Από: energia.gr
Το γράφημα που μας συνοδεύει, χρησιμοποιεί δεδομένα από το CREA για να απεικονίσει τις χώρες που έχουν αγοράσει τα περισσότερα ρωσικά ορυκτά καύσιμα από την εισβολή και εντεύθεν, παρουσιάζοντας τα έσοδα σε δισεκατομμύρια δολάρια όπως τα εχει αποκομίσει η Ρωσία από τις εξαγωγές αυτές.
Κορυφαίοι εισαγωγείς ρωσικών ορυκτών καυσίμων
Όπως θα περίμενε κανείς, η Κίνα είναι ο κορυφαίος αγοραστής ρωσικών ορυκτών καυσίμων από την έναρξη της εισβολής. Ο γείτονας, και άτυπος σύμμαχος της Ρωσίας, εισήγαγε κυρίως αργό πετρέλαιο, το οποίο αποτέλεσε πάνω από το 80% των εισαγωγών της, συνολικού ύψους άνω των 55 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ, η Γερμανία, είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εισαγωγέας ρωσικών ορυκτών καυσίμων, κυρίως λόγω των εισαγωγών φυσικού αερίου αξίας άνω των 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η Τουρκία, μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά όχι της ΕΕ, ακολουθεί από κοντά τη Γερμανία ως ο τρίτος μεγαλύτερος εισαγωγέας ρωσικών ορυκτών καυσίμων από την έναρξη της εισβολής. Η Τουρκία είναι πιθανό να ξεπεράσει σύντομα τη Γερμανία, καθώς το γεγονός ότι δεν είναι μέλος της ΕΕ σημαίνει ότι δεν επηρεάζεται από τις απαγορεύσεις εισαγωγών ρωσικών προϊόντων του ευρωπαϊκού μπλοκ που τέθηκαν σε ισχύ τον τελευταίο χρόνο.Παρόλο που περισσότερα από τα μισά εκ των 20 κορυφαίων κρατών που εισάγουν ορυκτά καύσιμα προέρχονται από την ΕΕ, τα κράτη του μπλοκ και της υπόλοιπης Ευρώπης έχουν περιορίσει τις εισαγωγές τους. Ο λόγος είναι ότι έχουν τεθεί σε ισχύ οι απαγορεύσεις και τα ανώτατα όρια τιμών στις εισαγωγές ρωσικού άνθρακα, στις θαλάσσιες μεταφορές αργού πετρελαίου και στις εισαγωγές προϊόντων πετρελαίου.
Τα μειωμένα έσοδα της Ρωσίας από ορυκτά καύσιμα
Οι απαγορεύσεις και τα ανώτατα όρια τιμών της ΕΕ είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση των ημερήσιων εσόδων από ορυκτά καύσιμα από το ευρωπαϊκό μπλοκ κατά σχεδόν 85%, καθώς από το μέγιστο ποσό των 774 εκατ. δολαρίων στις 24 Μαρτίου του 2022, μειώθηκαν στα 119 εκατ. δολάρια ημερησίως στις 22 Φεβρουαρίου 2023.
Παρόλο που η Ινδία αύξησε τις εισαγωγές Ρωσικών ορυκτών καυσίμων, από 3 εκατομμύρια δολάρια ημερησίως κατά την ημέρα της εισβολής, σε 81 εκατομμύρια δολάρια ημερησίως στις 22 Φεβρουαρίου του τρέχοντος έτους, η αύξηση αυτή δεν καθίσταται ικανή να καλύψει το κενό των 655 εκατομμυρίων δολαρίων που άφησε η μείωση των εισαγωγών των χωρών της ΕΕ.
Ομοίως, ακόμη και αν τα αφρικανικά έθνη έχουν διπλασιάσει τις ρωσικές εισαγωγές καυσίμων από τον Δεκέμβριο του περασμένου έτους, οι συνολικές ρωσικές θαλάσσιες εξαγωγές πετρελαιοειδών έχουν μειωθεί συνολικά κατά 21% από τον Ιανουάριο σύμφωνα με την S&P Global.
Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τα έσοδα
Συνολικά, από την κορύφωσή τους στις 24 Μαρτίου του 2022 με περίπου 1,17 δισεκατομμύρια δολάρια σε ημερήσια έσοδα, τα ρωσικά έσοδα από ορυκτά καύσιμα έχουν μειωθεί κατά περισσότερο από 50% σε μόλις 560 εκατομμύρια δολάρια ημερησίως.
Μαζί με τις μειώσεις των αγορών από την ΕΕ, ένας βασικός παράγοντας που συνέβαλε σε αυτό ήταν η πτώση της τιμής του ρωσικού αργού πετρελαίου, η οποία έχει επίσης μειωθεί κατά σχεδόν 50% από την εισβολή, από 99 δολάρια το βαρέλι, σε 50 δολάρια το βαρέλι σήμερα.
Το κατά πόσον οι μειώσεις αυτές θα συνεχιστούν δεν μπορει ακόμη να προσδιοριστεί. Τούτου λεχθέντος, η 10η δέσμη κυρώσεων της ΕΕ, που ανακοινώθηκε στις 25 Φεβρουαρίου του 2023, απαγορεύει την εισαγωγή υποπροϊόντων του πετρελαίου όπως η άσφαλτος, τα συνθετικά ελαστικά και η αιθάλη, και εκτιμάται ότι θα μειώσει έτι περισοτερο τα συνολικά ρωσικά έσοδα από τις εξαγωγές κατά σχεδόν 1,4 δισ. δολάρια το 2023.