Από: ellinikiantistasi.gr - Της Μαρκέλλας Καβαλιεράτου
Αναφερόμαστε στις ελληνικές απαιτήσεις από το κατοχικό δάνειο, τις επανορθώσεις για υλικές καταστροφές, τις αποζημιώσεις των θυμάτων και την επιστροφή κλαπέντων αρχαιολογικών θησαυρών. Το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, σε έκθεσή του που κατατέθηκε στη Βουλή το 2015, υπολόγισε τις συνολικές γερμανικές οφειλές σε 278,7 δις. ευρώ. Στο ποσόν αυτό πρέπει να προστεθούν και οι τόκοι από τότε μέχρι σήμερα. Πρόκειται για περισσότερα από 310 δις. ή περίπου το 80% του σημερινού δημόσιου χρέους της Ελλάδας. Υπάρχουν βέβαια και άλλες εκτιμήσεις που ανεβάζουν το συνολικό ποσό σε υψηλότερα επίπεδα.
Χαρακτηριστικά ο Κ. Μητσοτάκης κατά τη συνέντευξη τύπου είπε: «…Δε θα κρύψω ότι για την Αθήνα παραμένει ανοιχτό το θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων. Ειδικά του κατοχικού δανείου. Η ρύθμισή του θα ήταν αμοιβαία επωφελής. Σε μια συγκυρία, μάλιστα, που η ελληνογερμανική σύμπλευση απέναντι στις προκλήσεις των καιρών είναι ακλόνητη». Αργότερα, απαντώντας σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου πρόσθεσε: «Ειδικά το ζήτημα του κατοχικού δανείου έχει ιδιαιτερότητες».
Είναι προκλητικό ότι από τις συνολικές γερμανικές οφειλές ο κ. Μητσοτάκης εστίασε στο κατοχικό δάνειο το οποίο αποτελεί το σχετικά μικρότερο ποσό (10,3 δις) και πρόσθεσε ότι αυτό έχει και ιδιαιτερότητες. Ακόμα και καλοπροαίρετοι να ήταν οι Γερμανοί η συζήτηση, μετά την προτροπή του κ. Μητσοτάκη, θα περιοριζόταν στο κατοχικό δάνειο και λόγω «ιδιαιτεροτήτων» η διαπραγμάτευση θα οδηγείτο μάλλον σε αδιέξοδο! Το υπόλοιπο και συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των οφειλών, για ακόμα μια φορά, παραπέμφθηκε στις «ελληνικές καλένδες».
Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι ο Καγκελάριος Σολτς δεν αναφέρθηκε καθόλου στο θέμα των γερμανικών οφειλών και όταν ένας δημοσιογράφος υπέβαλλε σχετική ερώτηση δεν απάντησε γιατί, όπως είπε, δεν είχε ακούσει την ερώτηση. Η πάγια θέση της γερμανικής πλευράς σ’ όλες τις ρηματικές διακοινώσεις των ελληνικών κυβερνήσεων είναι ότι: «Το θέμα νομικά και πολιτικά έχει λήξει». Οι δύο τελευταίες ρηματικές διακοινώσεις έγιναν το 2019 (επί ΣΥΡΙΖΑ) και το 2020 (επί ΝΔ) πάντα για επικοινωνιακούς λόγους, αφού δεν συνοδεύονταν από καμιά άλλη ενέργεια. Ήταν «ντουφεκιές στον αέρα». Το ίδιο ισχύει και για την πρόσφατη αναφορά του Κ. Μητσοτάκη αφού συνοδευόταν από τη δήλωση ότι «η ελληνογερμανική σύμπλευση είναι ακλόνητη»!
Το Βερολίνο προκειμένου να υπονομεύσει τις ελληνικές διεκδικήσεις προωθεί και χρηματοδοτεί ψευδεπίγραφες «πρωτοβουλίες συμφιλίωσης» όπως η Ελληνογερμανική Συνέλευση, το Ελληνογερμανικό Ταμείο για το Μέλλον, το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας, προγράμματα για την αναθεώρηση της ιστορίας της Κατοχής που διδάσκονται στα σχολεία και υποσχέσεις «δωρεών» και «επενδύσεων» στους μαρτυρικούς τόπους. Όλα αυτά στοχεύουν στην άμβλυνση της ιστορικής μνήμης και άρα την αποδυνάμωση των απαιτήσεων του ελληνικού λαού για αποζημίωση και δικαιοσύνη. Το τραγικό είναι ότι διαχρονικά οι ελληνικές κυβερνήσεις αποδέχονται και συμμετέχουν σ’ αυτές τις γερμανικές πρωτοβουλίες.
Προς επίρρωση των ανωτέρω σε συνέντευξή του στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, την παραμονή της συνάντησής του με τον Κ. Μητσοτάκη, ο Όλαφ Σολτς είπε: «Νομικά και πολιτικά το ζήτημα των επανορθώσεων έχει λήξει. Ταυτόχρονα είναι ξεκάθαρο ότι οι Γερμανοί έχουν διαπράξει τρομερά εγκλήματα. Γι’ αυτό το λόγο είναι για μας τόσο σημαντική η επεξεργασία και η μνήμη και γι’ αυτόν το λόγο είναι για μένα τόσο σημαντική η συνεργασία σε προγράμματα εκπαίδευσης και μνήμης».
Είναι σαφές ότι οι Γερμανοί μπαταχτσήδες ενδιαφέρονται βασικά να μην πληρώσουν ούτε σεντς και παράλληλα να κάνουν «πλύση εγκεφάλου» στην ελληνική κοινωνία ώστε να αποδεχτεί ότι οποιαδήποτε απαίτηση για αποζημιώσεις είναι παράλογη. Έτσι, ανενόχλητοι θα συνεχίσουν να εισπράττουν το τμήμα που τους αναλογεί από τα ετήσια τοκοχρεολύσια του ελληνικού χρέους.
Η Ελλάδα θα μπορέσει να εισπράξει τις συνολικές γερμανικές οφειλές μόνο αν καταφέρει να σπάσει τα δεσμά της οικονομικής εξάρτησης που συνίστανται από την απουσία εθνικού νομίσματος και από το συναλλαγματικό ευρωχρέος. Έτσι θα αποκτήσει την αναγκαία ανεξαρτησία ώστε να έρθει σε μετωπική ρήξη με τη γερμανική ηγεμονία στην Ευρωζώνη.
Εκτός από τα νομικά επιχειρήματα, τις διαπραγματεύσεις και την τυχόν προσφυγή σε κάποιο διεθνές δικαστήριο υπάρχει και το όπλο της δήμευσης ή κατάσχεσης γερμανικών περιουσιών (υπάρχουν πολλές στην Ελλάδα). Υπάρχει και η συνεργασία με την Πολωνία που επίσης απαιτεί αποζημιώσεις (1,3 τρις.) από τη Γερμανία. Ο αντίπαλος πρέπει να γνωρίζει εξ’ αρχής ότι θα υποστεί απώλειες για να αναγκαστεί να συμβιβαστεί. Πρέπει να γίνει σαφές ότι η διεκδίκηση των γερμανικών επανορθώσεων είναι ένας οικονομικός πόλεμος και χρειάζονται τα αναγκαία όπλα για να κερδηθεί.
Σ’ αυτόν τον οικονομικό πόλεμο η Γερμανία θα επιχειρήσει για μια ακόμη φορά να μας καταστρέψει όπως έκανε και το 2010 με τα μνημόνια. Γι’ αυτό προϋπόθεση επιβίωσης του Ελληνισμού είναι η νομισματική και οικονομική ανεξαρτησία του στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Αυτά ας τα έχουν υπ’ όψιν τους οι κάθε κατηγορίας γερμανόφιλοι, γερμανόφοβοι και γερμανόπληκτοι που απλώς γκρινιάζουν και επαιτούν.