Συναντήθηκαν τελικά ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος με τον Τούρκο ομόλογό του Χουλούσι Ακάρ, στο περιθώριο της Συνόδου των υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ. Πρόκειται για μια συνάντηση που σύμφωνα με την αρχική διαρροή διήρκεσε 20 λεπτά για να καταλήξει τελικά στην επανόρθωση, καθώς οι δυο υπουργοί τα είπαν μεταξύ τους, επί 40 λεπτά. Αυτός είναι καθαρός χρόνος λόγω απουσίας μεταφραστών και έχει τη σημασία του. Αναμένεται να αποδειχθεί εάν ο Έλληνας υπουργός θα έχει την ευγενή καλοσύνη να μας ενημερώσει για όσα συζήτησε. Διότι όσο να ‘ναι, μια απορία μας μένει.
Από: defence-point.gr - Σχολιάζει ο ΜΙΧΑΗΛ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Τι έχει να συζητήσει ο υπουργός Άμυνας με τον ομόλογό του μιας “συμμάχου” χώρας ο οποίος ακολουθώντας τον ηγέτη του, σχεδόν σε καθημερινή βάση αναφέρεται στην Ελλάδα με λόγια από απαξιωτικά έως υβριστικά, απειλώντας την με εισβολή κατά τα πρότυπα της ρωσικής στην Ουκρανία, μαζί με… δροσιστικό μπάνιο στα νερά του Αιγαίου;
Η διάρκεια της συνάντησης προδίδει ότι η συζήτηση δεν ήταν “φιλολογική”, με τον Παναγιωτόπουλο να λέει στον Ακάρ “θα αντισταθούμε”, αφού τον άκουσε να του λέει “Νίκο λογικευτείτε”. Αυτά όμως δεν είναι σοβαρά πράγματα και το όλο σκηνικό παραπέμπει σε μια διπλωματική διαδικασία σε εξέλιξη, ίσως στην αρχή της, με τον κλασικό πάγιο στόχο: να πέσουν οι τόνοι στην περιοχή. Εμμέσως το παραδέχθηκε και ο Έλληνας ΥΕΘΑ που έκανε λόγο για καλό κλίμα και… κουβέντες για τη μεταφορά του επί του πεδίου.
Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, απλά τόσο η επικαιρότητα όσο και κάποια δημοσιεύματα φρόντισαν να ξαναθυμίσουν ότι η Ελλάδα θα έχει έτσι κι αλλιώς το προβάδισμα στον αεροπορικό τομέα. Κι αυτό λόγω της αποδέσμευσης των F-35, αλλά και διότι προηγείται χρονικά ο εκσυγχρονισμός των 83 F-16 στην πιο εξελιγμένη έκδοση “V“.
Αφενός τα F-35 δεν θα τα πάρουμε δωρεάν αλλά θα τα χρυσοπληρώσουμε. Αφετέρου, αν είναι να υπάρξει συναλλαγή αυτού του είδους με την Τουρκία για χάρη των Αμερικανών, μήπως θα έπρεπε και η Αθήνα να ζητήσει τα δικά της έμπρακτα ανταλλάγματα; Διότι όλα αυτά αρχίζουν να δίνουν την εντύπωση μιας προοπτικής αναδίπλωσης της Τουρκίας που ανοίγει, όχι ασφαλώς επί της ουσίας με εγκατάλειψη δηλαδή των στόχων, αλλά επί της δημόσιας ρητορικής της, με αντάλλαγμα την άρση από ελληνικής πλευράς κάθε ένστασης για την αποδέσμευση των F-16 για την Τουρκία.
Υποθέσεις κάνουμε… Σε αυτό όμως το πλαίσιο αξίζει να υπενθυμιστεί ότι το παιχνίδι δεν ενορχηστρώνεται από την Αθήνα, αλλά από το ανεξάρτητο ελληνικό λόμπι HALC (Hellenic American Leadership Council) που βρίσκεται σε αγαστή συνεργασία με τον περίφημο Γερουσιαστή Ρόμπερτ Μενέντεζ της πανίσχυρης Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας, που έχει σχεδόν ισχύ βέτο.
Οι Ελληνοαμερικανοί κάνουν ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν για να βοηθήσουν την πατρίδα τους να αποκρούσει τη θανάσιμη τουρκική απειλή, επιβάλλοντας σοβαρό κόστος σε μια Τουρκία που είναι τρισχειρότερη της Ρωσίας, στην οποία όμως σχεδόν όλοι αντιδρούν μόνο φραστικά. Ο αντίλογος είναι βέβαια γιατί να το κάνουν όταν η Ελλάδα που ακούει “τα πάντα όλα” από τους Τούρκους, δεν ζητά μετ’ επιτάσεως, π.χ. την αυτόματη επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση που η Τουρκία κινηθεί κατά της Ελλάδας.
Όταν τα μαχητικά F-16, στην πλέον προηγμένη τους έκδοση αλλά και άλλα αναβαθμισμένα γνωρίζουμε ότι νομοτελειακά θα στραφούν εναντίον της ελληνικής ασφάλειας όταν με το καλό ενταχθούν στην τουρκική Αεροπορία (THK), αλλά η επίσημη πολιτική ηγεσία του τόπου δεν κινείται επισήμως για να τα μπλοκάρει, είναι απορίας άξιον με ποια λογική θα εισέλθει, εάν το κάνει, σε μια τέτοιου περιεχομένου διαβούλευση.
Εάν το παραδεχθούν και μας πείσουν ότι έχουν ένα σχέδιο βιώσιμο, σταδιακής αποδέσμευσης που θα αγόραζε μερικά χρόνια “μη πολέμου” που έλεγε κάποτε κάποια ψυχή στην Ελλάδα, τότε αξίζει να συζητηθεί. Κι αυτό όμως υπό την προϋπόθεση ότι θα συνεχιστεί χωρίς πισωγυρίσματα η προσπάθεια αποκατάστασης της αποτρεπτικής αξιοπιστίας, διότι τελευταία έχουμε μπει… σε μια ιδιότυπη περίοδο “εκπτώσεων”.
Και κάτι ακόμα. Για πόσο καιρό θα ανεχόμαστε την Τουρκία να φορτώνει τη διμερή “ζυγαριά” με προβλήματα και σοβαρότατες προκλήσεις, ώστε να μπουν με την κλασική λογική του ανατολίτικου παζαριού με την Ελλάδα και να υποσχεθούν αναδίπλωση ώστε να λάβουν αυτό που επιθυμούν…
Κι όποιος νομίζει ότι όλα αυτά είναι θεωρίες συνωμοσίας, ας σκεφτεί δυο πράγματα: Το πρώτο είναι εάν συγκατατεθεί επισήμως η Ελλάδα, με ποια νομιμοποίηση θα συνέχιζε τον αγώνα του ο κάθε Μενέντεζ. Το δεύτερο είναι ότι στην εικόνα θα πρέπει να προσθέσουμε τη συνάντηση του Έλληνα υπουργού Άμυνας με τον Αμερικανό ομόλογό του, στρατηγό εν αποστρατεία Λόιντ Όστιν.
Οι ΗΠΑ δεν θέλουν να χάσουν με τίποτα την Τουρκία και το ξέρουμε. Παρόλο που η στάση τους έχει βελτιωθεί δραματικά απέναντι στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια με τη μαζική αμυντική επένδυση που έχουν πραγματοποιήσει σε ελληνικό έδαφος ώστε και να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους και να απαλλαγούν από τους συνήθειες τουρκικούς εκβιασμούς, τουλάχιστον μέχρι να γίνουν εκλογές στην Τουρκία, θα αποφύγουν να διαρρήξουν τις σχέσεις τους με την Άγκυρα. αντιθέτως θα κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να επιτύχουν την ολική επαναφορά της στο δυτικό “μαντρί”.
Κι αυτό όλο συμπίπτει με τη δειλή έναρξη έμμεση ανταλλαγής μηνυμάτων ακόμα και με τον Βλαντίμιρ Πούτιν στο μέτωπο της Ουκρανίας. Διότι πέρα από την επικοινωνιακή διαχείριση που διαφοροποιείται αναλόγως της συγκυρίας και του στόχου, σε όλα υπάρχει και ο πραγματισμός που αφορά τα “σκληρά” εθνικά συμφέροντα. Κι ο σύγχρονος κόσμος παραείναι πολύπλοκος για να απλοποιείται με όρους διεθνούς δικαίου και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το ζητούμενο είναι εάν κι εμείς το κατανοούμε αυτό ή παραμένουμε παρακολούθημα των επιλογών άλλων.
Από: defence-point.gr - Σχολιάζει ο ΜΙΧΑΗΛ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Τι έχει να συζητήσει ο υπουργός Άμυνας με τον ομόλογό του μιας “συμμάχου” χώρας ο οποίος ακολουθώντας τον ηγέτη του, σχεδόν σε καθημερινή βάση αναφέρεται στην Ελλάδα με λόγια από απαξιωτικά έως υβριστικά, απειλώντας την με εισβολή κατά τα πρότυπα της ρωσικής στην Ουκρανία, μαζί με… δροσιστικό μπάνιο στα νερά του Αιγαίου;
Η διάρκεια της συνάντησης προδίδει ότι η συζήτηση δεν ήταν “φιλολογική”, με τον Παναγιωτόπουλο να λέει στον Ακάρ “θα αντισταθούμε”, αφού τον άκουσε να του λέει “Νίκο λογικευτείτε”. Αυτά όμως δεν είναι σοβαρά πράγματα και το όλο σκηνικό παραπέμπει σε μια διπλωματική διαδικασία σε εξέλιξη, ίσως στην αρχή της, με τον κλασικό πάγιο στόχο: να πέσουν οι τόνοι στην περιοχή. Εμμέσως το παραδέχθηκε και ο Έλληνας ΥΕΘΑ που έκανε λόγο για καλό κλίμα και… κουβέντες για τη μεταφορά του επί του πεδίου.
Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, απλά τόσο η επικαιρότητα όσο και κάποια δημοσιεύματα φρόντισαν να ξαναθυμίσουν ότι η Ελλάδα θα έχει έτσι κι αλλιώς το προβάδισμα στον αεροπορικό τομέα. Κι αυτό λόγω της αποδέσμευσης των F-35, αλλά και διότι προηγείται χρονικά ο εκσυγχρονισμός των 83 F-16 στην πιο εξελιγμένη έκδοση “V“.
Αφενός τα F-35 δεν θα τα πάρουμε δωρεάν αλλά θα τα χρυσοπληρώσουμε. Αφετέρου, αν είναι να υπάρξει συναλλαγή αυτού του είδους με την Τουρκία για χάρη των Αμερικανών, μήπως θα έπρεπε και η Αθήνα να ζητήσει τα δικά της έμπρακτα ανταλλάγματα; Διότι όλα αυτά αρχίζουν να δίνουν την εντύπωση μιας προοπτικής αναδίπλωσης της Τουρκίας που ανοίγει, όχι ασφαλώς επί της ουσίας με εγκατάλειψη δηλαδή των στόχων, αλλά επί της δημόσιας ρητορικής της, με αντάλλαγμα την άρση από ελληνικής πλευράς κάθε ένστασης για την αποδέσμευση των F-16 για την Τουρκία.
Υποθέσεις κάνουμε… Σε αυτό όμως το πλαίσιο αξίζει να υπενθυμιστεί ότι το παιχνίδι δεν ενορχηστρώνεται από την Αθήνα, αλλά από το ανεξάρτητο ελληνικό λόμπι HALC (Hellenic American Leadership Council) που βρίσκεται σε αγαστή συνεργασία με τον περίφημο Γερουσιαστή Ρόμπερτ Μενέντεζ της πανίσχυρης Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας, που έχει σχεδόν ισχύ βέτο.
Οι Ελληνοαμερικανοί κάνουν ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν για να βοηθήσουν την πατρίδα τους να αποκρούσει τη θανάσιμη τουρκική απειλή, επιβάλλοντας σοβαρό κόστος σε μια Τουρκία που είναι τρισχειρότερη της Ρωσίας, στην οποία όμως σχεδόν όλοι αντιδρούν μόνο φραστικά. Ο αντίλογος είναι βέβαια γιατί να το κάνουν όταν η Ελλάδα που ακούει “τα πάντα όλα” από τους Τούρκους, δεν ζητά μετ’ επιτάσεως, π.χ. την αυτόματη επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση που η Τουρκία κινηθεί κατά της Ελλάδας.
Όταν τα μαχητικά F-16, στην πλέον προηγμένη τους έκδοση αλλά και άλλα αναβαθμισμένα γνωρίζουμε ότι νομοτελειακά θα στραφούν εναντίον της ελληνικής ασφάλειας όταν με το καλό ενταχθούν στην τουρκική Αεροπορία (THK), αλλά η επίσημη πολιτική ηγεσία του τόπου δεν κινείται επισήμως για να τα μπλοκάρει, είναι απορίας άξιον με ποια λογική θα εισέλθει, εάν το κάνει, σε μια τέτοιου περιεχομένου διαβούλευση.
Εάν το παραδεχθούν και μας πείσουν ότι έχουν ένα σχέδιο βιώσιμο, σταδιακής αποδέσμευσης που θα αγόραζε μερικά χρόνια “μη πολέμου” που έλεγε κάποτε κάποια ψυχή στην Ελλάδα, τότε αξίζει να συζητηθεί. Κι αυτό όμως υπό την προϋπόθεση ότι θα συνεχιστεί χωρίς πισωγυρίσματα η προσπάθεια αποκατάστασης της αποτρεπτικής αξιοπιστίας, διότι τελευταία έχουμε μπει… σε μια ιδιότυπη περίοδο “εκπτώσεων”.
Και κάτι ακόμα. Για πόσο καιρό θα ανεχόμαστε την Τουρκία να φορτώνει τη διμερή “ζυγαριά” με προβλήματα και σοβαρότατες προκλήσεις, ώστε να μπουν με την κλασική λογική του ανατολίτικου παζαριού με την Ελλάδα και να υποσχεθούν αναδίπλωση ώστε να λάβουν αυτό που επιθυμούν…
Κι όποιος νομίζει ότι όλα αυτά είναι θεωρίες συνωμοσίας, ας σκεφτεί δυο πράγματα: Το πρώτο είναι εάν συγκατατεθεί επισήμως η Ελλάδα, με ποια νομιμοποίηση θα συνέχιζε τον αγώνα του ο κάθε Μενέντεζ. Το δεύτερο είναι ότι στην εικόνα θα πρέπει να προσθέσουμε τη συνάντηση του Έλληνα υπουργού Άμυνας με τον Αμερικανό ομόλογό του, στρατηγό εν αποστρατεία Λόιντ Όστιν.
Οι ΗΠΑ δεν θέλουν να χάσουν με τίποτα την Τουρκία και το ξέρουμε. Παρόλο που η στάση τους έχει βελτιωθεί δραματικά απέναντι στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια με τη μαζική αμυντική επένδυση που έχουν πραγματοποιήσει σε ελληνικό έδαφος ώστε και να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους και να απαλλαγούν από τους συνήθειες τουρκικούς εκβιασμούς, τουλάχιστον μέχρι να γίνουν εκλογές στην Τουρκία, θα αποφύγουν να διαρρήξουν τις σχέσεις τους με την Άγκυρα. αντιθέτως θα κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να επιτύχουν την ολική επαναφορά της στο δυτικό “μαντρί”.
Κι αυτό όλο συμπίπτει με τη δειλή έναρξη έμμεση ανταλλαγής μηνυμάτων ακόμα και με τον Βλαντίμιρ Πούτιν στο μέτωπο της Ουκρανίας. Διότι πέρα από την επικοινωνιακή διαχείριση που διαφοροποιείται αναλόγως της συγκυρίας και του στόχου, σε όλα υπάρχει και ο πραγματισμός που αφορά τα “σκληρά” εθνικά συμφέροντα. Κι ο σύγχρονος κόσμος παραείναι πολύπλοκος για να απλοποιείται με όρους διεθνούς δικαίου και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το ζητούμενο είναι εάν κι εμείς το κατανοούμε αυτό ή παραμένουμε παρακολούθημα των επιλογών άλλων.