Συνεχίζει να οικοδομεί τετελεσμένα η Άγκυρα, στη βάση του παράνομου Τουρκολιβυκού Συμφώνου για την χάραξη ΑΟΖ στη Μεσόγειο που υπεγράφη, το 2019 μεταξύ της Τουρκίας και της κυβέρνησης Σάρατζ, κατά παράβαση κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου αλλά και κοινής λογικής για τη γεωγραφία της περιοχής. Όπως ανακοίνωσαν, την εβδομάδα αυτή, η Τουρκία και η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας της Λιβύης, υπό τον στενό σύμμαχο του Ερντογάν, Α. Ντμέιμπα, έχουν ήδη προχωρήσει σε μια προκαταρκτική συμφωνία, για την από κοινού έρευνα και αξιοποίηση των ενεργειακών κοιτασμάτων στη θαλάσσια αυτή περιοχή. Η κυβέρνηση της Τρίπολης παραδίδει –σύμφωνα με όσα έχουν διαρρεύσει– για 50 χρόνια τους ενεργειακούς πόρους της Λιβύης, με αντάλλαγμα τη συνέχιση και ενίσχυση της οικονομικής, διπλωματικής και στρατιωτικής στήριξης της Τουρκίας, με σκοπό την επικράτηση στον, χαμηλής έντασης, λιβυκό εμφύλιο.
Από: edromos.gr - Δημήτρης Γκάζης
Όπως είναι λογικό η νέα αυτή επιθετική κίνηση, προκάλεσε την αντίδραση της Ελλάδας και της Αιγύπτου, τα συμφέροντα των οποίων καταπατούνται άμεσα, αφού τόσο το σύμφωνο του 2019 όσο και το μνημόνιο ενεργειακής συνεργασίας σήμερα αγνοούν τόσο την Κρήτη, την Ρόδο και άλλα ελληνικά νησιά που παρεμβάλλονται μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης, όσο και τα δικαιώματα που προκύπτουν στη θαλάσσια αυτή περιοχή από τις διακρατικές συμφωνίες Ελλάδας και Αιγύπτου για τη χάραξη της μεταξύ τους ΑΟΖ. Ενώ χλιαρές ήταν οι αντιδράσεις και των άλλων εμπλεκόμενων παικτών, όπως η Γαλλία και η Ιταλία (η ιταλική ENI δραστηριοποιείται στην εξόρυξη υδρογονανθράκων στη Λιβύη) που έχουν κάθε συμφέρον να μην επιτρέψουν τον Ερντογάν να μετατρέψει τη Ν.Α. Μεσόγειο σε «Γαλάζια Πατρίδα» όσο και άλλων μεγάλων δυνάμεων όπως η ΗΠΑ ή η Ε.Ε. Αντιδράσεις υπήρξαν και στη Λιβύη, με τις αντιπολιτευόμενες δυνάμεις της Βουλής των Αντιπροσώπων που ελέγχει εδάφη στα ανατολικά της χώρας, να αμφισβητούν τη νομιμοποίηση της προσωρινής κυβέρνησης να συνάπτει διακρατικές συμφωνίες που δεσμεύουν τη χώρα.
Σταθερά στη «Γαλάζια Πατρίδα»
Παρ’ όλα αυτά η Τουρκία, αξιοποιώντας τις στενές σχέσεις με την κυβέρνηση της Τρίπολης –που συνεχίζουν να αναγνωρίζουν και να στηρίζουν οι δυτικές χώρες, μεταξύ τους και η Ελλάδα–, και το ασταθές πολιτικό έδαφος της διαλυμένης αυτής χώρας, δημιουργεί τετελεσμένα, τα οποία προσπαθεί να τα νομιμοποιήσει στην πράξη. Είναι βέβαιο ότι στα επόμενα βήματα της Άγκυρας, είναι η αποστολή πλοίων για ερευνητική γεώτρηση, στην περιοχή αυτή, γνωρίζοντας πως όσο δεν της τίθενται ουσιαστικά εμπόδια, της είναι εφικτό να δημιουργεί de facto τη νομιμοποιητική βάση (με συμφωνίες, τετελεσμένα, πολεμικές ενέργειες κ.ά.) της πειρατικής της εξωτερικής πολιτικής.
Η Τουρκία έχει κάθε λόγο να συνεχίζει τις προκλητικές κινήσεις στο μέτωπο αυτό. Πρώτα απ’ όλα, γιατί είναι επιτακτική η ανάγκη της ραγδαία αναπτυσσόμενης οικονομίας της να αποκτήσει προσβάσεις σε νέους ενεργειακούς πόρους. Δεύτερον, γιατί η Λιβύη, είναι μια από της περιοχές, που το νέο-οθωμανικό όνειρο της ερντογανικής ηγεσίας, περιλαμβάνει στη σφαίρα στενής της επιρροής, γι’ αυτό εδώ και μια δεκαετία εμπλέκετε ενεργά με στρατιωτικές δυνάμεις στο χάος του λιβυκού εμφυλίου. Τρίτον, γιατί η προβολή ισχύος που πετυχαίνει, απλώνοντας το διπλωματικό, πολιτικό, οικονομικό της χέρι μακριά από τα σύνορα, ανεβάζει τη διαπραγματευτική της δύναμη στο μεγάλο παζάρι με τη συλλογική Δύση και τις βασικές χώρες της Ευρώπης – χαρακτηριστικός ως προς αυτό ο ανταγωνισμός με τη Γαλλία με επίκεντρο τον έλεγχο μιας σειράς αφρικανικών χωρών. Τέταρτον, με τα τετελεσμένα που δημιουργεί, αφαιρεί κυριαρχικά δικαιώματα αλλά και ελευθερία κινήσεων από τους ανταγωνιστές της στην περιοχή (Ελλάδα, Ισραήλ, Αίγυπτος), τους οποίους επιδιώκει να καταστήσει από ομήρους έως και δορυφόρους των δικών της γεωπολιτικών επιλογών.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική πιάστηκε στον ύπνο. Με την ΕΥΠ αποσυντονισμένη υπό το βάρος του σκανδάλου των υποκλοπών, με την πολιτική ηγεσία να θεωρεί πως βρίσκεται σε «εμπόλεμη κατάσταση» με τη Ρωσία, και όχι με την Τουρκία, βρισκόμαστε μπροστά σε μια ακόμη παγίδα περικύκλωσης από τον τουρκικό επεκτατισμό
Απάντηση στην επίθεση ή αποδοχή των τετελεσμένων;
Η ελληνική εξωτερική πολιτική πιάστηκε, όπως και το 2019, στον ύπνο. Τρέχει και πάλι να απαντήσει στο «και πέντε» στα τετελεσμένα που δημιουργεί η Άγκυρα. Με την ΕΥΠ αποσυντονισμένη υπό το βάρος του σκανδάλου των υποκλοπών, με την πολιτική ηγεσία να θεωρεί πως βρίσκεται σε «εμπόλεμη κατάσταση» με τη Ρωσία, και όχι με την Τουρκία, βρισκόμαστε μπροστά σε μια ακόμη παγίδα περικύκλωσης από τον τουρκικό επεκτατισμό. Δεν γίνεται ακόμη και σήμερα, η διπλωματική στρατηγική μας να εξαντλείται, στα καλέσματα προς τους συμμάχους να καταδικάσουν φραστικά τις τουρκικές προκλήσεις. Δεν γίνεται στο εσωτερικό μέτωπο να κυριαρχεί η αφασία, και η εκπεμπόμενη από κυβέρνηση και ΜΜΕ καθησυχαστική λογική, πως οι σύμμαχοι μας στηρίζουν κόντρα σε μια «απομονωμένη» Τουρκία.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ έχουμε ανάγκη από μια συνολική στρατηγική, ανάκτησης βαθμών κυριαρχίας, συγκρότησης των εργαλείων άμυνας και αποτροπής του Ελληνισμού, σε Ελλάδα και Κύπρο. Μια συνολική στρατηγική, που θα μπορεί να μας απεγκλωβίσει από τα τετελεσμένα, και τη δια της ολισθήσεως αποδοχή τους. Τι θα μπορούσε να κάνει η χώρα μας:
- Ένταση των διπλωματικών και νομικών προσπαθειών για την ακύρωση του Τουρκολιβυκού Μνημονίου του 2019, και των συμφωνιών που βασίστηκαν σε αυτό τα επόμενα χρόνια.
- Απόσυρση της αναγνώρισης από την προσωρινή κυβέρνηση της Τρίπολης, και ενίσχυση των σχέσεων με αντιπολιτευόμενες δυνάμεις.
- Πλήρης αξιοποίηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο και το δίκαιο της Θάλασσας, όπως η μονομερής επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. νότια της Κρήτης.
- Ενίσχυση της συνεργασίας με την Κυπριακή Δημοκρατία, που λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής ισχύος. Επαναθέρμανση των διμερών και τριμερών συνεργατικών σχημάτων με χώρες της Μεσογείου που αντιτάσσονται στη «Γαλάζια Πατρίδα».
- Επανέναρξη των ερευνών για υδρογονάνθρακες νότια της Κρήτης, που θυσιάστηκαν από την παρούσα κυβέρνηση, με εγκληματικό τρόπο στο όνομα της «πράσινης ανάπτυξης».
- Ενημέρωση και ενεργοποίηση της ίδιας της κοινωνίας, χωρίς το φρόνημα και την αντίσταση της οποίας δεν δύναται να υπάρξει άμυνα και αποτροπή.
Τα παραπάνω αποτελούν αυτονόητα βήματα για μια χώρα που θέλει στοιχειωδώς να σταθεί στο ταραγμένο γεωπολιτικά περιβάλλον. Φαίνεται όμως πως αποτελούν όμως αδιανόητες κινήσεις για την ελληνική πολιτική ελίτ, που είναι διαποτισμένη, παρά τους κατά καιρούς φραστικούς λεονταρισμούς, από τη λογική του κατευνασμού και των κάθε λογής εξυπηρετήσεων στις μεγάλες δυνάμεις.
Στην Πράγα σύμμαχος, στη Μεσόγειο πειρατής
Στην κυβέρνηση συνεχίζουν να ισχυρίζονται πως το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο του 2019, και όλες οι συμφωνίες που πατάνε πάνω σε αυτό είναι άκυρες, όσο οι σύμμαχοι μας δεν αναγνωρίζουν τη νομική του ισχύ. Το ίδιο και στα ΜΜΕ της χώρας, που οριακά, μιλούν για «ήττα» και «απομόνωση» του Ερντογάν.
Ποιες είναι όμως οι πραγματικές αντιδράσεις των συμμάχων μας; Η Ε.Ε., δήλωσε πως δεν αναγνωρίζει το Τουρκολυβικό Μνημόνιο, αλλά περιμένει να δει το «επίσημο κείμενο», παραπέμποντας την καταγγελία και τις κυρώσεις κατά της Τουρκίας στις γνωστές «ευρωπαϊκές καλένδες». Στο ίδιο μήκος κύματος και ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που δήλωσε πως «παρόλο που είναι σε γνώση μας οι αναφορές για την υπογραφή ενός μνημονίου κατανόησης μεταξύ της κυβέρνησης της Τουρκίας και της προσωρινής κυβέρνησης της Λιβύης, δεν έχουμε δει ακόμα το κείμενο», για να συνεχίσει καλώντας «όλα τα μέρη να απέχουν από ενέργειες που κινδυνεύουν να αυξήσουν τις εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο».
Ο Ερντογάν βλέπετε λογίζεται ως απαραίτητος σύμμαχος ή και διαμεσολαβητής στον εν εξελίξει πόλεμο της συλλογικής δύσης με τη Ρωσία. Μπροστά στην προσπάθεια να διατηρηθεί στο δυτικό στρατόπεδο, πρέπει να γίνουν ανεκτές οι παραξενιές του, και μαζί και οι γεωπολιτικές προκλήσεις της Τουρκίας που δρα ως περιφερειακός τραμπούκος στην περιοχή.
Κάπως έτσι ο Τούρκος πρόεδρος προσκλήθηκε ως εταίρος και στη Σύνοδο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας στην Πράγα, είχε συνομιλίες με Ευρωπαίους ηγέτες με θέμα τον πόλεμο στην Ουκρανία, την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, το προσφυγικό. Και όλα αυτά ενώ –μάλλον όχι τυχαία– ελάχιστες μέρες πριν, η Τουρκία έδειξε και πάλι το πραγματικό πρόσωπό της, δρώντας ως κράτος πειρατής στη Μεσόγειο, βάζοντας άλλο ένα αγκάθι στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, τόσο με την ενεργειακή συμφωνία με τη Λιβύη, όσο και με την νέα τραγωδία των ναυαγίων στο Αιγαίο με δεκάδες μετανάστες να πέφτουν θύματα της δολοφονικής δράσης των, ελεγχόμενων από το τουρκικό κράτος, κυκλωμάτων διακίνησης.
Αξιοποίησε μάλιστα την ευκαιρία αυτή για να ξαναβάλει στο επίκεντρο την τουρκική αναθεωρητική πολιτική σε όλα τα μέτωπα. Προκάλεσε και πάλι την Ελλάδα, κατηγορώντας την για ακόμη μια φορά, κατά τη διάρκεια του δείπνου των Ευρωπαίων ηγετών, πως ανεβάζει την ένταση. Είχε τετ-α-τετ γεμάτο αβροφροσύνη με τον Κύπριο πρόεδρο κ. Αναστασιάδη, την ώρα που συνεχίζει την τουρκοποίηση της Κύπρου. Ενώ μαζί με τον κ. Μακρόν, και τους ηγέτες της Αρμενίας, κ. Πασινιάν, και του Αζερμπαιτζάν, κ. Αλίεφ, συζήτησαν για την πολεμική ένταση στον Καύκασο, την ώρα που τα τουρκικά drone συνεχίζουν να σκοτώνουν Αρμένιους στρατιώτες. Το μήνυμα ξεκάθαρο. Η Τουρκία μπορεί να δημιουργεί τα τετελεσμένα της, όμως οι σχέσεις μαζί της συνεχίζουν ως έχουν, αν δεν αναβαθμίζονται κιόλας.
Η περικύκλωση της Ελλάδας
Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια εφ’ όλης της ύλης επίθεση από την Τουρκία, που απειλεί την ασφάλεια και τη βιωσιμότητα του Ελληνισμού σε Ελλάδα και Κύπρο και την ειρήνη στη περιοχή μας. Η τουρκική ηγεσία –από κοινού και η κεμαλική αντιπολίτευση– κάνουν ξεκάθαρο πως δεν μένουν μόνο σε φραστικές απειλές. Τα «θα έρθουμε νύχτα» του Ερντογάν, η αμφισβήτηση της κυριαρχίας των ελληνικών νησιών, και μια σειρά άλλες αναβαθμισμένες προκλήσεις, δείχνουν ότι η Τουρκία –η ηγεσία αλλά και η κοινωνική βάση– προετοιμάζεται για σύγκρουση, εφ’ όλης της ύλης.
Οι καθημερινές απειλές για την αποστρατικοποίηση των νησιών του Αιγαίου παράγουν αποτελέσματα, δημιουργώντας ταυτόχρονα το νομιμοποιητικό αφήγημα για τυχόν επιθετική ενέργεια (π.χ. ναυτικό αποκλεισμό) στο μέλλον. Στην Κύπρο η τουρκοποίηση στα κατεχόμενα βαθαίνει, την ίδια στιγμή που η λογική «λύση πάση θυσία» της κυπριακής ηγεσίας, έχει ρευστοποιήσει το ίδιο το στάτους κυρίαρχης χώρας για την Κυπριακή Δημοκρατία. Στη Θράκη είναι διαρκείς οι προκλήσεις τόσο με προβοκάτσιες στη μειονότητα όσο και με την εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών στο Έβρο. Παράλληλα η υβριδική απειλή, της εργαλειοποίησης των μεταναστών από τα δουλεμπορικά δίκτυα που αποδεδειγμένα δρουν με τις πλάτες του καθεστώτος Ερντογάν, συνεχίζει, αφήνοντας πίσω της θύματα όπως πριν λίγες μέρες με τα ναυάγια σε Λέσβο και Κύθηρα (βλ. σελίδες 8-9).
Το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο, και οι ενεργειακές συμφωνίες που βασίστηκαν σε αυτό, έρχονται να προστεθούν στις παραπάνω προκλήσεις και απειλές, που πλέον αθροιστικά συνιστούν πολεμική πίεση χωρίς επίσημη κήρυξη πολέμου. Απέναντι σε αυτή την πρόκληση καλείται να απαντήσει η χώρα μας. Όσο δεν βλέπουμε το πραγματικό μέγεθος της απειλής, και δεν παίρνουμε μέτρα ανάσχεσής της, τόσο θα κινούμαστε στις ράγες αποδοχής των τετελεσμένων που αυτή δημιουργεί.