ha11ok / pixabay |
Του Δημήτρη Τσαϊλά, υποναυάρχου ε.α.
Αντιμετωπίζουμε δύο κύριες στρατηγικές προκλήσεις. Η πρώτη είναι η τουρκική αναθεωρητική πολιτική απειλή η οποία οριστικά βρίσκεται σε εξέλιξη που απειλεί να διαμορφωθεί σε θρυαλλίδα πυροδότησης αστάθειας στην περιοχή μας και στο ΝΑΤΟ. Ο Ελληνισμός είναι σε καλύτερη θέση για να πετύχει σε αυτόν τον ανταγωνισμό, αρκεί να εργαζόμαστε με εθνική συνοχή και συναίνεση από κοινού με εκείνους που μοιράζονται το όραμά μας για έναν κόσμο ελεύθερο, ανοιχτό, ασφαλή και ευημερούντα. Αυτό σημαίνει ότι από όλες τις πλευρές πρέπει να γίνονται σεβαστές οι θεμελιώδεις αρχές του Διεθνούς Δικαίου, της εδαφικής ακεραιότητας και της πολιτικής ανεξαρτησίας.
Η δεύτερη είναι ότι ενώ αυτός ο ανταγωνισμός βρίσκεται σε εξέλιξη, σε όλο τον κόσμο αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις των κοινών προκλήσεων που διασχίζουν τα σύνορα από τους πολέμους που συνεχίζονται, είτε στο Ρωσοουκρανικό μέτωπο στην Ευρώπη, είτε στη Λιβύη στην Αφρική, ή στη Συρία και τη Μέση Ανατολή στην Ασία. Οι αλυσιδωτές και παράπλευρες απειλές είναι η επισιτιστική ανασφάλεια, οι μεταδοτικές ασθένειες, η τρομοκρατία, οι ελλείψεις ενέργειας και ο πληθωρισμός. Αυτές οι κοινές προκλήσεις δεν είναι περιθωριακά ζητήματα που είναι δευτερεύοντα σε σχέση με τη γεωπολιτική. Βρίσκονται στον πυρήνα της εθνικής και διεθνούς ασφάλειας.
Από τη φύση τους, αυτές οι προκλήσεις απαιτούν από τις κυβερνήσεις να συνεργαστούν εάν θέλουν να τις λύσουν. Ωστόσο παρακολουθούμε τις συζητήσεις στο ελληνικό κοινοβούλιο όπου αντί με ξεκάθαρη ματιά να αντιμετωπίσουμε αυτές τις προκλήσεις μέσα σε ένα ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον διακρίνουμε πως ο εθνικισμός και ο λαϊκισμός καθιστούν αυτή τη συνεργασία ακόμη πιο δύσκολη, για να μη πω ανέφικτη.