Στη σκιά του υψηλού πληθωρισμού και των επιτοκίων κινείται η ελληνική οικονομία. Την ίδια ώρα τα επιτόκια στην Eυρωζώνη ανεβαίνουν επιθετικά και οι εκτιμήσεις αναλυτών προμηνύουν νέες ανόδους ακόμα και το 2024.
Από: topontiki.gr / Της Αντριάνας Βασιλά
Μάλιστα η νέα αύξηση επιτοκίων θα πραγματοποιηθεί στις 16 Μαρτίου από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατά 50 μονάδες βάσης, γεγονός που εντείνει περισσότερο τις ανησυχίες σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις που έχουν να διαχειριστούν ταυτόχρονα και τις εξωφρενικές ανατιμήσεις και σε άλλα βασικά αγαθά. Πλέον το κόστος δανεισμού έχει φθάσει τόσο ψηλά, που τα πρώτα σημάδια στις δανειακές συμβάσεις δεν είναι θετικά
Εν τω μεταξύ οι τιμές στα αγαθά πρώτης ανάγκης και στην ενέργεια όχι μόνο δεν δείχνουν σημάδια αποκλιμάκωσης, αλλά συνεχίζουν να καταγράφουν άνοδο.
Η εξέλιξη αυτή είναι ίσως η αιτία που όπως όλα δείχνουν θα συνεχιστεί η αύξηση των επιτοκίων απο την ΕΚΤ. Οι όποιες φωνές ψελλίζουν για αλλαγή πολιτικής, έτσι ώστε να ανακοπεί η ραγδαία αύξηση των επιτοκίων που επιβαρύνουν σημαντικά το κόστος χρήματος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις δεν ακούγονται καν!
Το αποτέλεσμα είναι η αγοραστική δύναμη των πολιτών να έχει πέσει κατακόρυφα, ενώ η στασιμότητα των μισθών, των συντάξεων, των ανεπαρκών μέτρων της κυβέρνησης, πνίγουν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς σε ποσοστό 52,4%, σύμφωνα και με την 11η ετήσια έρευνα του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ για το εισόδημα και τις δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών το 2022. Δηλαδή 1 στα 2 νοικοκυριά, δυσκολεύεται να βιοποριστεί υπό τις υπάρχουσες συνθήκες για πάνω από 18 ημέρες.
Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση, 1 στα 5 νοικοκυριά δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις τραπεζικές του υποχρεώσεις, με τον φόβο για τον κίνδυνο απώλειας της κατοικίας του λόγω των οφειλών και αδυναμίας πληρωμής των υποχρεώσεων προς τις τράπεζες ή το Δημόσιο να είναι αυξημένος.
Εντωμεταξύ η ανησυχία και η αμφιβολία για το τι ακόμη μπορεί να φέρει το αύριο είναι το κύριο ερώτημα των ελληνικών νοικοκυριών… και όχι άδικα αφού σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Περιφερειακών Πολιτικών το οποίο δημοσιοποίησε τη μελέτη του Γιώργου Παγουλάτου, Καθηγητή Ευρωπαϊκής Πολιτικής & Οικονομίας, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και του Θάνου Δελλατόλα, βοηθού έρευνας στο ΕΛΙΑΜΕΠ τονίζει ότι τα εισοδηματικά περιθώρια και η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών βυθίζονται σταδιακά στην κινούμενη άμμο της αβεβαιότητας, γεγονός, το οποίο οδηγεί στην εξαΰλωση των αποταμιεύσεων, στην συμπεριφορική κατάργηση των επενδύσεων και στην διοχέτευση του διαθέσιμου εισοδήματος στην κατανάλωση . Σε αυτήν την βάση, δύσκολα προκύπτει ουσιαστική αύξηση του εθνικού προϊόντος και κατ’ επέκταση ούτε διεύρυνση ή σταθεροποίηση της ευημερίας των πολιτών. Με μια πιο ελεύθερη μετάφραση, δεδομένου του ότι δεν παράγεται κάτι καινούργιο, δεν μπορεί και να χτιστεί κάτι καινούργιο”.
Μάλιστα η νέα αύξηση επιτοκίων θα πραγματοποιηθεί στις 16 Μαρτίου από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατά 50 μονάδες βάσης, γεγονός που εντείνει περισσότερο τις ανησυχίες σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις που έχουν να διαχειριστούν ταυτόχρονα και τις εξωφρενικές ανατιμήσεις και σε άλλα βασικά αγαθά. Πλέον το κόστος δανεισμού έχει φθάσει τόσο ψηλά, που τα πρώτα σημάδια στις δανειακές συμβάσεις δεν είναι θετικά
Εν τω μεταξύ οι τιμές στα αγαθά πρώτης ανάγκης και στην ενέργεια όχι μόνο δεν δείχνουν σημάδια αποκλιμάκωσης, αλλά συνεχίζουν να καταγράφουν άνοδο.
Η εξέλιξη αυτή είναι ίσως η αιτία που όπως όλα δείχνουν θα συνεχιστεί η αύξηση των επιτοκίων απο την ΕΚΤ. Οι όποιες φωνές ψελλίζουν για αλλαγή πολιτικής, έτσι ώστε να ανακοπεί η ραγδαία αύξηση των επιτοκίων που επιβαρύνουν σημαντικά το κόστος χρήματος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις δεν ακούγονται καν!
Το αποτέλεσμα είναι η αγοραστική δύναμη των πολιτών να έχει πέσει κατακόρυφα, ενώ η στασιμότητα των μισθών, των συντάξεων, των ανεπαρκών μέτρων της κυβέρνησης, πνίγουν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς σε ποσοστό 52,4%, σύμφωνα και με την 11η ετήσια έρευνα του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ για το εισόδημα και τις δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών το 2022. Δηλαδή 1 στα 2 νοικοκυριά, δυσκολεύεται να βιοποριστεί υπό τις υπάρχουσες συνθήκες για πάνω από 18 ημέρες.
Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση, 1 στα 5 νοικοκυριά δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις τραπεζικές του υποχρεώσεις, με τον φόβο για τον κίνδυνο απώλειας της κατοικίας του λόγω των οφειλών και αδυναμίας πληρωμής των υποχρεώσεων προς τις τράπεζες ή το Δημόσιο να είναι αυξημένος.
Εντωμεταξύ η ανησυχία και η αμφιβολία για το τι ακόμη μπορεί να φέρει το αύριο είναι το κύριο ερώτημα των ελληνικών νοικοκυριών… και όχι άδικα αφού σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Περιφερειακών Πολιτικών το οποίο δημοσιοποίησε τη μελέτη του Γιώργου Παγουλάτου, Καθηγητή Ευρωπαϊκής Πολιτικής & Οικονομίας, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και του Θάνου Δελλατόλα, βοηθού έρευνας στο ΕΛΙΑΜΕΠ τονίζει ότι τα εισοδηματικά περιθώρια και η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών βυθίζονται σταδιακά στην κινούμενη άμμο της αβεβαιότητας, γεγονός, το οποίο οδηγεί στην εξαΰλωση των αποταμιεύσεων, στην συμπεριφορική κατάργηση των επενδύσεων και στην διοχέτευση του διαθέσιμου εισοδήματος στην κατανάλωση . Σε αυτήν την βάση, δύσκολα προκύπτει ουσιαστική αύξηση του εθνικού προϊόντος και κατ’ επέκταση ούτε διεύρυνση ή σταθεροποίηση της ευημερίας των πολιτών. Με μια πιο ελεύθερη μετάφραση, δεδομένου του ότι δεν παράγεται κάτι καινούργιο, δεν μπορεί και να χτιστεί κάτι καινούργιο”.