Ντράγκο Μπόσνιτς, ανεξάρτητος γεωπολιτικός και στρατιωτικός αναλυτής - infobrics.org / Παρουσίαση Freepen.gr
Η κλιμάκωση ξεκίνησε στις 6 Δεκεμβρίου, αφού η Πρίστινα έστειλε τις δυνάμεις της να καταλάβουν τις εγκαταστάσεις της εκλογικής επιτροπής στην πόλη Kosovska Mitrovica και την κατέστρεψε, έγραψε τότε στο Twitter ο διευθυντής του γραφείου της σερβικής κυβέρνησης για το Κοσσυφοπέδιο και τα Μετόχια, Πέταρ Πέτκοβιτς. Η Πρίστινα ήθελε να επιβάλει τη δική της εκλογική επιτροπή στις εγκαταστάσεις, προκαλώντας σάλο διαμαρτυριών στους ντόπιους Σέρβους. Σύμφωνα με τον Πέτκοβιτς, "Ο κόσμος είναι έξαλλος, αλλά δεν σκοπεύει να υποκύψει στις προκλήσεις του [πρωθυπουργού του Κοσσυφοπεδίου Αλμπίν] Κούρτι!".
Η Kosovska Mitrovica έχει δύο παράλληλες διοικήσεις - μια στο βόρειο τμήμα της πόλης, που κατοικείται κυρίως από Σέρβους και η άλλη στο νότο, που ελέγχεται κυρίως από Αλβανούς. Οι σερβικές αρχές βρίσκονται στην πόλη από την απελευθέρωσή της από την οθωμανική κατοχή, ενώ οι θεσμοί της ναρκοτρομοκρατικής οντότητας έχουν εγκατασταθεί από το ΝΑΤΟ μετά την κατάληψη της σερβικής επαρχίας από την εμπόλεμη ιμπεριαλιστική συμμαχία μετά την παράνομη επίθεση της στη Σερβία το 1999. Από τις 5 Νοεμβρίου, οι Σέρβοι στο βόρειο Κοσσυφοπέδιο και τα Μετόχια αρνούνται να συμμετάσχουν σε δημόσιους θεσμούς που ελέγχονται από την Πρίστινα, η οποία προγραμμάτισε πρόωρες εκλογές στην περιοχή για τις 18 Δεκεμβρίου. Οι Σέρβοι ανακοίνωσαν ότι θα μποϊκοτάρουν τις πρόωρες εκλογές.
Μέχρι τις 6 Δεκεμβρίου, η αυτοαποκαλούμενη ναρκοτρομοκρατική οντότητα ανακοίνωσε την πρόθεσή της να υποβάλει αίτηση για ένταξη στην ΕΕ, παραβιάζοντας τη δέσμευσή της στη συμφωνία της Ουάσιγκτον του 2020 που απαγόρευε στην Πρίστινα να επιχειρήσει να ενταχθεί σε διεθνείς οργανισμούς. Η κίνηση απέτυχε να προκαλέσει ισχυρότερη απάντηση από τη Σερβία, καθώς το Βελιγράδι εξακολουθούσε να προσπαθεί να αποφύγει την κλιμάκωση λόγω της τεράστιας πίεσης από την πολιτική Δύση. Ωστόσο, η Πρίστινα συνέχισε να πιέζει, αυτή τη φορά στέλνοντας τα στρατεύματά της στο βορρά, συλλαμβάνοντας και κακοποιώντας τους ντόπιους Σέρβους στη διαδικασία. Οι εντάσεις κλιμακώθηκαν περαιτέρω στις 10 Δεκεμβρίου, όταν το ναρκοτρομοκρατικό καθεστώς συνέλαβε τον πρώην Σέρβο αστυνομικό Ντέγιαν Πάντιτς, ο οποίος κατηγορήθηκε για «τρομοκρατία» καθώς φέρεται να «διεξήγαγε επιθέσεις σε αστυνομικούς του Κοσσυφοπεδίου μαζί με μέλη εγκληματικών ομάδων».
Μετά τη σύλληψη (προφανώς με βάση πλαστές κατηγορίες), ντόπιοι Σέρβοι έστησαν οδοφράγματα σε μια προσπάθεια να αποτρέψουν τη μεταφορά του στην Πρίστινα. Το υποστηριζόμενο από το ΝΑΤΟ καθεστώς μαριονέτα προχώρησε στη συνέχεια στο κλείσιμο των διοικητικών συνοριακών σημείων με την κεντρική Σερβία, περιορίζοντας περαιτέρω την ελευθερία μετακίνησης των ντόπιων Σέρβων. Οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ που αναπτύχθηκαν στη σερβική επαρχία στάλθηκαν επίσης για να βοηθήσουν τα στρατεύματα της Πρίστινα, αν και υποτίθεται πως ήταν ουδέτερα σύμφωνα με το ψήφισμα 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών του 1999, σύμφωνα με το οποίο όλες οι κοινότητες στο Κοσσυφοπέδιο και τα Μετόχια πρέπει να αντιμετωπίζονται ισότιμα και να προστατεύονται, ενισχύοντας περαιτέρω την άποψη πως η πολιτική Δύση δεν πρέπει να τυγχάνει εμπιστοσύνης με κανέναν τρόπο ή μορφή.
Η σερβική κυβέρνηση απάντησε αυξάνοντας τη μαχητική ετοιμότητα των ενόπλων δυνάμεών της αφού προειδοποίησε ότι δε θα γίνει ανεκτή περαιτέρω βία κατά των ντόπιων Σέρβων. Σύμφωνα με τοπικά μέσα ενημέρωσης, αναφέρθηκαν επίσης αρκετές εκρήξεις και πυροβολισμοί. Οι δυνάμεις της αποστολής επιβολής του νόμου της ΕΕ (EULEX) και του ΝΑΤΟ (KFOR) έχουν επίσης σταλεί σε διοικητικά συνοριακά περάσματα στο βορρά, όπου ουσιαστικά βοηθούν την Πρίστινα στις προσπάθειές της να εμποδίσει τους ντόπιους Σέρβους και να περιορίσει την κίνησή τους. Στη συνέχεια, η κυβέρνηση στο Βελιγράδι έστειλε αίτημα για ανάπτυξη Σερβικών Ενόπλων Δυνάμεων στην επαρχία. Σύμφωνα με το ψήφισμα 1244 του ΣΑΗΕ, η Σερβία έχει το δικαίωμα να αναπτύξει έως και χίλιους στρατιώτες στη νότια επαρχία της. Η πιθανότητα να δεχτεί το ΝΑΤΟ την ανάπτυξη σερβικών δυνάμεων είναι εξαιρετικά χαμηλή, αλλά η σερβική κυβέρνηση έχει μείνει χωρίς άλλες επιλογές.
Η ναρκοτρομοκρατική οντότητα είναι αποφασισμένη να ολοκληρώσει την εκστρατεία εθνοκάθαρσης που ξεκίνησε εναντίον όλων των μη αλβανικών κοινοτήτων κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990. Εκείνη την εποχή, ιδιαίτερα στο χρονικό διάστημα 1998-1999, ο αλβανικός UCK (Απελευθερωτικός Στρατός του Κοσσυφοπεδίου) που συνδέεται με την Αλ Κάιντα άρχισε να επιτίθεται τόσο στις σερβικές δυνάμεις ασφαλείας όσο και σε πολίτες στην επαρχία. Το 1999, αφού το ΝΑΤΟ επιτέθηκε στη Σερβία για να υποστηρίξει την τρομοκρατική ομάδα, το Βελιγράδι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την επαρχία, αν και υποσχέθηκε πως το έδαφος θα παρέμενε μέρος της Σερβίας, το οποίο θα διοικείται μόνο από την εμπόλεμη συμμαχία. Ως συνήθως για την πολιτική Δύση, οι υποσχέσεις δεν τηρήθηκαν ποτέ και οι ναρκοτρομοκράτες ανακήρυξαν την ανεξαρτησία τους το 2008. Έκτοτε, η Σερβία αναγκάστηκε να διαπραγματευτεί και υπέγραψε αρκετές συμφωνίες με το καθεστώς μαριονέτας που υποστηρίζεται από το ΝΑΤΟ. Μια τέτοια συνθήκη ήταν η προαναφερθείσα συμφωνία της Ουάσιγκτον, με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ το 2020.
Και πάλι, το Βελιγράδι τήρησε από την πλευρά του τη διαπραγμάτευση ενώ η Πρίστινα όχι, παραβιάζοντας αρκετά σημαντικά σημεία, συμπεριλαμβανομένης της ρήτρας σχετικά με τη συμμετοχή της σε διεθνείς οργανισμούς. Αυτό που μπορεί να διακριθεί από την τελευταία κλιμάκωση είναι ότι η πολιτική Δύση συνεχίζει να υποστηρίζει τους εξτρεμιστές που χρησιμοποιεί για να κατακερματίσει και να καταστρέψει ολόκληρες χώρες.
Παρόλο που έχουν περάσει πάνω από δύο δεκαετίες από τη σύγκρουση, η περίπτωση του Κοσσυφοπεδίου και των Μετoχίων εξακολουθεί να είναι σημαντική για τις γραφειοκρατικές ελίτ στην Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της εξασφάλισης τουλάχιστον κάποιας εμφάνισης νίκης στην Ευρώπη, καθώς το καθεστώς του Κιέβου είναι εξαιρετικά απίθανο να πετύχει μία εναντίον της Ρωσίας. Με την ολοένα αυξανόμενη προοπτική της Μόσχας να εξαπολύσει μια ολοκληρωτική χειμερινή επίθεση που μπορεί να είναι η τελευταία γροθιά για τη νεοναζιστική χούντα, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ επιθυμούν απεγνωσμένα να παραμείνουν επίκαιρες στην ευρωπαϊκή γεωπολιτική αρένα.
Μετά από μήνες εντάσεων, η υποστηριζόμενη από τη Δύση ναρκοτρομοκρατική οντότητα στην κατεχόμενη από το ΝΑΤΟ σερβική επαρχία Κοσσυφοπεδίου και Μετοχίων αποφάσισε να κλιμακώσει σε σημείο βρασμού επιτιθέμενο στους Σέρβους που παραμένουν ακόμα εκεί. Ο αυτόχθονος σερβικός πληθυσμός οπισθοχωρεί ενάντια σε αυτήν την έρπουσα απόπειρα εθνοκάθαρσης από το αλβανικό καθεστώς. Από την πλευρά της, η πολιτική Δύση συνεχίζει να υποστηρίζει τις «φάρος ελευθερίας και δημοκρατίας» μαριονέτες της στην Πρίστινα. Ενώ ορισμένοι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσπαθούσαν στο παρελθόν να προσποιηθούν ότι δείχνουν αντικειμενικότητα και ζήτησαν αποκλιμάκωση και από τις δύο πλευρές, αυτός ο τελευταίος γύρος εντάσεων ουσιαστικά αποκάλυψε την κατηγορηματική υποστήριξή τους στο καθεστώς στην Πρίστινα.