Κρινιώ Καλογερίδου
Αποφασιστικότητα όχι με την έννοια των λεονταρισμών, αλλά της χωρίς... κατευναστικές αναστολές εφαρμογής μιας εθνικά περήφανης στρατηγικής για όλο τον Ελληνισμό. Στρατηγικής που δεν την έχουμε αναπτύξει από χρόνια, σε αντίθεση με την Τουρκία.
Δεν την έχουμε αναπτύξει ούτε δίνουμε σημάδια ότι θα την αναπτύξουμε στο άμεσο μέλλον. Γι' αυτό και αρκούμαστε να παρακολουθούμε τις διεκδικητικές πρωτοβουλίες της Τουρκίας, οι οποίες περνάνε συχνά το όριο της ρητορικής και κινούνται επί του πεδίου ακολουθώντας με εμμονή το πνεύμα του κλιμακούμενου αναθεωρητισμού.
Απέναντι στο πνεύμα αυτό εμείς μάθαμε να αντιδράμε υποχωρητικά, ''ψύχραιμα'' και ''νηφάλια'' υπό τον φόβο του casus belli και την επιρροή της κατευναστικής πολιτικής την οποία ακολουθούμε διαχρονικά.
Έτσι δίνουμε στην Τουρκία, την κρίσιμη στιγμή, την εντύπωση ότι είμαστε υπό την... επήρεια της δύναμης της πυγμής της: Αναποφάσιστοι, φοβισμένοι, ανασφαλείς και ανέτοιμοι, με αποτέλεσμα να αποθρασύνεται περαιτέρω. Να φτάνει στο σημείο να μας στέλνει τελεσίγραφα για τον εξοπλισμό των νησιών μας.
Να δημοσιοποιεί γεωπολιτικούς χάρτες με το μισό Αιγαίο δικό της και να βάφει κόκκινα τα ελληνικά νησιά (συμπεριλαμβανομένης της Κρήτης), τα οποία έχει ''βαφτίσει'' προηγουμένως με τουρκικά ονόματα.
Να φτάνει να διαστρέφει σκανδαλωδώς την πραγματικότητα και να παραποιεί την αλήθεια κατηγορώντας μας άδικα ότι... καταπιέζουμε την ''τουρκική'' μειονότητα στη Δυτική Θράκη και παραβιάζουμε σταθερά τη Συνθήκη της Λωζάνης.
Ως προς το τελευταίο, βέβαια, πήρε πρόσφατα την απάντηση που της έπρεπε από τον υπουργό Εξωτερικών μας, ο οποίος της υπενθύμισε την διπλή αλήθεια. Απ' την μια ότι η μειονότητα στη Θράκη είναι μουσουλμανική (θρησκευτική και όχι εθνική, όπως με δόλο διατείνεται), κι από την άλλη ότι καλύτερα θα ήταν να κοιτάζει τα του οίκου της, γιατί έχει χείριστες επιδόσεις σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Τρανή απόδειξη για το τελευταίο αυτό αποτελεί το γεγονός ότι -- ''ενώ η μουσουλμανική μειονότητα Θράκης αριθμεί περί τα 120.000 μέλη, όσα δηλαδή κατά την περίοδο υπογραφής της Συνθήκης της Λωζάννης (1923) -- στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο η Ελληνική Μειονότητα αριθμεί λιγότερες από 3.000 ψυχές, τη στιγμή που κατά την υπογραφή της Συνθήκης αριθμούσε περί τις 130.000'', όπως λέει χαρακτηριστικά στην απαντητική του δήλωση ο Έλληνας ΥΠΕΞ.
Φευ!.. Αυτό που τολμήσαμε θαρρετά να πούμε ''σήμερα'' αποστομώνοντας τον Τσαβούσογλου ως εκπρόσωπο της Τουρκίας, δειλιάσαμε να το δείξουμε έμπρακτα ''χθες'' και ''προχθές'', όταν οι Τούρκοι ύψωναν βουνό τις προκλήσεις μπροστά μας ''επί του πεδίου'', με εμάς να παρακολουθούμε ως αθέατοι μάρτυρες τις επιδόσεις της στις παραβιάσεις των συνόρων μας σε θάλασσα και αέρα.
Ας είναι. ''Κάλλιο αργά παρά ποτέ'', αν και δεν είμαι σίγουρη ότι θα ισχύσει σε μόνιμη βάση η πρόθεση αντίστασης στο θέμα αυτό, γιατί έχουμε την τάση για πισωγυρίσματα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, πρέπει να αποφασίζουμε το καλύτερο για τα συμφέροντα της πατρίδας μας.
''Χρεωστεί κάθε εις να αγαπά και να τιμά την πατρίδα… καν τε αχαμνή (αδύνατη), πτωχή και εις τους πολλούς αγνώριστη'', έλεγε ο ''Ρωμηός της Κύπρου'' Νεόφυτος Ροδινός.
Κι αυτή η αγάπη για την πατρίδα πρέπει να είναι, πέρα από διαρκής, και έμπρακτη. Να μην μπαίνει στο ζύγι των κομματικών συμφερόντων. Έτσι μόνο θα αποκτήσει νόημα εντός μας ο στίχος του Σολωμού:
''Μια φούχτα χώμα να κρατώ και να σωθώ μ’ εκείνο...''
Αλλά και ο στίχος του Βαλαωρίτη:
''Νιώθω για σε, πατρίδα μου, στα σπλάχνα χαλασμό!''. Τον χαλασμό της φιλοπατρίας...
Δεν ξέρω αν η πολιτική ηγεσία μας έχει συνειδητοποιήσει ότι κάποιοι μας σπρώχνουν στου ''κακού τη σκάλα'', όταν μας ωθούν να τα βρούμε με την Τουρκία... υποχωρώντας. Ότι μας ζητούν, στην ουσία, να ''μαγαριστούμε'' προδίδοντας τα όσια και τα ιερά μας.
Γιατί, ακολουθώντας τη στρατηγική της μόνιμης υποχωρητικότητας αντί της αξιόπιστης αποτροπής, απαξιώνουμε αυτόματα τα κεκτημένα των προγόνων μας, ''τα λευκασμένα κόκαλα των οποίων είναι σπαρμένα ακόμα στις αετοράχες και τα διάσελα της Πίνδου περιμένοντας από μας τη δικαίωση των αγώνων τους'', όπως έλεγα σε παλαιότερο άρθρο μου.
Και επειδή αυτά μπορεί να σας φαίνονται θεωρητικά και ''συναισθηματικά'', εγώ θα σας πάω στα ορθολογιστικά και εφαρμοσμένα της Εξωτερικής πολιτικής μας, για να πειστείτε ότι αυτή δείχνει διαχρονικά και διακυβερνητικά πως είναι ανεπίδεκτη μάθησης, όταν παραμένει ελλειμματική επαναλαμβάνοντας αυτιστικά τα ίδια και τα ίδια λάθη.
Μερικά από αυτά, τα πιο σοβαρά, είναι τα αδύναμα αντανακλαστικά της, η λανθασμένη επιλογή του σωστού χρόνου αντίδρασης στις προκλήσεις που δέχεται και η χρονοκαθυστέρηση στη λήψη αποφάσεων, για να τις αντιμετωπίσει.
Οι αιτίες για τις παραπάνω αδυναμίες της Εξωτερικής μας πολιτικής οφείλονται κυρίως στην ευθυνοφοβία και την έλλειψη διορατικότητας των ιθυνόντων. Σαν ενδεικτικό παράδειγμα ανατρέχω σε κάτι.. παρελθοντολογικό που συχνά πυκνά επικαιροποιείται:
Στην αιδήμονα σιωπή που ακολουθούσαμε μέχρι πρότινος (σ.σ: τώρα έχουμε βελτιωθεί σε αυτό και ''βγάζουμε γλώσσα'' στην Τουρκία) μετά από προκλητικές δηλώσεις Τούρκων Αξιωματούχων (με πρώτους τους Ερντογάν, Τσαβούσογλου και Ακάρ) οι οποίοι αμφισβητούν σε μόνιμη βάση την ελληνικότητα πολλών νησιών του Αιγαίου (συμπεριλαμβανομένης και της Κρήτης) και κάνουν ευθέως ζήτημα ερμηνείας της Συνθήκης της Λωζάνης (1923), αν και η Τουρκία είναι που ακολουθεί στρατηγική αναθεωρητισμού.
Το τι επιδιώκει είναι ηλίου φαεινότερο. Θέλει να φέρει προς συζήτηση στο Τραπέζι διαλόγου το θέμα διεκδίκησης των νησιών και των βραχονησίδων μας, για τα οποία ισχυρίζεται κατά καιρούς ο Ταγίπ Ερντογάν ότι δεν έχουν υφαλοκρηπίδα, υπονοώντας πως η Τουρκία θα διεκδικήσει εξ ημισείας τα κοιτάσματα του ορυκτού πλούτου του Αιγαίου.
Σ' αυτές της μείζονος σημασίας προκλήσεις εξακολουθούμε να απαντάμε... τόσο, όσο, χωρίς να διανοούμαστε ότι υπάρχει και η λύση της αποτροπής. Της αποτροπής που παραπέμπει στην άμεση απάντηση της Ελλάδας στις τουρκικές προκλήσεις επί του πεδίου.
Όσο για τις λίγες φωνές που εισηγούνται την ανάληψη πρωτοβουλίας κινήσεων εκ μέρους μας με πιθανό επακόλουθο και την πολεμική διευθέτηση των διαφορών μας ακόμα με την Τουρκία, είμαι σίγουρη ότι αυτές προκαλούν ανατριχίλα στους επικεφαλής των υπουργείων Εξωτερικών και Άμυνας (πολύ περισσότερο στον πρωθυπουργό, κι ας τον αποκαλούν... ''πολεμοχαρή'' οι Τούρκοι), γιατί παραπέμπουν ευθέως στην πρόταση του σύγχρονου Έλληνα φιλόσοφου Παναγιώτη Κονδύλη (1945-1998) ότι μόνο δια της αξιόπιστης αποτροπής έχει ελπίδες η Ελλάδα να επικρατήσει έναντι της Τουρκίας...
Η επιλογή του σωστού χρόνου έπαιζε ανέκαθεν σπουδαίο ρόλο στην Εξωτερική μας πολιτική, σε βαθμό που σηματοδοτούσε την επιτυχία ή μη ενός εγχειρήματος. Στην επιτυχία αυτή, ωστόσο, συμβάλλουν και άλλοι παράγοντες, όπως η εξοπλιστική μας ισχύς, η γνώση των αδυναμιών του αντιπάλου, η αναγνώριση των δικών μας αδυναμιών, η διορατικότητα και η αποφασιστικότητα.