Η Γερμανία αδιαφορεί για τις παράλληλες επιπτώσεις της ανόδου των τιμών του φυσικού αερίου που έχει πυροδοτήσει η ίδια, με τις υπερβολικές ποσότητες που αγοράζει – για τον πληθωρισμό δηλαδή που μπορεί να εκτοξευθεί σε ακόμη μεγαλύτερα ύψη από τα σημερινά, όταν οι νέες αυξημένες ενεργειακές τιμές θα ενσωματωθούν στις τιμές των διαφόρων προϊόντων. Πρόκειται λοιπόν για μία ακόμη απόδειξη του γεγονότος ότι, η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, με ευθύνη της Γερμανίας που έχει μετατρέψει την ΕΕ σε γερμανική, είναι ένας μεγάλος μύθος – ο οποίος φαίνεται καθαρά ως τέτοιος, όταν εμφανίζονται κρίσεις στην ΕΕ που ανέκαθεν η Γερμανία εκμεταλλεύεται ιδιοτελώς, προς όφελος της. Άλλωστε το διαπιστώσαμε καθαρά εμείς οι Έλληνες, με τα μνημόνια που μας επιβλήθηκαν χωρίς λόγο – με τη συνεργασία βέβαια των εγχωρίων «Εφιαλτών» που έχουν ακόμη το θράσος να ισχυρίζονται πως τα μνημόνια ήταν αναπόφευκτα, ενώ ωφέλησαν την Ελλάδα. Το διαπιστώσαμε ιδίως από το έγκλημα του PSI, με το οποίο, μεταξύ άλλων δεινών, υποθηκεύθηκε για 99 χρόνια η χώρα μας στους ξένους – με αποτέλεσμα να καταλήξουν οι περισσότεροι Έλληνες εξαθλιωμένοι σκλάβοι χρέους, σε ένα «τουριστικό προτεκτοράτο» που αλλάζει σταδιακά το ιδιοκτησιακό του καθεστώς.
Από: analyst.gr - Βασίλης Βιλιάρδος
Άποψη
Έχουμε ήδη αναφερθεί στον «μη αλληλέγγυο» τρόπο, με τον οποίο χειρίζεται η Γερμανία την ευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση (ανάλυση) – επεξηγώντας παράλληλα πού οφείλεται η παράδοξη άνοδος των τιμών χονδρικής του φυσικού αερίου εντός του καλοκαιριού, με την εκτόξευση τους σήμερα πάνω από τα 315 €/MWh. Στα πλαίσια αυτά, μας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση το ότι, μόλις πρόσφατα έγινε κατανοητό από την Ιταλία – όπου η ιταλική Confindustria γράφει τα εξής:
«Η Γερμανία θα αγοράζει τώρα φυσικό αέριο από μη Ρώσους προμηθευτές, σε πολύ υψηλότερες τιμές, από αυτές που αναγράφονται στο ΤΤF….το Βερολίνο υπονομεύει την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη….πρόκειται για μία πραγματικότητα που διαλύει τις ευρωπαϊκές ιδεολογίες και τις ψεύτικες αλήθειες».
Με δεδομένο τώρα το ότι, η εκτιμώμενη αύξηση του ενεργειακού κόστους για την Ιταλία είναι της τάξης μεταξύ 5,7 και 6,8 δις € σε μηνιαία βάση, ενώ μόνο για τον μεταποιητικό τομέα η αντίστοιχη αύξηση υπολογίζεται μεταξύ 2,3 και 2,6 δις € (πηγή), η χώρα φοβάται εύλογα πως θα υποστεί ένα ακόμη σοβαρό πλήγμα η ανταγωνιστικότητα της που μειώνεται συνεχώς μετά την υιοθέτηση του ευρώ – ειδικά όσον αφορά τους κύριους ανταγωνιστές της, τη Γερμανία και τη Γαλλία.
Εν προκειμένω, εκτιμάται πως η επίπτωση του ενεργειακού κόστους θα μπορούσε να φτάσει στο 8% του κόστους παραγωγής της ιταλικής βιομηχανίας, από 4% την περίοδο πριν την πανδημία – όταν στη Γερμανία στο 7,2% από επίσης 4% προηγουμένως και στη Γαλλία 4,8% από 3,9% λόγω των πυρηνικών της εργοστασίων (γράφημα).
Οι Ιταλοί λοιπόν ανακάλυψαν πως οι Γερμανοί, διαθέτοντας φυσικά την οικονομική δυνατότητα (όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η αναπτυξιακή τους τράπεζα, η KfW, δάνεισε 15 δις € σε μία μικρή εταιρία για να προβεί σε αγορές, πηγή), αγοράζουν φυσικό αέριο σε οποιεσδήποτε τιμές βρουν – με αποτέλεσμα να αυξάνονται κατακόρυφα οι τιμές, σε επίπεδα που θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και γενικότερα των υπολοίπων εταίρων τους.
Προφανώς αδιαφορούν για όλα τα άλλα κράτη, αφού αυτό που τους ενδιαφέρει είναι μόνο η χώρα τους – ενώ θεωρούν πως έχουν μία ακόμη ευκαιρία, για να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα τους απέναντι στα άλλα κράτη της ΕΕ, όπως άλλωστε με την ευρωπαϊκή κρίση χρέους. Θυμίζουμε εδώ πως η Γερμανία είναι η μοναδική χώρα που κατάφερε να μειώσει το δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ της από το 82% το 2010, στο 58,9% το 2019 (γράφημα) – οπότε είχε περιθώρια να το αυξήσει την περίοδο της πανδημίας, καθώς επίσης σήμερα (στο 69,3% το 2021).
Παρεμπιπτόντως, το TTF (Title Transfer Facility), είναι μία πλατφόρμα διαπραγμάτευσης και συναλλαγών χονδρικής του φυσικού αερίου που λειτουργεί στην Ολλανδία από το 2003 – η μεγαλύτερη της Ευρώπης, με κριτήριο τον όγκο των συναλλαγών. Ως εκ τούτου, οι τιμές του φυσικού αερίου στο TTF, όπου διαπραγματεύονται συμβόλαια φυσικής παράδοσης φυσικού αερίου και προθεσμιακά μελλοντικής εκπλήρωσης (παράγωγα) σε €/MWh, θεωρούνται τιμές αναφοράς (Benchmark) ολόκληρης της Ευρώπης – ενώ όλες οι χώρες της ΕΕ συναλλάσσονται σε αυτήν την πλατφόρμα, έχοντας τη δυνατότητα των κοινών τιμών.
Συνεχίζοντας, η Γερμανία αγοράζει ήδη σε τιμές υψηλότερες από αυτές του TTF, σκουπίζοντας κυριολεκτικά τις διεθνείς αγορές – για να εξασφαλίσει τις ποσότητες που χρειάζεται. Την ίδια στιγμή δε ο καγκελάριος της είχε το θράσος, σε συνεργασία με την Κομισιόν, να ζητήσει τη μείωση της κατανάλωσης του φυσικού αερίου κατά 15% από όλα τα κράτη της ΕΕ, για να στηριχθεί η χώρα του – κάτι που δεν συνέβη, αφού υπήρξαν μεγάλες αντιδράσεις.
Προφανώς, ο Γερμανός αδιαφορεί για τις παράλληλες επιπτώσεις της ανόδου των τιμών του φυσικού αερίου που έχει πυροδοτήσει ο ίδιος, με τις υπερβολικές ποσότητες που αγοράζει – για τον πληθωρισμό δηλαδή που μπορεί να εκτοξευθεί σε ακόμη μεγαλύτερα ύψη από τα σημερινά, όταν οι νέες αυξημένες ενεργειακές τιμές θα ενσωματωθούν στις τιμές των διαφόρων προϊόντων.
Πρόκειται λοιπόν για μία ακόμη απόδειξη του γεγονότος ότι η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, με ευθύνη της Γερμανίας που έχει μετατρέψει την ΕΕ σε γερμανική (ανάλυση), είναι ένας μεγάλος μύθος – ο οποίος φαίνεται καθαρά ως τέτοιος, όταν εμφανίζονται κρίσεις στην ΕΕ που ανέκαθεν η Γερμανία εκμεταλλεύεται προς όφελος της.
Άλλωστε το διαπιστώσαμε καθαρά εμείς οι Έλληνες, με τα μνημόνια που μας επιβλήθηκαν χωρίς λόγο – με τη συνεργασία βέβαια των εγχωρίων «Εφιαλτών» που έχουν ακόμη το θράσος να ισχυρίζονται πως τα μνημόνια ήταν αναπόφευκτα, ενώ ωφέλησαν την Ελλάδα.
Το διαπιστώσαμε ιδίως από το έγκλημα του PSI (ανάλυση) με το οποίο, μεταξύ άλλων δεινών, υποθηκεύθηκε για 99 χρόνια η χώρα μας στους ξένους – με αποτέλεσμα να καταλήξουν οι περισσότεροι Έλληνες εξαθλιωμένοι σκλάβοι χρέους, σε ένα «τουριστικό προτεκτοράτο» που αλλάζει σταδιακά το ιδιοκτησιακό του καθεστώς.
Σε κάθε περίπτωση οι βόρειες χώρες, ως συνήθως υπό την ηγεσία της Γερμανίας, έχουν ήδη απορρίψει τις προτάσεις των νοτίων για μία κοινή ενεργειακή πολιτική – έτσι ώστε να στηριχθούν οι Ευρωπαίοι Πολίτες εξίσου, καθώς επίσης οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Ως εκ τούτου, αδιαφορούν στην ουσία για το μέλλον τόσο της ΕΕ, όσο και της Ευρωζώνης – τεκμηριώνοντας ξανά πως είναι ανόητο να αναφερόμαστε σε μία αλληλέγγυα Ευρώπη, με τη Γερμανία εντός της.