύνευσε δεν διευκρινίστηκε. Γιατί αν ήρθε αίτημα πχ. από την Αρμενία ή την Ουκρανία (όπως διέρρευσε στην αρχή) ή κάποια άλλη Χώρα, τότε σημαίνει ότι κατ' αρχήν κινδύνευσε η εθνική ασφάλεια αυτής της Χώρας. Δηλαδή με ενέργειες του κ. Ανδρουλάκη ( δεν μπορούμε να φανταστούμε ποιες) τέθηκε σε τέτοιο κίνδυνο η εθνική ασφάλεια άλλης Χώρας, που έφτασε αυτή σε σημείο να ζητήσει αρμοδίως από την Ελληνική κυβέρνηση και μέσω της ΕΥΠ, την άρση του απορρήτου και την παρακολούθηση ενός ευρωβουλευτή της. Στην περίπτωση βέβαια αυτή πρέπει λήφθηκε σοβαρά υπόψιν ότι οι χώρες αυτές είναι εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης και οπωσδήποτε δεν φημίζονται για το στέρεο δημοκρατικό τους πολίτευμα και την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών τους.
Αλλά τέτοιο πολύ σοβαρό αίτημα μπορεί να ήρθε και από ευρωπαϊκή Χώρα ή ευρωπαϊκό δικαστικό Οργανισμό όπως πχ. η OLAF ή η EUROJUST. Στην περίπτωση αυτή κάποια από τα Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιλήφθηκαν ότι ο κ. Ανδρουλάκης με συγκεκριμένες πράξεις του απειλεί τα συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γι αυτό στη συνέχεια απευθύνθηκαν στις παραπάνω ευρωπαϊκές δικαστικές υπηρεσίες και εκείνες στη συνέχεια διαβίβασαν επίσημο αίτημα στην Ελληνική Κυβέρνηση δια μέσω της ΕΥΠ. Όμως στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί γιατί οι Ευρωπαϊκοί δικαστικοί Οργανισμοί δεν ενεργοποίησαν τους δικούς τους νόμιμους μηχανισμούς παρακολούθησης αφού ο παρακολουθούμενος είναι μέλος του Ευρωκοινοβουλίου που εδρεύει στις Βρυξέλλες;
Όπως και νά’ χει λοιπόν ένα τέτοιο αίτημα ήρθε στην Ελληνική ΕΥΠ. Στην υπηρεσία αυτή είναι αποσπασμένος Εισαγγελέας Εφετών αρμόδιος να κρίνει τη νομιμότητα αλλά και βασιμότητα όλων των αιτημάτων. Ασφαλώς με ιδιαίτερα πολλή προσοχή στην συγκεκριμένη περίπτωση, εφόσον το προς παρακολούθηση άτομο ήταν μέλος Κόμματος και Βουλευτής. Δηλαδή με το καλημέρα που λέει κι λαός μας θίγονταν αμέσως δύο ισχυροί Συνταγματικοί Θεσμοί αυτοί του Κόμματος (αρθ. 29 Συντ) και του Βουλευτή (άρθ. 61 Συντ).
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι μετά την τροποποίηση του Συντάγματος το 1996, σύμφωνα με το άρθ. 89 παρ. 3 του Συντάγματος, «η ανάθεση διοικητικών καθηκόντων σε δικαστικούς λειτουργούς απαγορεύεται». Αυτό σημαίνει ότι οι αποσπασμένοι στην ΕΥΠ Εισαγγελείς ασκούν καθαρά δικαιοδοτικό έργο και όχι απλό τυπικό διοικητικό έλεγχο. Οφείλουν δηλ. κατά το Σύνταγμα να αιτιολογούν πλήρως τις πράξεις τους. Διαφορετικά υποπίπτουν σε ενδεχόμενες πειθαρχικές ή και ποινικές ακόμη κυρώσεις.
Στην περίπτωση δηλ. υποβολή αιτήματος από οποιαδήποτε Αρχή, αυτό θα πρέπει να συνοδεύεται από πλήρη φάκελο με ατράνταχτα στοιχεία που να δικαιολογούν την παρακολούθηση ενός βουλευτή συγκεκριμένου κόμματος. Ιδίως αν το αίτημα προέρχεται από ξένη Χώρα και ιδίως αν αυτή δεν φημίζεται για θεμελιωμένο ακράδαντα δημοκρατικό πολίτευμα.
Ο αρμόδιος Εισαγγελέας της ΕΥΠ θα παραλάβει τον φάκελο, θα τον μελετήσει επισταμένως όπως μελετά οποιαδήποτε δικογραφία που χειρίζεται και θα αποφασίσει αιτιολογημένα γιατί αποφασίζει την παρακολούθηση ενός ατόμου και ιδίως ενός ενεργού πολιτικού. Αν χρειαστεί θα ζητήσει και συμπληρωματικά στοιχεία για να ενισχύσει με αποδείξεις τον φάκελο. Και εάν τελικά πειστεί και σχηματίσει όπως λέγεται πλήρη δικανική πεποίθηση, τότε θα εκδώσει τη σχετική Διάταξη για την άρση του απορρήτου και την τηλεφωνική του παρακολούθηση.
Όταν λοιπόν γίνεται λόγος για νομιμότητα στην υπόθεση παρακολούθησης του κ. Ανδρουλάκη, εννοούμε ότι έγιναν με θρησκευτική ευλάβεια όλα τα παραπάνω. Και αυτά όλα περιμένουμε να παρουσιαστούν τις επόμενες ημέρες για έλεγχο ενώπιον της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών.
Αν δεν έγιναν έτσι ή αν δεν παρουσιαστεί τέτοια αιτιολογημένη Εισαγγελική Πράξη με το σχετικό φάκελο, τότε τίποτε δεν έγινε νόμιμα.
Και έρχονται τα επακόλουθα!