Ευρίσκεται σε εξέλιξη η μείωση των δημοσίων χρεών, ιδίως ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, με το συνδυασμό δύο ληστρικών μεθόδων: του πληθωρισμού και της χρηματοπιστωτικής καταστολής. Με απλά λόγια, μεταφέρονται στην ουσία πόροι από τους απλούς Πολίτες στο δημόσιο, χωρίς να πληγούν οι (μεγάλες κυρίως) επιχειρήσεις – αφού μεταφέρουν τις αυξήσεις στις τιμές πώλησης τους, ενώ συνήθως δεν έχουν καταθέσεις αλλά δάνεια που μειώνονται πληθωριστικά.
Από: analyst.gr
Ανάλυση
Στην ουσία υπάρχουν τρεις τρόποι μείωσης των υψηλών δημοσίων χρεών: (α) ο πληθωρισμός, (β) η χρηματοπιστωτική καταστολή και (γ) το κούρεμα. Η λύση τώρα, η οποία είχε επιλεχθεί αρχικά από την υπερχρεωμένη Δύση, ήταν η «χρηματοπιστωτική καταστολή» – ένας όρος που θα μπορούσε να μεταφρασθεί ως μία «σταδιακή συρρίκνωση των πραγματικών αποταμιεύσεων».
Χαρακτηρίζει δε την κρατική επιρροή, κυρίως με τη βοήθεια των κεντρικών τραπεζών, μέσω της οποίας τα επιτόκια των καταθέσεων διατηρούνται αισθητά χαμηλότερα από τον πληθωρισμό – έτσι ώστε οι αποταμιευτές κάθε είδους να χάνουν με την πάροδο του χρόνου την αγοραστική αξία των χρημάτων τους, προς όφελος του δημοσίου (και των τραπεζών που μεταφέρουν τον πληθωρισμό μέσω των χρεώσεων τους στους πελάτες τους, χωρίς να τους προσφέρουν υψηλότερα επιτόκια καταθέσεων – ή έστω ίσα με τον πληθωρισμό).
Η χρηματοπιστωτική καταστολή επιτυγχάνεται με τη βοήθεια των χαμηλών βασικών επιτοκίων, εκ μέρους των κεντρικών τραπεζών – αφού τότε οι καταθέτες δεν μπορούν να απαιτήσουν υψηλότερους τόκους από τις τράπεζες, επειδή οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να δανείζονται με χαμηλότερα επιτόκια από την κεντρική αντί από τους αποταμιευτές τους, οπότε δεν τους έχουν ανάγκη.
Το ίδιο αποτέλεσμα έχει ουσιαστικά και η πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης (QE), την οποία έχουν υιοθετήσει όλες οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες της Δύσης – εις βάρος των κατόχων ομολόγων του δημοσίου, οι οποίοι εισπράττουν λιγότερους τόκους λόγω της πτώσης των επιτοκίων δανεισμού των κρατών (οπότε ουσιαστικά ενισχύονται έμμεσα τα κράτη).
Παράλληλα έχουν δρομολογηθεί προσπάθειες απαγόρευσης των μετρητών, για να υποχρεώνονται οι αποταμιευτές να καταθέτουν τα χρήματα τους στις τράπεζες ακόμη και όταν επιβάλλονται αρνητικά επιτόκια, αλλά και με την προοπτική φορολόγησης των καταθέσεων από τα κράτη – ενώ η τιμή του χρυσού διατηρείται τεχνητά χαμηλή, για να μην γίνονται τοποθετήσεις (ανάλυση).
Με τον τρόπο αυτό καταπολεμάται η παραδοσιακή θεωρία (Crowding out), σύμφωνα με την οποία η αύξηση των δημοσίων χρεών συνοδεύεται από μία ανάλογη αύξηση των επιτοκίων δανεισμού του κράτους – οπότε στην πραγματικότητα διαστρεβλώνονται οι αγορές. Στην ουσία πάντως, μεταφέρονται πόροι από τους ιδιώτες στο δημόσιο – με τους οποίους πληρώνει τα χρέη του.
Η παγίδα των κεντρικών τραπεζών
Συνεχίζοντας, η χρηματοπιστωτική καταστολή που εφαρμόσθηκε στη Δύση, δεν οδήγησε στον αναμενόμενο από τις κεντρικές τράπεζες πληθωρισμό – οπότε οι απώλειες των καταθετών ήταν περιορισμένες, με αποτέλεσμα να ωφεληθούν λιγότερο τα κράτη.
Το γεγονός αυτό, η μη άνοδος των τιμών, οφειλόταν στο ότι οι επενδυτές, αυτοί δηλαδή που δανείζονταν χρήματα, παρά το ότι ωφελήθηκαν σε μεγάλο βαθμό εις βάρος των αποταμιευτών, δεν τοποθέτησαν τα δάνεια τους στην πραγματική οικονομία – αυξάνοντας τη ζήτηση, το ρυθμό ανάπτυξης και τον πληθωρισμό, με αναγκαίο επακόλουθο την αύξηση των βασικών επιτοκίων.
Αντίθετα, επένδυσαν τα δανειακά κεφάλαια τους στις αγορές (μετοχές, ακριβά ακίνητα κλπ.), αυξάνοντας εκεί τις τιμές – οπότε αφενός μεν δημιούργησαν τεράστιες φούσκες, αφετέρου εμπόδιζαν τις κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν τα βασικά επιτόκια, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν ακόμη περισσότερες φούσκες.
Με τον τρόπο αυτό διαταράχθηκε η ισορροπία μεταξύ καταθέσεων και επενδύσεων, προκαλώντας τεράστιες διαστρεβλώσεις, ενώ δεν μειώθηκαν τα υψηλά δημόσια χρέη – αφού η μη διενέργεια επενδύσεων στην πραγματική οικονομία είτε οδήγησε κάποιες χώρες σε ύφεση, οπότε σε μειωμένα έσοδα του δημοσίου, σε ελλείμματα και σε νέα χρέη, είτε δεν αύξησε το ρυθμό ανάπτυξης.
Με απλά λόγια, οι αυξήσεις των τιμών στις αγορές περιουσιακών στοιχείων, μέσω των επενδύσεων σε αυτές (μετοχές, ακίνητα, μέταλλα κοκ.) δεν οδήγησαν στην αύξηση της ζήτησης/κατανάλωσης – οπότε δεν συνέβαλλαν στην απαιτούμενη ισορροπία των αγορών κεφαλαίου (Αποταμιεύσεις = Επενδύσεις).
Επομένως, οι κεντρικές τράπεζες είχαν αυτοπαγιδευτεί, τροφοδοτώντας παράλληλα επικίνδυνες φούσκες και διαστρεβλώσεις – αφού τυχόν αύξηση των βασικών επιτοκίων εκ μέρους τους εν μέσω μίας φάσης ύφεσης, όπως αυτή που προκλήθηκε με την πανδημία, για να αντιμετωπισθούν οι φούσκες, θα μπορούσε να οδηγήσει σε περιπέτειες ανάλογες με αυτές της δεκαετίας του 1930.
Ο από μηχανής Θεός
Συνεχίζοντας, η πανδημία προκάλεσε μία σειρά προβλημάτων, όπως στις εφοδιαστικές αλυσίδες – ενώ μετά το μερικό τέλος της το 2021, η ζήτηση αυξήθηκε, εντείνοντας αυτά τα προβλήματα. Παράλληλα αυξάνονταν οι τιμές του φυσικού αερίου, με το οποίο είχε συνδεθεί η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος στην Ευρώπη – επειδή υπήρχε μειωμένη προσφορά, για την οποία είχε ειδοποιήσει ήδη ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας από το 2019.
Ειδικότερα, ο Οργανισμός δημοσίευσε τότε τις προβλέψεις του για την ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου (πηγή) – σύμφωνα με τις οποίες θα υπήρχε ήδη από το 2020 ένα «κενό προμήθειας» ή «κενό προσφοράς», ύψους 48 δις κυβικών μέτρων. Εν τούτοις, η πρόβλεψη του δεν επαληθεύθηκε το 2020 – επειδή τα μέτρα για την καταπολέμηση της πανδημίας διεθνώς, είχαν ως αποτέλεσμα να λειτουργεί σε περιορισμένο βαθμό η παγκόσμια βιομηχανία (ανάλυση). Επαληθεύθηκε όμως το 2021 – όταν άρχισαν ξανά να λειτουργούν οι βιομηχανίες.
Ο συνδυασμός τώρα όλων των παραπάνω, άρχισε να κλιμακώνει τον πληθωρισμό ήδη από το 2021 – τον οποίο είχαν αποτύχει να αυξήσουν οι κεντρικές τράπεζες με την πολιτική τους (QE), όπως στο παράδειγμα της ΕΕ (γράφημα). Αμέσως μετά ξέσπασε ο πόλεμος – με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Το γεγονός αυτό αφενός μεν λειτούργησε υπέρ της περαιτέρω αύξησης των τιμών, μεταξύ άλλων λόγω της κερδοσκοπίας (ανάλυση), αφετέρου πυροδότησε τις τιμές του φυσικού αερίου στην ΕΕ – με το οποίο είναι συνδεδεμένη η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος (με εξαίρεση την Ιβηρική).
Σε τελική ανάλυση ο πόλεμος, εκτός του ότι προσέφερε ένα πολύ καλό πρόσχημα στους κερδοσκόπους, μεταξύ των οποίων σε όλους αυτούς που αισχροκερδούν μέσω του χρηματιστηρίου ενέργειας στην Ελλάδα (ανάλυση), λειτούργησε ως «ο από μηχανής θεός» για τον πληθωρισμό, ο οποίος είναι ο μεγαλύτερος και πιο άδικος φόρος – ενώ έχει γίνει μέχρι στιγμής αποδεκτός από τους ανθρώπους, επειδή έχουν πεισθεί πως υπεύθυνος είναι ο Putin και πως με τον τρόπο αυτό βοηθούν την Ουκρανία!
Από την άλλη πλευρά, η ΕΚΤ διατηρεί πολύ χαμηλά τα βασικά της επιτόκια, με αποτέλεσμα να συνεχίζουν οι καταθέτες να μην μπορούν να απαιτήσουν υψηλότερα επιτόκια για τις καταθέσεις τους – ενώ τα επιτόκια χορηγήσεων αυξάνονται σταδιακά. Ξανά δε η ΕΚΤ, στηρίζει τις αγορές ομολόγων – εις βάρος όλων αυτών που έχουν τοποθετήσει τα χρήματα τους σε κρατικά ομόλογα.
Συμπερασματικά λοιπόν, ευρίσκεται σε εξέλιξη η μείωση των δημοσίων χρεών, με το συνδυασμό δύο μεθόδων: του πληθωρισμού και της χρηματοπιστωτικής καταστολής. Με απλά λόγια, μεταφέρονται στην ουσία πόροι από τους απλούς Πολίτες στο δημόσιο, χωρίς να πληγούν οι (μεγάλες κυρίως) επιχειρήσεις – αφού μεταφέρουν τις αυξήσεις στις τιμές πώλησης τους, ενώ συνήθως δεν έχουν καταθέσεις αλλά δάνεια που μειώνονται πληθωριστικά.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, με το διπλό αυτό τρόπο μείωσης των δημοσίων χρεών εις βάρος των Πολιτών, θα εξαϋλωθεί η μεσαία τάξη, όσον αφορά τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους, καθώς επίσης τους καταθέτες και θα εξαθλιωθεί εντελώς η κατώτερη – ενώ για όλα αυτά τα δεινά θα ενοχοποιείται ο Putin.
Για παράδειγμα, ένας μισθός ή μία σύνταξη των 1.000 € με 10% πληθωρισμό, μειώνεται αυτόματα στα 900 € σε ένα έτος – ενώ μία κατάθεση των 100.000 € χάνει ετήσια 10.000 €. Εάν δε οι μισθωτοί και οι καταθέτες αυξήσουν την κατανάλωση τους ή/και προβούν σε αγορά παγίων (ακίνητα, μηχανήματα κλπ.), για να διαφυλάξουν την αξία των χρημάτων τους, θα αυξήσουν το ρυθμό ανάπτυξης – οπότε θα στηρίξουν ξανά τα έσοδα του δημοσίου.
Ο συνδυασμός τώρα και των δύο, των αυξημένων κρατικών εσόδων και του «πληθωριστικού» ρυθμού ανάπτυξης, θα μειώνει τη σχέση χρέους/ΑΕΠ των κρατών – με αποτέλεσμα το γνωστό ρητό: να ευημερούν οι αριθμοί, αλλά να δυστυχούν οι άνθρωποι. Όσο διαρκεί δε ο πόλεμος και χειραγωγούνται, πιστεύοντας ανόητα πως στηρίζουν την Ουκρανία ή/και τιμωρούν τη Ρωσία, μάλλον δεν θα αντιδράσουν – ενδεχομένως μόνο όταν θα έχουν χάσει τα πάντα.
Εκτός αυτού, θα χάνουν και οι κάτοχοι ομολόγων – αφού τα πραγματικά επιτόκια, τα ονομαστικά μείον τον πληθωρισμό, είναι έντονα αρνητικά. Εάν βέβαια η ενεργειακή κρίση ενταθεί και τα κράτη βυθιστούν σε ύφεση το 2023, πόσο μάλλον σε στασιμοπληθωρισμό, θα αλλάξουν πολλά πράγματα – ενώ οι κίνδυνοι ενός παγκοσμίου χρηματιστηριακού κραχ είναι πλέον ορατοί δια γυμνού οφθαλμού.