Από: newsbomb.gr - Λευτέρης Θεοδωρακόπουλος
Τον Δεκαπενταύγουστο η χάρη της Παναγιάς απλώνεται σε όλο τον κόσμο. Χρέος μας είναι να μη λησμονούμε την ιστορία μας. Η Παναγιά Σουμελά είναι ένα ζωντανό κύτταρο της θρησκείας μας, σημείο αναφοράς για τον Ποντιακό Ελληνισμό.
Πώς πήρε το όνομα της
Στο όρος Μελά της Τραπεζούντας, σε υψόμετρο 1063 μέτρα, σε μία σπηλιά ιδρύθηκε το 386 μ.Χ. με αποκάλυψη της Παναγίας, το μοναστήρι της Παναγίας της Σουμελάς. Η μονή χτίστηκε από δύο Aθηναίους μοναχούς, τον Bαρνάβα και Σωφρόνιο.
Οι Πόντιοι έλεγαν συχνά «θα ανέβουμε σου Μελά την Παναΐαν» και έτσι έμεινε το όνομα Παναγιά Σουμελά.
Η βαρβαρότητα των Τούρκων
Ένα μοναστήρι που δέχθηκε πολλές φορές πάνω του την άγρια βαρβαρότητα των Τούρκων.
Το αποκορύφωμα ήταν το 1922, όταν οι Κεμαλικοί κατέστρεψαν ολοσχερώς το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά. Αφού πρώτα λήστεψαν όλα τα πολύτιμα αντικείμενα, μετά έβαλαν φωτιά.
Σήμερα, 100 χρόνια μετά από αυτό τον βανδαλισμό που υπέστη, το μοναστήρι στέκει αγέρωχο να αποτελεί το πιο σημαντικό ορόσημο για τον Ποντιακό Ελληνισμό στη γη της Τραπεζούντας.
Επιφανείς Πόντιοι μιλούν στο Newsbomb.gr για την σημαντικότητα στον ελληνικό αλλά και στο παγκόσμιο χάρτη που φέρει η Παναγιά η Σουμελά. Κάποιοι δε, παραθέτουν και ιστορικά γεγονότα και θρύλους. Περιγραφές που αξίζει να διαβάσετε.
Στέφανος Τανιμανίδης, Συγγραφέας, Επίτιμος Προέδρου της Π.Ο.Π.Σ.: Το μνημείο της ιστορικής μονής της Παναγιάς Σουμελά
Πιστεύω ότι τα μνημεία πολιτισμού́ είναι ακριβώς η κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στα στοιχειά της φύσης. Τα μνημεία είναι μια ακόμη γλώσσα που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι, για να σηματοδοτήσουν κάποιο ξεχωριστό́ γεγονός, να τιμήσουν κάποιο πρόσωπο, να συμβολίσουν μια εποχή́, για να υμνήσουν το θείο.
Είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τη Μνήμη, για να συμβολίζουν και να μας θυμίζουν αενάως κάτι.
Έτσι και το Μνημείο της Παναγιάς Σουμελά́, για όλο τον Πολιτισμένο κόσμο, έστω και ερειπωμένο, με τις όλες του να φαίνονται, συνεχίζει να ζει, συνεχίζει να μας μιλά́, με τη δική́ του γλώσσα.
Ήταν, είναι και θα παραμείνει στο διηνεκές, σύμβολο για τον Ελληνισμό́, γι’ αυτό́ και δεν μπορεί́ να παραδοθεί́ στη λήθη. Καμίά καταστροφής δεν μπορεί́ να το παραδώσει στην ανυπαρξία. Ίσως μάλιστα οι αλλεπάλληλες καταστροφές που έχει υποστεί́ κατά́ καιρούς να το έχουν απαλλάξει από́ περιττά́ στοιχειά που δεν αφήναν να διακρίνεται καθαρότερα η αρμονία και η τελειότητά του.
Μετά τον ξεριζωμό́ του ελληνισμού́ από́ τον Πόντο, δυστυχώς αυτό́ είναι το πεπρωμένο των ελληνικών μνημείων. Όμως τα ερείπιά τους μοιάζουν να επιβεβαιώνουν στις πόλεις, τα χωριά́ και τα μέρη που δημιουργηθήκαν, την ύπαρξη ενός μοναδικού́ πολιτισμού́ που τα μέσα καταστροφής, φυσικά́ ή ανθρώπινα, που επέδρασσαν πάνω τους, είναι ανίσχυρα να θίξουν την ιστορία τους και την ακτινοβολία που για αιώνες εκπέμπανε, όχι μόνο στις περιοχές του ιστορικού́ Πόντου, αλλά́ σε ολόκληρο τον κόσμο. Δημιουργήθηκαν για να είναι οικουμενικά́, να έχουν διαχρονική́ αξία.
Γι’ αυτό και συνεχίζουν μέχρι σήμερα να
προκαλούν και να προσελκύουν το ενδιαφέρον εκατοντάδων χιλιάδων
επισκεπτών και προσκυνητών κάθε χρόνο.
Ο καθένας μας όμως που θα τα
επισκέπτεται στο μέλλον, μέχρι τον εκδημοκρατισμό́ της Τουρκίας, οφείλει
πρώτα να μελετήσει γι’ αυτά́, να ρωτήσει να μάθει, να μυηθεί́, αν είναι
δυνατόν.
Στη συνέχεια, εκεί́ στον Πόντο στο Ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά́, να πατήσει στα χώματα που πάτησαν ένδοξοι αυτοκράτορες, μεγαλοπρεπείς σουλτάνοι και ηγεμόνες χωρών. Να προσκυνήσει ευλαβικά́ και να προσευχηθεί́ στην εκκλησία και τα παρεκκλήσια της, όπου ιερούργησαν πατριάρχες, επίσκοποι και ευσεβείς ιερείς. Να προσπαθήσει να ακούσει τους ύμνους και τις ψαλμωδίες από́ τους καλλιφώνους ιεροψάλτες, που για αιώνες ύμνησαν τη δόξα της. Να αγγίξει τους τοίχους της Μονής, που για αιώνες πριν ικανοί́ αγιογράφοι με τα πινέλα τους αγιογράφησαν. Να σκύψει με ευλάβεια και πιστή μπροστά́ στο αγίασμα, και να πιεί λίγες σταγόνες από́ «το ύδωρ της ζωής».
Να περπατήσει σε χώρους που χιλιάδες απλοί́ άνθρωποι για αιώνες με σεβασμό́ και ελπίδα την επισκέπτονταν, αναζητώντας το θαύμα.
Να μπει στα «άδεια» πια κελιά́ των απλών μονάχων που κάποτε έσφυζαν από́ ζωή́ και δημιουργία, από́ ανθρώπους που δοξάζοντας τον Δημιουργό́ γονατιστοί́ υμνούσαν τη Μητέρα του Παναγιά, ζητώντας με τις προσευχές τους τη μεσιτεία της, για τη σωτηρία του κόσμου.
Να μπει νοερά́ στον κύκλο των χιλιάδων χορευτών, που για αιώνες με λεβεντιά́ χόρευαν στη δόξα της, ενώνοντας τα χέρια του με τα δικά́ τους. να ακούσει τον απόηχο της λύρας και του νταουλιού́, που σε ιαμβικούς και βυζαντινούς ρυθμούς συνεχίζουν να τραγουδάνε τη δόξας του Πόντου, να κλαίνε για την καταστροφή́ και τον ξεριζωμό́, να σαλπίζουν μαζί́ με την καμπάνα του Φίλωνα Κτενίδη για την επιστροφή́ και την Ανάσταση!
Να ψάξει, να ερευνήσει, να βρει τις ρίζες του, να μάθει για την ιστορία του.
Το
μόνο βέβαιο είναι ότι η έλξη που θα ασκήσουν απέναντι του οι πέτρες, τα
χώματα, άγνωστοι Τούρκοι που θα συναντήσει και που μιλούν τη γλώσσα
των γονιών και των προγόνων του, χορεύουν τους χορούς που και ο ίδιος,
αλλά́ και χιλιάδες νέοι και νένες σε όλο τον κόσμο χορεύουν, θα του
δείξουν το δρόμο, θα του πουν την αλήθεια για τα μερί που επισκέπτεται.
Έτσι μόνο θα ανακαλύψει την ιστορική́ αλήθεια για τη Μονή́ και τις αξίες που συμβολίζει, για το συνάνθρωπο, το γείτονα, τους αδελφούς καρδιάς, και είναι βέβαιο ότι τότε θα πει: «ΘΑ ΞΑΝΑΡΘΩ».
Θεοφάνης Μαλκίδης Δρ. Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών και Ιστορικός: Το αναλλοίωτο σύμβολο της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού
«Οι εκδηλώσεις προς τιμήν της Παναγίας και ειδικότερα της Παναγίας στο όρος Μελά του Πόντου αποτελούσαν πάντοτε σημαντικό κομμάτι της κοινωνικής ζωής του Ελληνισμού για χιλιάδες χρόνια. Η Παναγία των Ποντίων, αυτή που είναι έγινε γνωστή ως Παναγία Σουμελά, ήταν στην πατρίδα η αρχή και το τέλος της ζωής, η πίστη, η αγάπη και η στήριξη.
Σύμφωνα με την παράδοση, το 386 οι Αθηναίοι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος οδηγήθηκαν βουνοκορφές του Πόντου μετά από αποκάλυψη της Παναγίας, με σκοπό να ιδρύσουν μονή, ακολουθώντας τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Σουμελά εικονογραφήθηκε από τον Ευαγγελιστή Λουκά.
Μετά το θάνατο του Απόστολου και Ευαγγελιστή, ο μαθητής του Ανανίας φέρνει την εικόνα στην Αθήνα και την τοποθετεί στον περικαλλή ναό της Θεοτόκου, όπου η εικόνα ονομάζεται Παναγία η Αθηνιώτισσα.
Οι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος έκτισαν με τη συμπαράσταση της γειτονικής μονής Βαζελώνα κελί και στη συνέχεια εκκλησία μέσα στη σπηλιά, στην οποία είχε μεταφερθεί θαυματουργικά η εικόνα.
Κοντά στο σπήλαιο κτίστηκε το 1860 ένας πανοραμικός τετραώροφος ξενώνας 72 δωματίων και άλλοι λειτουργικοί χώροι για τις ανάγκες των προσκυνητών, καθώς και βιβλιοθήκη. Γύρω από τη μονή ανοικοδομήθηκαν ναοί αφιερωμένοι στον Άγιο Κωνσταντίνο και την Αγία Ελένη , αλλά και στην Αγία Βαρβάρα, στο οποίον οι μοναχοί το 1922 έκρυψαν την εικόνα της Παναγίας, τον σταυρό του αυτοκράτορα Μανουήλ Γ΄ του Κομνηνού και το χειρόγραφο Ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου.
Το αγίασμα του μοναστηριού και οι θεραπευτικές του ιδιότητες έκαναν πασίγνωστη τη μονή όχι μόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους μουσουλμάνους που ακόμη συνεχίζουν να το επισκέπτονται και να ζητούν τη χάρη της Παναγίας. Η θέση που είχαν δώσει οι Κομνηνοί και η αυτοκρατορία τους στην Παναγία Σουμελά, φανερώνει τη σημασία της, ενώ ακόμη και οι σουλτάνοι είχαν προσωπικές εμπειρίες των θαυμάτων που επιτελούσε η Παναγία Σουμελά, αφού αναφέρεται η περίπτωση του σουλτάνου Σελήμ A΄ που θεραπεύτηκε από σοβαρή ασθένεια με τη βοήθεια του αγιάσματος της μονής. Παράλληλα το μοναστήρι αποτελούσε και χώρο διαφύλαξης της παράδοσης και της ελληνικότητας. Πολύτιμα έγγραφα και πολλά αρχαία χειρόγραφα φυλάγονταν στη βιβλιοθήκη του μοναστηριού, μέχρι το 1922, ενώ μέσα στη βιβλιοθήκη της μονής βρήκε το 1868 ο ερευνητής Σάββας Iωαννίδης το πρώτο ελληνικό χειρόγραφο του Διγενή Aκρίτα.
Η καταστροφή, το μαζικό έγκλημα, η γενοκτονία, στέρησε τη συνέχεια αυτής της μεγάλης θρησκευτικής παράδοσης για πολλά χρόνια. Tο 1922 οι κεμαλικοί κατέστρεψαν ολοσχερώς το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά και αφού πρώτα λήστεψαν όλα τα πολύτιμα αντικείμενα, μετά έβαλαν φωτιά, για να σβήσουν τα ίχνη της Γενοκτονίας. Ένα έγκλημα, το οποίο έμεινε μαζί με την εικόνα της Παναγίας για πολλά χρόνια στο σκοτάδι. Η Παναγία Σουμελά, μαζί με το ευαγγέλιο του Oσίου Xριστοφόρου και τον σταυρό του αυτοκράτορα της Tραπεζούντας Mανουήλ Kομνηνού, θα περιμένουν τριάντα περίπου χρόνια στον Πόντο, μέχρι να έλθουν στον ελλαδικό χώρο. Δυστυχώς όλα τα άλλα μνημεία του Πόντου έχουν καταστραφεί και ο Πόντος από χώρος όμορφος και γεμάτος παλάτια, σχολεία και εκκλησίες, έχει γίνει τόπος ερειπίων.
Η ζωή των Ποντίων προσφύγων στην Ελλάδα όπως όλοι γνωρίζουμε την πρώτη περίοδο ήταν δύσκολη. Ωστόσο ο δυναμισμός τους κατόρθωσε να τους βοηθήσει και να αποκατασταθούν στον ελλαδικό χώρο ή όπου αλλού έγιναν ξανά πρόσφυγες στη συνέχεια (Ευρώπη, ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλία, ΕΣΣΔ). Η Παναγία τους όμως είχε μόνο στον Πόντο, και μόνο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έγινε αυτό κατορθωτό. Όπως έγραψε και ο Λεωνίδας Iασωνίδης: «Eν Eλλάδι υπήρχαν οι Πόντιοι, αλλά δεν υπήρχεν ο Πόντος. Το 1951 στη Βέροια Mε την εικόνα της Παναγίας Σουμελά ήλθε και ο Πόντος». Το 1951 ο Φίλων Kτενίδης έκανε πράξη την επιθυμία όλων των Ποντίων, με τη θεμελίωση της μονής της Παναγίας Σουμελά στην Καστανιά της Βέροιας, όπου και βρίσκεται η θαυματουργή εικόνα την οποία, εικονογράφησε ο Eυαγγελιστής Λουκάς. Έχει μεγάλη σημασία ότι οι Πόντιοι σε όλον τον κόσμο τιμούν την Παναγία τους και δημιουργούν δεσμούς με αυτήν, όπου και εάν βρίσκονται. Έτσι αντίστοιχες εκκλησίες και ιερά ιδρύματα της Παναγίας Σουμελά έχουν δημιουργηθεί από Πόντιους των ΗΠΑ και της Αυστραλίας, τιμώντας και αυτοί την Παναγία Σουμελά, την Παναγία των Ελλήνων του Πόντου.
Η λειτουργία στην Παναγία Σουμελά τον 15αυγουστο αποτελεί μία ιστορική στιγμή για όλους, Έλληνες και μη. Είναι ένα γεγονός που λίγοι πριν μερικά χρόνια μπορούσαν να το σκεφθούν και να το υλοποιήσουν και πολλοί, οι περισσότεροι, δεν το πίστευαν. Όμως η Παναγία έκανε το θαύμα της, και μάλιστα το είδαν όλοι για να μπορέσουν να πιστέψουν. ‘Όμως, «μακάριοι οι μη ειδόντες και μη πιστεύσαντες». Όταν μηχανισμοί και άνθρωποι με κάθε μέσο, αρχικά στην Τουρκία προσπάθησαν να εξαφανίσουν την ελληνική πολιτισμική, θρησκευτική παρουσία, την ανθρώπινη παρουσία γενικά, νόμιζαν ότι μπορούσαν να εξαφανίσουν τα πάντα. Νόμιζαν ότι με τη βιολογική καταστροφή θα έδιωχναν μία ιστορικής σημασίας δραστηριότητα των δικών μας ανθρώπων. Αυτό δεν έγινε γιατί εκτός των ερειπίων, γιατί έτσι κατάντησαν τα μνημεία μας, υπήρχαν και άνθρωποι, η σάρκα από τη σάρκα μας.
Αυτοί που έμειναν εκεί, στον Πόντο, και μιλούν τη γλώσσα μας. Παράλληλα στην Ελλάδα, στα πλαίσια μίας σχιζοφρένειας, η ελληνική παρουσία στην Ανατολή, στον Πόντο και στη Μικρά Ασία, δέχτηκε μία πολεμική που όμοια της εμφανίζεται μόνο σε απολυταρχικά καθεστώτα. Ωστόσο η δυναμική είναι τόση μεγάλη που δεν μπορεί να κρυφτεί, να εξαφανιστεί. Για αυτό και το ρεύμα παρέσυρε τα σκουπίδια και τα εμπόδια. Πριν λίγα χρόνια κανείς δεν μπορούσε να περιμένει μία τέτοια εξέλιξη. Όπως και κανείς δεν περίμενε, μετά από ένα πόλεμο εναντίον της μνήμης, χιλιάδες άνθρωποι να ταξιδεύουν για να βρεθούν σε ένα σημαντικότατο σταθμό της ελληνικής και παγκόσμιας ιστορίας. Όχι για να συγκινήσουν και να συγκινηθούν, αλλά για να νιώσουν αυτό που ένιωσαν οι πρόγονοί τους, ως ζωντανή μαρτυρία, ως συνέχεια, φως, δημιουργία και μέλλον. Η λειτουργία στην Παναγία Σουμελά,, μετά από τη βίαιη μαζική δολοφονία και εκδίωξη εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων αποτελεί ένα ορόσημο στην ιστορική μας πορεία. Το άμεσο πλέον μέλλον έχει ενδιαφέρον και κυρίως συνέχεια…».
Νίκος Ασλανίδης, δημοσιογράφος: Η Παναγιά Σουμελά και η Γενοκτονία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς
«Την ώρα που ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συνεχίζει τις προκλήσεις σε βάρος της Ελλάδας, χιλιάδες Έλληνες ταξιδεύουν αυτήν την περίοδο στον Πόντο για να επισκεφθούν το ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά.
Είναι το πιο φημισμένο μοναστήρι του Πόντου που ιδρύθηκε το 386 μ.Χ. Οι επισκέπτες θα έχουν τη δυνατότητα να θαυμάσουν από κοντά τα αναστηλωμένα ερείπια αλλά δεν πρόκειται να δουν τους μοναδικούς θησαυρούς, τις εικόνες, τους χειρόγραφους κώδικες και τα βιβλία που λεηλατήθηκαν από τους Τούρκους και πολλά από αυτά πουλήθηκαν στην Οξφόρδη και στο Δουβλίνο…
Τα ίδια και χειρότερα θα συναντήσει ο επισκέπτης στο αρχαιότερο μοναστήρι του Πόντου, τον Ιωάννη τον Βαζελώνα που βρίσκεται νοτιοδυτικά της Τραπεζούντας. Η μονή αυτή ιδρύθηκε το 270 μ.Χ. και εκεί ασκήτεψαν ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Το μοναστήρι σήμερα είναι σε κακή κατάσταση και ελάχιστα κειμήλια γλύτωσαν την καταστροφή…
Βομβαρδισμένο θυμίζει και το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του
Περιστερεώτα που ιδρύθηκε το 752 μ.Χ. Τούρκοι «κυνηγοί θησαυρών» έχουν
γκρεμίσει τα πάντα…Δεν θα μιλήσω για τα υπόλοιπα μοναστήρια και τις
χιλιάδες εκκλησίες και παρεκκλήσια που κατεδαφίστηκαν στον Πόντο.
Ορισμένα απο αυτά γλύτωσαν απο την καταστροφή γιατί τα συντήρησαν
κάποιοι Τούρκοι και τα χρησιμοποιούν για σταύλους ή χορταποθήκες…
Δυστυχώς κανείς δεν μιλάει πια για την καταστροφή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς όχι μόνο στον Πόντο αλλά σε όλη την Ανατολία…
Και είναι απορίας άξιον: Όταν ο Ερντογάν προκαλεί με ανιστόρητους ισχυρισμούς και μυθεύματα, γιατί οι πολιτικοί μας δεν απαντούν με την ιστορική αλήθεια και την τραγική πραγματικότητα; Φοβούνται κάτι ή μήπως είναι παντελώς άσχετοι;».
Κώστας Αλεξανδρίδης, πρόεδρος του Ελληνικού Σωματείου Διάσωσης & Διάδοσης της Πολιτιστικής μας Κληρονομιάς «Οι Μωμόγεροι»: Η Παναγιά Σουμελά είναι η μητέρα όλων των Ποντίων
«Η Παναγιά Σουμελά είναι η μητέρα όλων των Ποντίων. Μας ενώνει. Είναι το διαχρονικό μας σύμβολο. Με θλίβει το γεγονός ότι δεν μπορώ να πάω ξανά στην Τραπεζούντα να προσκυνήσω τη χάρη της.
Οι Τούρκοι μου έχουν απαγορεύσει την είσοδο και αυτό επειδή κάναμε
πολλές δράσεις πολιτιστικές. Δράσεις και εκδηλώσεις που φανέρωναν τις
ρίζες μας, αναδείκνυαν την πλούσια παράδοση μας», λέει χαρακτηριστικά ο
Κώστας Αλεξανδρίδης, ιδρυτής και πρόεδρος του Ελληνικού Σωματείου
Διάσωσης & Διάδοσης της Πολιτιστικής μας Κληρονομιάς «Οι Μωμόγεροι»,
μιλώντας στο Newsbomb.gr