Από: protothema.gr - Μιχάλης Στούκας
Ο Διγενής Ακρίτας
Όλοι οι μελετητές θεωρούν βέβαιο ότι οι αραβοβυζαντινές συγκρούσεις που διήρκεσαν από τον 7ο ως τον 11ο αιώνα αποτελούν το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η σωζόμενη ηρωική ποίηση των Βυζαντινών σε δημώδη γλώσσα.
Τα σημαντικότερα και αρχαιότητα δείγματα αυτής της ποίησης είναι το επικό άσμα "Του Αρμούρη", το άσμα "Του υιού του Ανδρονίκου" και κατά τον G. Saunier, το άσμα "Του Θεοφύλακτου".
Ακρίτες ονομάζονταν οι υπερασπιστές των άκρων, των ακραίων δηλαδή ανατολικών συνόρων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ήδη από την εποχή του Ιουστινιανού (527-565) αναπτύχθηκαν αλλεπάλληλες σειρές οχυρωματικών έργων με ισχυρά τειχισμένες και οχυρωμένες παραμεθόριες πόλεις και με ευρύτατο σύστημα φρουρίων σε στρατηγικά σημεία που αξιοποιούσαν τα φυσικά εμπόδια (όρη, ποτάμια, έρημες εκτάσεις κλπ.) για να φυλάνε τις στρατηγικές διαβάσεις και να ελέγχουν με μεγαλύτερη άνεση τις κινήσεις των εχθρών της αυτοκρατορίας στα ανατολικά, κυρίως, σύνορά της. Ο όρος "ακρίτας" (ακρίτες, λατινικά limitanei) ή "ακρίτης" αναφέρεται για πρώτη φορά τον 10ο αιώνα από τον αυτοκράτορα και λόγιο Κωνσταντίνο του Πορφυρογέννητο στο έργο του "Περί Βασιλείου Τάξεως".
Γνωστότερος απ΄ όλους τους ακρίτες, ήταν ο Διγενής Ακρίτης ή Ακρίτας. Πρόκειται για ήρωα του μεσαιωνικού ελληνισμού, η ακμή του οποίου τοποθετείται γύρω στον 10ο αιώνα στην περιοχή του Ευφράτη. Πολεμούσε ως ακρίτας εναντίον των Αράβων (κυρίως με τους τοπικούς άρχοντες και αμιράδες, ηγεμόνες δηλαδή) και των απελατών.
Για τον Διγενή ως το 1875 γνωρίζαμε ελάχιστα πράγματα.
Τότε ο Κ. Σάθας και ο E. Legrand δημοσίευσαν ποίημα του Διγενή, στηριζόμενοι στο χειρόγραφο που ο λόγιος Σάββας Ιωαννίδης βρήκε σε κελί μοναχού στη Μονή της Παναγίας Σουμελά στην Τραπεζούντα και δώρησε στη βιβλιοθήκη της Τραπεζούντας. Το ποίημα αυτό είναι ακέφαλο και κολοβό και παρουσιάζει πολλά χάσματα στην αφήγηση. Τα επόμενα χρόνια έγιναν γνωστές και άλλες παραλλαγές του ποιήματος που διαφέρουν λιγότερο ή περισσότερο από το κείμενο της πρώτης έκδοσης των Σάθα και Legrand. Αυτές είναι:
α) η "Διασκευή της Οξφόρδης" (codex Oxoniensis, Lincoln College 24), την οποία έκανε γνωστή και δημοσίευσε το 1880 ο Σπυρίδων Λάμπρος. Το χειρόγραφο της Οξφόρδης γράφτηκε το 1670 από τον Χιώτη ιερομόναχο Ιγνάτιο Πετρίτση,
β) η "Διασκευή της Άνδρου-Αθηνών", που δημοσίευσε το 1881 ο Α. Μηλιαράκης από χειρόγραφο που βρέθηκε στην Άνδρο,
γ) η "Διασκευή της Grottaferrata" (G), την οποία δημοσίευσε ο E. Legrand το 1882 από το χειρόγραφο της ελληνικής μονής της Κρυπτοφέρρης στην Ιταλία,
δ) η "Διασκευή του Εσκοριάλ" (Ε), που παρουσίασε το 1904 ο K. Krumbacher και δημοσίευσε ολόκληρη το 1911 ο D.C. Hesseling,
και
ε) η "Πεζή Διασκευή" που ανακάλυψε το 1898 σε χειρόγραφο της Άνδρου (γραμμένο τον 17ο αιώνα) ο Δ. Πασχάλης και τη δημοσίευσε το 1928. Από τις έξι σωζόμενες παραλλαγές, που έχουν αρκετές διαφορές μεταξύ τους, πλέον αξιόπιστες θεωρούνται αυτές του Escorial και της Grottaferatta. Διασώζουν κείμενα που πλησιάζουν την αρχική μορφή του ποιήματος και χρονολογούνται πριν το 1204.
Στο πρώτο μέρος του έργου που έχει έντονο επικό χαρακτήρα και αποκαλείται "Το άσμα του αμιρά", ένας Άραβας εμίρης εισβάλλει στην Καππαδοκία και αρπάζει την κόρη ενός Βυζαντινού στρατηγού. Η μητέρα της ειδοποιεί τους πέντε γιους της να σπεύσουν να ελευθερώσουν την αδελφή τους, αλλιώς θα έχουν την κατάρα της. Οι πέντε νέοι πηγαίνουν στο στρατόπεδο τον αμιρά και του ζητούν να αφήσει ελεύθερη την αδελφή τους.
Εκείνος δεν δέχεται και τελικά συμφωνούν να λύσουν τη διαφορά τους με μονομαχία. Ο αμιράς μονομαχεί με τον Κωνσταντίνο, τον μικρότερο από τα πέντε αδέλφια και νικιέται.
Τελικά, σαγηνευμένος από τα κάλλη της ωραίας κόρης ζητά να γίνει Χριστιανός και να την παντρευτεί. Είναι μάλιστα πρόθυμος να τους ακολουθήσει στη Ρωμανία, αρκεί να τον δεχθούν για γαμπρό τους. Ο γάμος του αμιρά και της Βυζαντινής κόρης γίνεται στη Ρωμανία και το ζευγάρι αποκτά τον Διγενή Ακρίτη. Ύστερα από λίγο καιρό μυστικοί απεσταλμένοι από τη Συρία φέρνουν στον αμιρά ένα γράμμα, στο οποίο τον επιπλήττει η μητέρα του για την εξωμοσία του. Ο αμιρός αναγκάζεται να επιστρέψει στην πατρίδα του, προσηλυτίζει τη μητέρα του και ολόκληρη τη γενιά του και όλοι πηγαίνουν στη Ρωμανία όπου βαφτίζονται Χριστιανοί.
Το δεύτερο μέρος του έργου αφηγείται την ενηλικίωση και τα υπερφυσικά κατορθώματα του Διγενή. Σε τρία χρόνια μαθαίνει γράμματα και ύστερα αρχίζει να ασκείται στα όπλα. Έχει ιδιαίτερη αδυναμία στα άλογα και στο κυνήγι. Μάλιστα, μικρός ακόμα μαζί με τον πατέρα του και τον θείο του Κωνσταντίνο παίρνει μέρος σε κυνήγι άγριων θηρίων. Αργότερα, απαγάγει την πανέμορφη κόρη του Στρατηγού Δούκα, την Ευδοκία και την παντρεύεται. Κάποια στιγμή μαζί με την Ευδοκία και την ακολουθία του στα άκρα (σύνορα) και γίνεται ακρίτης.
Ο Διγενής σκοτώνει έναν δράκοντα, αναμετριέται με τους απελάτες και τους τρεις γενναίους αρχηγούς τους (Φιλοπαππούς, Ιωαννίκης και Κίνναμος) τους οποίους και κατατροπώνει. Οι απελάτες καλούν την πανέμορφη και γενναία αμαζόνα Μαξιμού (ή Μαξιμώ) για να τους βοηθήσει. Ο Διγενής νικά και τη Μαξιμώ και απατά μαζί της τη σύζυγό του. Σύμφωνα με την εκδοχή της Gotteferrata, ο αυτοκράτορας Ρωμανός επισκέπτεται τον Διγενή και του απονέμει τον τίτλο του Πατρικίου.
Επίσης, ο Διγενής έχει μία περιπέτεια με την κόρη του εμίρη του Μεφερκέ Απλορράβδη, που έχει εγκαταλειφθεί από τον Ρωμαίο εραστή της στην έρημο. Το συγκεκριμένο βίαιο και αποκρουστικό επεισόδιο, το αφηγείται σε εξομολογητικό τόνο, ο ίδιος ο μεταμελημένος Διγενής.
Το έπος κλείνει με την περιγραφή των κήπων και των κτισμάτων του Διγενή, την αφήγηση του θανάτου των γονιών του, του τέλους του θρυλικού ήρωα (από φυσικά αίτια) και της γυναίκας του.
Το όνομα του ήρωα, Διγενής είναι συμβολικό, από δύο γένη: Χριστιανούς και Μουσουλμάνους. Μέσα από τις συγκρούσεις των ακριτών με τους Άραβες και τους απελάτες, κατά δεύτερο λόγο, άρχισε να αναδύεται σταδιακά ένα μεγάλο πλήθος ηρώων (Ανδρόνικος, Αρμούρης, Αρέστης, Διγενής, Θεοφύλακτος, Κωνσταντάς, Πορφύρης κ.ά.) και να πλάθονται διάφοροι θρύλοι που εξυμνούσαν την παλικαριά τους και τη σχεδόν υπερφυσική δύναμή τους. Ο Στίλπων Κυριακίδης, γράφει σχετικά: «... οι καθημερινοί αγώνες των ανδρών τούτων, εις τους οποίους διέλαμπεν όχι μόνον η στρατηγική ικανότης, αλλά και η σωματική ρώμη, δεν ήτο δυνατόν ν' αφήσουν ασυγκίνητον την λαϊκήν ψυχήν, τοσούτω μάλλον, καθ' όσον εστρέφοντο εναντίον των μισητών και αθέων Σαρακηνών, των αρνητών του Χριστού...».
Ο "Διγενής Ακρίτας" μαζί με τα σατιρικά "Πτωχοπροδρομικά Ποιήματα" του 12ου αιώνα, το παραινετικό ποίημα του "Σπανέα" και το αυτοβιογραφικό - διδακτικό ποίημα του Μιχαήλ Γλυκά "Στίχοι ους έγραψε καθ' ον κατεσχέθη καιρόν", αποτελούν ένα από τα πρώτα δείγματα της συστηματικής καλλιέργειας της λογοτεχνίας σε δημώδη γλώσσα. Πολλοί μελετητές θεωρούν ότι τα ακριτικά τραγούδια και το έπος του Διγενή αποτελούν την αφετηρία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι τα πλαίσια μέσα στα οποία δημιουργήθηκε το συγκεκριμένο έργο, είναι καθαρά βυζαντινά.
Τι ήταν οι απελάτες;
Σε προηγούμενα σημεία του άρθρου κάναμε αναφορά στους απελάτες, για τους οποίους υπάρχουν διάφορες εκδοχές στο διαδίκτυο.
Άτακτοι πολεμιστές στα ανατολικά βυζαντινά σύνορα, ζωοκλέφτες τυχοδιώκτες και λήσταρχοι, Σαρακηνοί κλπ. Ποιος ήταν πραγματικά ο ρόλος τους στο Βυζάντιο;
Ζητήσαμε την άποψη του κορυφαίου Βυζαντινολόγου, Καθηγητή του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, κύριου Αλέξιου Γ.Κ. Σαββίδη, ο οποίος πρόθυμα και ευγενέστατα για μία ακόμη φορά μας έδωσε πολύτιμα στοιχεία που ξεκαθαρίζουν ποιοι ήταν οι απελάτες. Να σημειώσουμε με την ευκαιρία, ότι πολύ σύντομα θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις ΗΡΟΔΟΤΟΣ ένα ακόμα πολύ σημαντικό βιβλίο του κυρίου Σαββίδη με τίτλο «ΥΣΤΕΡΟΒΥΖΑΝΤΗ ΚΑΙ ΠΡΩΙΜΗ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ», με νέα στοιχεία για τις εγκαταστάσεις Λατίνων, Σλάβων, Αλβανών και Οθωμανών στη Θεσσαλία από τον 13ο ως τον 15ο αιώνα. Εννοείται ότι θα αναφερθούμε σε ξεχωριστό άρθρο μας σε όσα άκρως ενδιαφέροντα παρουσιάζει ο κύριος Σαββίδης στο νέο του βιβλίο.
Ας επανέλθουμε όμως στους απελάτες. «Επρόκειτο για άτακτα στρατιωτικά, όχι όμως κατά βάσιν ληστρικά, παρά το γεγονός ότι ενίοτε κατέφευγαν σε ληστρικές ενέργειες λεηλατώντας (διαγουμίζοντας) περιοχές των αντιπάλων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (για παράδειγμα στο ακριτικό μέτωπο με τους Μουσουλμάνοι πολεμιστές της εξάπλωσης της πίστης τους δια του ιερού πολέμου "τζιχάντ"). Ο κύριος ρόλος τους, τα βασικά τους καθήκοντα, ήταν να λειτουργούν ως οδηγοί - ανιχνευτές των βυζαντινών δυνάμεων εκστρατείας (να τα "απελατεύουν", δηλ. να τα οδηγούν μακριά αλλά και ως ανιχνευτές των συνοριακών περιοχών», τόνισε ο κύριος Σαββίδης. Όσο για την σύγκρουση Διγενή - απελατών στο έπος, σημειώνει: «Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι απελάτες είχαν δοκιμάσει, χωρίς αποτέλεσμα, να του απαγάγουν τη γυναίκα (ενν. του Διγενή). Οι λόγοι των συγκρούσεων αυτών είναι διάφοροι, ενίοτε ήσσονος σημασίας, απλά λάμβαναν χώρα μέσα στο πλαίσιο της επίδειξης ισχύος και κλέους (δόξας)».
Νομίζουμε ότι μετά τα όσα διαφωτιστικά αναφέρει ο κύριος Σαββίδης, είναι σαφές τι ακριβώς ήταν οι απελάτες.
Η ακριτική ποίηση
Η παλαιότερη έρευνα χαρακτήριζε ακριτικά μια μεγάλη ομάδα ηρωικών, ιστορικών ή άλλων αφηγηματικών τραγουδιών που είχαν μόνο μικρές θεματικές ομοιότητες ή κάποια κοινά μοτίβα με τα ακριτικά τραγούδια, όπως τα "Του Πορφύρη" ή "Ο Ξάντινον". Η σύγχρονη έρευνα έχει αναθεωρήσει αυτές τις απόψεις.
Σύμφωνα με τον G. Saunier, ακριτικό είναι ένα τραγούδι «που περιγράφει ή αφορά τη ζωή των ακριτών και τις σχέσεις ανάμεσα στο Βυζάντιο και τους Άραβες ή ένα θέμα που έχει άμεση και συγκεκριμένη σχέση με το περιεχόμενο του έπους (του Διγενή Ακρίτα). Κακώς χρησιμοποιείται ο όρος με έννοια πιο χαλαρή όπως στο σχετικό κεφάλαιο της ανθολογίας της Ακαδημίας Αθηνών που φέρει ως τίτλο "Ηρωικά άσματα εκ των βυζαντινών χρόνων (ακριτικά)"».
Υπάρχει πρόβλημα με τη χρονολόγηση των ακριτικών τραγουδιών. Αν και έχουν ιστορία αιώνων προφορικής παράδοσης και ο αρχικός πυρήνας κάποιων ανάγεται στη βυζαντινή περίοδο, το μεγαλύτερο μέρος των τραγουδιών που παραδοσιακά/συμβατικά χαρακτηρίζονται ακριτικά, αποτελούν καταγραφή προφορικών πηγών που δεν μπορούν αυτόματα να ενταχθούν σε βυζαντινά ιστορικά συμφραζόμενα. Η "διαπλοκή" μυθικών και ιστορικών στοιχείων πρέπει να αξιολογείται, όπως και η αλήθεια των παρεχόμενων ιστορικών πληροφοριών, για να αποτιμάται σωστά η θέση των ακριτικών τραγουδιών.
Η επίδραση των ακριτικών τραγουδιών στη νεοελληνική λογοτεχνία
Τα ακριτικά τραγούδια είχαν σημαντική επίδραση σε κορυφαίους Νεοέλληνες λογοτέχνες. Ιδιαίτερα επηρεάστηκε ο Κωστής Παλαμάς. Χαρακτηριστικός είναι ο στίχος "Καβάλα πάει ο Χάροντας τον Διγενή στον Άδη". (από την ποιητική συλλογή "Ίαμβοι και Ανάπαιστοι"). Επίσης αναφορά γίνεται στο ποίημα 52 από τις "Εκατό Φωνές" (από την "Ασάλευτη Ζωή"), ενώ "ίχνη" επίδρασης από το έπος του Διγενή υπάρχουν στον "Δωδεκάλογο του Γύφτου" και στη "Φλογέρα του Βασιλιά" του Παλαμά. Ο Άγγελος Σικελιανός έγραψε το 1946 την τραγωδία "Ο Θάνατος του Διγενή", επηρεασμένος από τις απόψεις του Κ. Σάθα και τη θεωρία του H. Gregoire σχετικά με τη σχέση του ήρωα με τους Παυλικιανούς. Τέλος ο Νίκος Καζαντζάκης σχεδίαζε να γράψει μετά την "Οδύσσεια" ένα ακόμη έπος, τον "Ακρίτα", δεν πρόλαβε όμως.
Πηγές: "ΛΕΞΙΚΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ", Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ, 2007
ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ "ΠΑΠΥΡΟΣ - ΛΑΡΟΥΣ - ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ"
Ευχαριστούμε θερμά τον κορυφαίο Βυζαντινολόγο κύριο Αλέξιο Γ.Κ. Σαββίδη για την πολύτιμη βοήθειά του