Η παρούσα χρονική συγκυρία απαιτεί την καλύτερη δυνατή ανάγνωση των γεωπολιτικών συνθηκών και επιταγών, ειδικά δε, σε μια εποχή όπου τα πράγματα διαφαίνονται πιο μπερδεμένα και πολύπλοκα από ποτέ. Στο πλαίσιο αυτό η Ελλάδα θα πρέπει σε σταθερή πλέον βάση να αρχίσει να επικοινωνεί προς τους συμμάχους ένα διαφορετικό τρόπο προσέγγισης των γεωπολιτικών μεταβλητών, ειδικά αυτών που αφορούν το θέατρο επιχειρήσεων της Ανατολικής Μεσογείου και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής γενικότερα.
Από: anixneuseis.gr
Διαπιστώνω πως από την πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών, που αποτελούν και την ηγεμονική θαλάσσια δύναμη με την οποία ταυτίζεται γεωστρατηγικά η Ελλάδα, υπάρχει μια τάση προσέγγισης της γεωπολιτικής οπτικής τους με όρους αυστηρά χωρικούς. Είναι προφανές, πως ως θαλάσσια δύναμη, επιδιώκουν τον έλεγχο στρατηγικών σημείων στο χάρτη, τα οποία θα διασφαλίζουν την απρόσκοπτη θαλάσσια μεταφορά και την ανάσχεση της εκάστοτε χερσαίας δύναμης, όμως υπάρχει μια πολύ σημαντική παράμετρος η οποία χαλάει τον όλο σχεδιασμό. Ο πολιτισμικός παράγοντας. Ένας παράγοντας που τουλάχιστον στην περιοχή της Μεσογείου παίζει ένα διαχρονικό και ουσιαστικό ρόλο.
Οι ΗΠΑ, ως νεόδμητο κράτος-έθνος (και όχι έθνος-κράτος), έχουν μια ολιστική αντιμετώπιση των χωρών που βρίσκονται επάνω στο κρηπίδωμα (rimland), αντιμετωπίζοντας τες κυρίως ως χωρικές οντότητες που πρέπει να διατηρούν την ενότητα τους αυτή με κάθε μέσο. Όμως αυτό είναι εξ ορισμού λανθασμένη ανάγνωση της πραγματικότητας. Χαρακτηριστικό είναι το Αιγαιακό Σύστημα, το αποτελούμενο από την Ελλάδα και την Τουρκία. Είναι αδύνατον να χαραχθεί αξιόπιστη γεωστρατηγική, όταν έχεις να κάνεις με δύο δρώντες που χαρακτηρίζονται από εντελώς αντιστικτική πολιτισμική θεώρηση, την στιγμή που ο ένας μάλιστα έχει ήδη δείξει εδώ και καιρό πως μετατοπίζεται σε τελείως διαφορετική κατεύθυνση.
Είτε αρέσει σε κάποιους είτε όχι, η Τουρκία εδώ και πάρα πολύ καιρό έχει επιλέξει να στραφεί προς τον ευρασιατικό παράγοντα, ο οποίος είναι εξ ορισμού χερσαίος, και ταυτίζεται ιστορικά με την Μογγολική αυτοκρατορία. Η πρόσφατη συνάντηση των τριών ηγετών της Τουρκίας, της Ρωσίας, και του Ιράν, αποδεικνύει με τον πλέον καταφανή τρόπο, πως ο τουρκικός παράγοντας έχει επιλέξει το που ανήκει πολιτισμικά. Κάποια μέρη του πολιτικού κατεστημένου των ΗΠΑ αρνούνται ή δεν θέλουν να δεχτούν πως αυτό πλέον είναι οριστικό και αμετάκλητο. Το πρόβλημα – Τουρκία θα συνεχίσει να υφίσταται είτε με την τωρινή είτε με άλλη διοίκηση.
Η Ελλάδα (και η Κύπρος) από κοινού με το Ισραήλ, ως κράτη με ιστορικό – πολιτισμικό βάθος στην περιοχή, έχουν αντιληφθεί εδώ και καιρό, πως αποτελούν τα δύο μοναδικά δυτικά προγεφυρώματα του συμπλόκου της Ανατολικής Μεσογείου, και για αυτό η μεταξύ τους συνεργασία είναι κάτι παραπάνω από μια απλή συνεννόηση. Διαθέτουν ισχυρή μεσογειακή ταυτοτική αυτοαντίληψη, μικρό στρατηγικό βάθος, και κυρίως καμία εναλλακτική επιλογή σε περίπτωση ήττας. Αυτό είναι κάτι το οποίο οι σύμμαχοι και κυρίως οι ΗΠΑ θα πρέπει να αρχίσουν να το αντιλαμβάνονται πολύ πιο ενεργά, διότι μια πιθανή ανάφλεξη σε αυτό το θέατρο επιχειρήσεων δεν θα βλάψει μόνο τους άμεσους δρώντες αλλά και τα ευρύτερα στρατηγικά συμφέροντα του βορειοατλαντικού παράγοντα.
Το ελληνικό σύστημα, η στρατιωτική ηγεσία συγκεκριμένα, δείχνει να αντιλαμβάνεται πως η στροφή που είχε επιχειρηθεί προς τον γαλλογερμανικό (κυρίως γερμανικό) άξονα, πλέον φτάνει στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, όσον αφορά τον στρατηγικό προσανατολισμό της χώρας, και έτσι εξηγείται η προσέγγιση με τα κράτη του Κόλπου, όσο και με την περαιτέρω εμβάθυνση των σχέσεων με το Ισραήλ. Οι δύο επίφοβοι παράγοντες στην εξίσωση είναι η Λιβύη και η Αίγυπτος, όμως ειδικά με την δεύτερη υπάρχει επίσης μια σχέση συνεργασίας αρκετά ανεπτυγμένη, οπότε προς ώρας τουλάχιστον, τα πράγματα βαίνουν καλώς.Με την Λιβύη η Ελλάδα οφείλει να αναλάβει ενεργητικότερο ρόλο, διότι η Τουρκία είναι εδώ και καιρό παρούσα με συνεχείς επενδύσεις και εκπαιδεύσεις του στρατιωτικού δυναμικού της Τρίπολης, κάτι που προσθέτει ένα επιπλέον πονοκέφαλο στα νότια της χώρας.
Οι αυξημένες εξοπλιστικές ανάγκες της Ελλάδας ελέω Τουρκίας, ήταν αυτές που κατά καιρούς ανάγκασαν την χώρα να στραφεί σε εξωσυστημικούς δρώντες (Ε.Ε, ΝΑΤΟ), πλέον όμως είναι καιρός να αρχίσουμε να διεκδικούμε ένα σαφέστερο ρόλο στα δρώμενα της Ανατολικής Μεσογείου. Η Ελλάδα ως χώρα δυτική και με ένα αξιακό σύστημα εντελώς αντίθετο από αυτό της Τουρκίας, δεν δύναται να συνεχίσει να αντιμετωπίζεται ως ισάξιο ή και μερικές φορές κατώτερο κομμάτι του συστήματος του Αιγαίου.
Σε αυτό το σημείο να ειπωθεί πως ήδη οι ΗΠΑ διέπραξαν τρομερό λάθος στην περίπτωση της Λιβύης, όπου είναι γνωστή η ιστορία για το πως ένα κράτος που διατηρούσε σταθερή την περιοχή, κατέστη ως σημείο παραγωγής αστάθειας. Η ιστορία έχει δείξει επίσης πως όταν αγνοήθηκε ο πολιτισμικός παράγοντας στην συγκεκριμένη περιοχή, αυτό δημιούργησε πολλά προβλήματα στην περιοχή (Λίβανος, Κουρδικό, Παλαιστινιακό).
Άποψη του γράφοντος είναι πως οι ΗΠΑ χρειάζονται περισσότερο «παροχή τεχνογνωσίας» από το Ισραήλ και την Ελλάδα, τουλάχιστον όσον αφορά τις πολιτισμικές προεκτάσεις της ανθρωπογεωγραφίας της ευρύτερης περιοχής που ξεκινάει από την χερσόνησο του Αίμου και καταλήγει στον Περσικό Κόλπο. Και οι δύο αυτές χώρες μπορούν και έχουν την ικανότητα να μεταλαμπαδεύσουν στρατηγικές πληροφορίες, καθώς και να αποτελέσουν τις δύο αιχμές του ιδίου δόρατος των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή.
Οι ΗΠΑ θα πρέπει αν ολίγοις να κατανοήσουν πως δεν μπορούν να σηκώσουν πλέον το βάρος μόνες τους, και ειδικά δε αν αναλογιστούμε τον τρόπο που χειρίστηκαν πολλά θέματα στην Μέση Ανατολή και την Βόρειο Αφρική, το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι να ζητήσουν συνδρομή από τους πλέον ειδικούς της περιοχής. Κάπως έτσι θα αυξηθεί και η γεωπολιτική υπεραξία της Ελλάδας ως ιστορικού δρώντα της περιοχής, και σίγουρα πολύ πιο ουσιαστικά από το να αποτελεί απλά έναν «πυλώνα σταθερότητας», φράση που στερείται νοήματος και ουσίας.
*Ο Αλέξανδρος Ιτιμούδης, είναι μεταπτυχιακός φοιτητής Γεωπολιτικής Ανάλυσης, Γεωστρατηγικής Σύνθεσης και Σπουδών Άμυνας και Ασφάλειας.