Το ειδεχθές έγκλημα με θύμα τη 12χρονη στον Κολωνό, απασχολεί τους πάντες και όχι άδικα, τέτοιου είδους βία και εκμετάλλευση απέναντι σε ένα ανυπεράσπιστο παιδί, αγγίζει τα πιο βαθιά στοιχεία ηθικής κάθε κοινωνίας. Όμως την ίδια στιγμή που βοά η ανάγκη για απονομή δικαιοσύνης και για διαφάνεια, είναι σημαντικό να δούμε αυτό το έγκλημα ως κομμάτι μιας συνολικότερης εικόνας. Τα τελευταία χρόνια, σχεδόν σε μηνιαία βάση, μας απασχολούν μια σειρά από σκάνδαλα και εγκλήματα που δείχνουν μια κατάσταση συνολικότερης πολιτικής και ηθικής παρακμής που μοιάζει να εξαπλώνεται καθημερινά, σε όλο και μεγαλύτερα τμήματα της κοινωνίας. Αν αναζητήσει κανείς ένα κοινό μοτίβο ανάμεσα σε αυτά τα απεχθή περιστατικά, θα δει πως πέρα από τα πολιτικά σκάνδαλα, πολλά από τα εγκλήματα εμπεριέχουν την εκμετάλλευση ανθρώπων από κυκλώματα, που έχουν είτε σχέσεις με το πολιτικό σύστημα, είτε προέρχονται από τα ίδια του τα σπλάχνα.
Από: Δρόμος της Αριστεράς - Ιάσονας Κωστόπουλος
Οι υποθέσεις σαν αυτές που σχετίστηκαν με το Me too στον χώρο του αθλητισμού, η υπόθεση Λιγνάδη, αυτή του βιασμού νεαρής από γόνους πλούσιων και ευυπόληπτων οικογενειών, οι υποθέσεις μαστροπείας και εκμετάλλευσης γυναικών από μέλη της αστυνομίας, το σκάνδαλο για πρώην μέλος του ΣτΕ και πολλά ακόμη, αφορούν άτομα που είτε προέρχονται μέσα από το πολιτικό σύστημα και την κυβέρνηση συγκεκριμένα, είτε απολαμβάνουν μια ιδιαίτερη ασυλία, ένα ιδιότυπο είδος ομερτά.
Η οικοδόμηση ενός καθεστώς, απόλυτα εχθρικού προς την κοινωνία, με μοναδικό σκοπό την υλοποίηση των σχεδίων ντόπιων και ξένων ελίτ, αλλά και το κέρδος μέσα από αυτή τη διαδικασία, έχει ανάγκη σχέσεις με κάθε είδους ντόπιο παράγοντα
Αυτή η σχέση δεν είναι τυχαία, αφορά τους όρους ύπαρξης και λειτουργίας του πολιτικού συστήματος της χώρας, μέσα από τη βαθιά διαφθορά, τις πελατειακές σχέσεις, την ύπαρξη ντόπιων παραγόντων και βέβαια την ανάγκη για «άπλυτα» και μυστικά που καθιστούν τους πάντες χειραγωγήσιμους. Ούτε βέβαια οι σχέσεις πολλών από τους εγκληματίες με την κυβέρνηση είναι τυχαία. Αυτό όχι μόνο γιατί υπάρχει μια σύνδεση του υπερσυντηρητισμού με φαινόμενα φαρισαϊσμού και διαφθοράς (ηθικής και πολιτικής), αλλά και επειδή η Ν.Δ., αποτελεί σε αυτή τη φάση, εκείνο το κομμάτι του πολιτικού κόσμου που έπειτα από την περίοδο των μνημονίων φαίνεται να διατηρεί πιο στενές σχέσεις με αυτό που αποκαλούμε βαθύ κράτος. Έτσι ενώ τέτοια φαινόμενα υπήρχαν και στο παρελθόν, η σημερινή έντασή τους σχετίζεται και με τη μορφή που έχει σήμερα το πολιτικό σύστημα και τα νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά του. Για παράδειγμα ο αναβαθμισμένος ρόλος που παίζουν κομμάτια του οργανωμένου εγκλήματος, διοικώντας, είτε τυπικά, είτε άτυπα, ολόκληρες περιοχές της χώρας, οδηγεί στη «μαφιοζοποίηση» συνολικά της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Αντίστοιχα η οικοδόμηση ενός αυταρχικού καθεστώς, απόλυτα εχθρικού προς την κοινωνία, με μοναδικό σκοπό την υλοποίηση των σχεδίων ντόπιων και ξένων ελίτ, αλλά και το κέρδος μέσα από αυτή τη διαδικασία, έχει ανάγκη σχέσεις με κάθε είδους ντόπιο παράγοντα. Παράλληλα, είναι φανερό πως υπάρχουν θεσμοί μέσα στους οποίους συστηματικά «ανθίζει» αυτού του είδους η σαπίλα. Η πολιτική, η αστυνομία, η δικαιοσύνη, ο αθλητισμός και η σόου μπιζ, είναι βασικοί χώροι που ή αναπαράγουν με ανησυχητικό ρυθμό τέτοια φαινόμενα, ή ολιγωρούν συστηματικά και συμβάλλουν στη συγκάλυψη και την αποσιώπησή τους. Ταυτόχρονα, μαζί τους, επιδιώκει να έχει καλές σχέσεις, σχεδόν το σύνολο του πολιτικού κόσμου, κάνοντας τα στραβά μάτια σε κάθε είδους ατόπημα και δίνοντας την αίσθηση, πως τουλάχιστον οι κεφαλές τους, μπορούν να λειτουργούν σχεδόν εκτός νόμου.
Όσο δε για τις υποθέσεις αυτές καθ’ αυτές, το μοτίβο της προβολής τους είναι σχεδόν πανομοιότυπο. Κάθε περιστατικό λαμβάνει τεράστια προβολή από τα μίντια και μαθαίνουμε ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για ολόκληρες εβδομάδες, ενώ παράλληλα εν χορώ οι πολιτικοί ταγοί της χώρας ζητούν πλήρη διαφάνεια και τιμωρία των «τεράτων». Αυτά μέχρι να ξεχαστεί το ζήτημα. Στη συνέχεια αποδεικνύεται διαρκώς και κατά έναν περίεργο τρόπο, πως όλα τα περιστατικά είναι μεμονωμένα, όποιες υπόνοιες υπήρξαν για κυκλώματα συνολικότερης διαφθοράς, ήταν «ευτυχώς» λανθασμένες και προχωράμε ακάθεκτοι μέχρι το επόμενο ανατριχιαστικό έγκλημα ή σκάνδαλο. Αυτός ο κύκλος που επαναλαμβάνεται διαρκώς τα τελευταία χρόνια, μοιάζει με μια «βιομηχανία» αγανάκτησης και οργής, που όμως δημιουργεί ένας είδος εθισμού σε τέτοια περιστατικά και διάχυσης της ανηθικότητας σε όλη την κοινωνία. Αντίστοιχα και ο κυρίαρχος λόγος που αρθρώνεται γύρω από τέτοια ζητήματα, τείνει να σχετικοποιεί τα όρια ανάμεσα στο έγκλημα και την κανονικότητα –άσχετα αν κατακεραυνώνει τα εγκλήματα και τα τέρατα– αποπολιτικοποιώντας και αποπλαισιώνοντας τα «τυχαία» περιστατικά, οι ρίζες των οποίων αναζητούνται στα βάθη του ανθρώπινου ψυχισμού και για τις οποίες λίγα πράγματα μπορούν να γίνουν. Με τον τρόπο αυτό επιχειρείται η κοινωνία να βρίσκεται σε μια κατάσταση απελπισίας που σε συνδυασμό με τη γενικότερη ανασφάλεια που υπάρχει από τα μεγάλα προβλήματα της χώρας, μετατρέπει την οργή και την αγανάκτηση σε παράλυση και αφασία.
Είναι άρρωστη η κοινωνία μας;
Δεν είναι μόνο η 12χρονη από τον Κολωνό, είναι και οι δεκάδες γυναικοκτονίες, οι εν ψυχρώ δολοφονίες για ασήμαντα ζητήματα, οι βιασμοί, ο οπαδισμός και η βία που μοιάζει να αναπαράγεται διαρκώς, που κάνουν τον καθένα να αναρωτηθεί σε ποιο βαθμό αυτά αφορούν το σύνολο της κοινωνίας. Σίγουρα το ζήτημα αυτό, της κοινωνικής βίας και της παρακμής, έχει πολλές πλευρές και ορισμένες αφορούν συνολικά τον σύγχρονο κόσμο και τον τρόπος ζωής μας, που αποσαθρώνει οτιδήποτε κοινωνικό και συλλογικό. Όμως στη χώρα μας, αυτή η αποσάθρωση, λαμβάνει ιδιαίτερες διαστάσεις και αφορά τον τρόπο που αναπαράγει τη βία και τη διαφθορά η εξουσία, δια μέσου του πολιτικού συστήματος. Ο αυταρχισμός, η έλλειψη δημοκρατίας, η συνολική εικόνας διάλυσης και εκποίησης των πάντων, αφήνουν σημάδια πάνω στις κοινωνίες.
Τα επαναλαμβανόμενα πολιτικά σκάνδαλα, η μαφία που αλωνίζει τη χώρα, οι ξένοι παράγοντες που ρυθμίζουν ακόμη και λεπτομέρειες της πολιτικής ζωής, δίνουν την εικόνα μιας χώρας ξέφραγο αμπέλι και μιας κοινωνίας σε ελεύθερη πτώση. Γεννούν ανασφάλεια και αγριανθρωπισμό. Δίνουν χώρο σε εκείνους που θέλουν να εκμεταλλευτούν τους πάντες. Η δυσοσμία που αναδύεται από τέτοια περιστατικά, όπως τα παραπάνω, είναι σε ένα βαθμό αντανάκλαση των πολιτικών και των πράξεων των κυρίαρχων. Η κλεπτοκρατία ανθίζει στις κορφές και στα «βάθη» της κοινωνίας. Η βία και το lifestyle των ελίτ που δρουν εκτός νόμου κάνει το μαφιοζιλίκι να μοιάζει θελκτικό. Τα τηλεσκουπίδια και η μαζική κουλτούρα που γεννούν, αποσαθρώνουν την κοινωνική ηθική, ενώ μέσα σε αυτό το περιβάλλον υπάρχει χώρος για να δρουν διάφορα κυκλώματα, που συχνά εξυπηρετούν και κομμάτια του πολιτικού συστήματος. Γίνεται φανερό πως υπάρχει η ανάγκη για μια μεγάλη αλλαγή που να μπορέσει να αναστρέψει τέτοια φαινόμενα. Αυτό όμως απαιτεί μια συνολική αλλαγή συνείδησης, αλλαγή αξιών και πολιτισμού, αλλά και αγώνα ενάντια σε όσους καλλιεργούν και επωφελούνται από την παρακμή.
Μαζεύτηκαν πολλά…
Το περιστατικό βιασμού και εκπόρνευσης της 12χρονης στον Κολωνό έρχεται να προστεθεί σε μια μακρά σειρά αντίστοιχων εγκλημάτων. Σημαντική διαφορά ότι αυτή τη φορά το θύμα ήταν ένα παιδί και αυτό καθιστά το έγκλημα απεχθέστερο και την ανάγκη για τιμωρία και κάθαρση πιο έντονη. Αυτός είναι και ο λόγος που όλοι οι πολιτικοί παράγοντες που μιλούν για το ζήτημα καλούν σε πλήρη διαφάνεια, ζητάνε να έρθουν τα ονόματα των 213 της φρικαλέας «λίστας αναμονής» στο φώς και προσπαθούν να μιλήσουν ως «άνθρωποι», ως «γονείς».
Αυτό θα ήταν θεμιτό για κάθε πολίτη, γιατί η βία απέναντι σε ένα παιδί αγγίζει πολύ ευαίσθητες χορδές των ανθρώπων και γεννά δίκαιη οργή. Όμως το ίδιο δεν ισχύει και για τους πολιτικούς, ειδικά δε αν είναι μέλη της κυβέρνησης. Εκείνοι θα έπρεπε να είχαν μια διαφορετική στάση, αν εννοούσαν όσα έλεγαν. Δεν αρκεί σήμερα η έκκληση στη δικαιοσύνη και τη διαφάνεια.
Το πολιτικό σύστημα είναι συνολικά βρώμικο και διεφθαρμένο, αλλά δεν μπορεί να αυτοκαθαρθεί. Κάτι τέτοιο τού είναι αδύνατο. Οπότε, όταν η κοινωνία ζητά να δοθούν τα ονόματα στη δημοσιότητα έχει δίκιο, γιατί δυσπιστεί απέναντι στη δικαιοσύνη και δικαίως φοβάται για τη συγκάλυψη του ζητήματος. Όταν η ίδια στάση υιοθετείται από παράγοντες του πολιτικού συστήματος και της κυβέρνησης, χωρίς όμως να λέγεται κουβέντα για συνολικότερες ευθύνες, για όσους γνώριζαν και δεν μίλησαν, για όσους θεσμούς ολιγώρησαν, χωρίς να παραιτείται κανείς, άσχετα αν μας έχουν πνίξει τα σκάνδαλα και τα εγκλήματα, τότε επιχειρείται η χειραγώγηση του ζητήματος. Το πολιτικό σύστημα είναι συνολικά ένοχο για την βία και τη σαπίλα που διαχέεται στην κοινωνία και τη διαφθορά που εκκολάπτεται εντός του.