Shane Quinn - globalresearch.ca / Παρουσίαση Freepen.gr
Μέχρι το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η περιοχή της Μεσογείου ήταν ένα ζωτικό γρανάζι στο μηχανισμό της βρετανικής αυτοκρατορίας, βοηθώντας στον έλεγχο των αποικιών της. Η Μεσόγειος επέτρεψε στους Άγγλους την πρόσβαση σε προσοδοφόρες θαλάσσιες και εναέριες διαδρομές. Η σημασία της για το Λονδίνο ήταν κυρίως ο λόγος που είχαν ανακοινώσει τον Δεκέμβριο του 1914 την πλήρη διοίκηση της Αιγύπτου ως προτεκτοράτου, με τη χώρα αυτή να μοιράζεται μια μεγάλη ακτογραμμή με τη Μεσόγειο.
Πιο πρόσφατα, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξέφρασαν την πρόθεσή τους να ελέγξουν την περιοχή της Μεσογείου, όταν στις 5 Οκτωβρίου 2011 η Ουάσιγκτον υπέγραψε μια εκτεταμένη ναυτική συμφωνία με τη σύμμαχό της στο ΝΑΤΟ, την Ισπανία (1). Αυτό επέτρεψε στους Αμερικανούς να τοποθετήσουν πολεμικά πλοία εξοπλισμένα με συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας, τα οποία λειτουργούσαν εκατοντάδες στρατεύματα του ΝΑΤΟ, στην ελεγχόμενη από τις ΗΠΑ βάση (Naval Station Rota) στο Κάντιθ, στο νότιο τμήμα της Ισπανίας στη Μεσόγειο. Το πρόσχημα που χρησιμοποίησε το ΝΑΤΟ για την στρατιωτική επέκταση ήταν να αποτρέψει επιθέσεις βαλλιστικών πυραύλων από το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα. Ήταν μια κακή δικαιολογία που θα μπορούσε κάλλιστα να διασκέδαζε τους Ιρανούς και τους Βορειοκορεάτες.
Ήδη την άνοιξη του 2011 το ΝΑΤΟ είχε εξαπολύσει στρατιωτική επίθεση στη Λιβύη, ένα μεγάλο μεσογειακό κράτος πλούσιο σε πετρέλαιο, προκειμένου να εκδιώξει τον Λίβυο ηγέτη Μουαμάρ Καντάφι . Η επιθυμία της Δύσης ήταν να εγκαταστήσει κάποιον στη Λιβύη που θα ήταν πιο υπάκουος στα αιτήματά τους και έτσι να ενισχύσει την εξουσία της Ουάσιγκτον στη Μεσόγειο. Οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ – Αμερική, Γαλλία, Βρετανία και Γερμανία – ανέφεραν ανειλικρινώς τις ανθρωπιστικές ανησυχίες ως βασικό λόγο για την επίθεση του ΝΑΤΟ κατά της Λιβύης, όπου υπό τον Καντάφι ο λιβυκός λαός απολάμβανε τις καλύτερες συνθήκες διαβίωσης στην Αφρική.
Με το ξέσπασμα της αναταραχής στις αρχές του 2011 σε ένα άλλο μεσογειακό κράτος, τη Συρία, οι διαδηλώσεις στην πραγματικότητα δεν στράφηκαν εναντίον της κυβέρνησης του Μπασάρ αλ Άσαντ . Ένας ειδικός στη Μέση Ανατολή, Neil Quilliam, είπε: «Η εξέγερση [στη Συρία] όπως ξεκίνησε ήταν πολύ εντοπισμένη». Σημείωσε πως οι διαδηλώσεις είχαν να κάνουν «πολύ περισσότερο με τοπικά παράπονα κατά των τοπικών αρχηγών ασφαλείας» και σχετίζονταν με «διαφθορά σε τοπικό επίπεδο». (2)
Αυτό το εκμεταλλεύτηκαν δυτικοί πολιτικοί, οι οποίοι, όπως στην περίπτωση της Λιβύης, έκαναν ανακριβείς ισχυρισμούς για τη Συρία και απεικόνισαν ως στόχο της αναταραχής αποκλειστικά τον πρόεδρο Άσαντ. Στις 18 Αυγούστου 2011, ο Αμερικανός ηγέτης Μπαράκ Ομπάμα είπε: «Για χάρη του συριακού λαού, ήρθε η ώρα να παραμεριστεί ο Πρόεδρος Άσαντ». (3)
Την ίδια ώρα, κοινή δήλωση εξέδωσαν η Άνγκελα Μέρκελ, ο Νικολά Σαρκοζί και ο Ντέιβιντ Κάμερον, οι τότε ηγέτες της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Βρετανίας αντίστοιχα. Δήλωσαν ότι ο Άσαντ αντιμετώπισε «την πλήρη απόρριψη του καθεστώτος του από τον συριακό λαό» και τον ήθελαν «να παραιτηθεί προς το συμφέρον της Συρίας και της ενότητας του λαού της».
Στην πραγματικότητα, ο Άσαντ έχει κερδίσει σημαντικό σεβασμό και δημοτικότητα στο συριακό κοινό. Ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε για παράδειγμα στα μέσα Ιανουαρίου 2012 στον Guardian, μια βασική βρετανική εφημερίδα που δεν είναι καθόλου υπέρ του Άσαντ, υπογράμμιζε πως η πλειοψηφία (55%) των Σύριων ήθελε ο Άσαντ να παραμείνει ηγέτης της χώρας. (4)
Μεταξύ των στόχων των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στο ΝΑΤΟ, στην επιθυμία τους να απομακρύνουν τον Σύριο πρόεδρο, ήταν να αυξήσουν τον έλεγχό τους στη Μεσόγειο και να απομονώσουν το Ιράν, ένα δυτικό εχθρό και σύμμαχο της Συρίας. Προσπαθώντας να εγκαταστήσουν ένα φιλικό προς τις ΗΠΑ καθεστώς στην πρωτεύουσα Δαμασκό, οι Αμερικανοί ήλπιζαν κυρίως ότι θα βοηθούσε στον περιορισμό της ρωσικής και κινεζικής επιρροής στη Μέση Ανατολή και τη Μεσόγειο.
Η κυβέρνηση Ομπάμα ήθελε να καταπνίξει την παρουσία ρωσικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων στη Συρία που βρίσκονται στη Μεσόγειο, στο Tartus και τη Latakia (5) ενώ έκοψε τις οδούς προμήθειας όπλων στη Χεζμπολάχ, την μαχητική οργάνωση με έδρα τον Λίβανο που έχει εμποδίσει τις ισραηλινές εισβολές στο Λίβανο. Επιπλέον, στη λεκάνη της Μεσογείου, δίπλα στη Συρία, εκτιμάται πως υπάρχουν πολύ μεγάλες ποσότητες φυσικών πόρων, που ανέρχονται σε 107 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου και 122 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου. (6)
Τα σχέδια στην Ουάσιγκτον για την απομάκρυνση του προέδρου Άσαντ χρονολογούνται στα χρόνια του Τζορτζ Μπους. Τα διπλωματικά τηλεγραφήματα που κυκλοφόρησαν από το WikiLeaks σκιαγραφούσαν ότι το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, τουλάχιστον από το 2005, παρέχει εκατομμύρια δολάρια σε ομάδες κατά του Άσαντ στη Συρία που έχουν έδρα αλλού, όπως στο Λονδίνο. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επιχορηγούσε ανατρεπτικές δραστηριότητες και μαθήματα στη Δαμασκό. Σύμφωνα με τηλεγράφημα της αμερικανικής πρεσβείας στη Δαμασκό, οι Αμερικανοί είχαν χορηγήσει 12 εκατομμύρια δολάρια ή περισσότερα στην αντιπολίτευση στη Συρία μόνο μεταξύ 2005 και 2010. (7)
Ένας άλλος λόγος που οι δυτικές δυνάμεις ήθελαν να αντικαταστήσουν τον Άσαντ, είναι επειδή ο Σύριος ηγέτης αρνήθηκε να υπογράψει (το 2009) μια συμφωνία που επιτρέπει την κατασκευή μέσω της συριακής γης του αγωγού South Pars/North Dome που υποστηρίζεται από τη Δύση. Ο Άσαντ πήρε αυτή την απόφαση εν μέρει επειδή υπερασπιζόταν τα συμφέροντα της συμμάχου του Ρωσίας (8). Ο αγωγός φυσικού αερίου είχε προβλεφθεί να διέρχεται από τη Σαουδική Αραβία, την Ιορδανία, τη Συρία και την Τουρκία. Το αέριο προοριζόταν να παρέχεται στα κράτη του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη.
Ο ρόλος των ΗΠΑ ως κρατικός χορηγός της τρομοκρατίας αναγνωρίζεται στην έκθεση της Υπηρεσίας Ερευνών του Κογκρέσου των ΗΠΑ για τη σύγκρουση στη Συρία.
Ο διευθυντής της CIA στις αρχές της δεκαετίας του 1990, Ρόμπερτ Γκέιτς, έγραψε ότι η Συρία ήταν πρόβλημα για την Ουάσιγκτον κατά τη διάρκεια πολλών ετών και πως η Συρία ήταν «ένας στόχος πληροφοριών υψηλής προτεραιότητας για τις Ηνωμένες Πολιτείες» (9). Λίγο μετά την εκδίωξη του Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ τον Απρίλιο του 2003, ο Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Ντόναλντ Ράμσφελντ, ανέπτυξε σχέδια έκτακτης ανάγκης για να επεκτείνει τον πόλεμο των ΗΠΑ στη γειτονική Συρία αλλά οι Αμερικανοί δεν είχαν ακόμη υποτάξει το Ιράκ και δεν μπορούσαν να επιτεθούν στη Συρία μέχρι τότε. Όπως αποδείχθηκε, ο αμερικανικός στρατός και άλλες δυνάμεις κατοχής δεν μπόρεσαν να κατακτήσουν το Ιράκ.
Στις 4 Οκτωβρίου 2011, οι ΗΠΑ, η Γαλλία και η Βρετανία, με την υποστήριξη των συμμάχων του ΝΑΤΟ, Γερμανίας και Πορτογαλίας, προσπάθησαν να επαναλάβουν την ίδια εξαπάτηση που είχαν χρησιμοποιήσει 7 μήνες πριν σχετικά με τη Λιβύη – καθώς οι δυτικές δυνάμεις πρότειναν στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ένα ψήφισμα για τη Συρία, με βάση την αρχή της Ευθύνης για την Προστασία (R2P), η οποία αν εγκρινόταν, επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί από το ΝΑΤΟ για να βομβαρδίσει τη Συρία και να αυξήσει την υποστήριξη προς την αντιπολίτευση με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης του Άσαντ. Η Ρωσία και η Κίνα γνώριζαν καλά τις προθέσεις του ΝΑΤΟ και άσκησαν βέτο στο ψήφισμα.
Ο Ρώσος πρεσβευτής στον ΟΗΕ, Vitaly Churkin, είπε ότι η κατάσταση στη Συρία ήταν παρόμοια με αυτή στη Λιβύη και προειδοποίησε για το πώς θα προχωρήσει το ΝΑΤΟ εάν εγκριθεί το ψήφισμα (10). Εκνευρισμένη από το ρωσικό και το κινεζικό βέτο, η κυβέρνηση Ομπάμα, υποστηριζόμενη από το Λονδίνο και το Παρίσι, προχώρησε αντ' αυτού σε κρυφά πόλεμο κατά της Συρίας. Η CIA, σε συνεργασία με τις αυτοκρατορίες του Περσικού Κόλπου, έριχνε στρατιωτική βοήθεια από αέρος στους τζιχαντιστές στη Συρία. Η Ουάσιγκτον γνώριζε πως τα περισσότερα δυτικά όπλα, που στάλθηκαν μέσω του Περσικού Κόλπου, κατέληγαν στα χέρια ισλαμιστών τρομοκρατών και φονταμενταλιστών που είχαν διεισδύσει στη Συρία. (11)
Οι τζιχαντιστές ήθελαν να αποκαταστήσουν το Μεγάλο Χαλιφάτο στην Μεγάλη Συρία, το Μπιλάντ αλ Σαμ, μεταξύ του ποταμού Ευφράτη και της Μεσογείου. Το Νοέμβριο του 2011, αναφέρθηκε στα γαλλικά και τουρκικά μέσα ενημέρωσης ότι παρόντες στη Συρία ήταν προσωπικό της υπηρεσίας ξένων πληροφοριών της Γαλλίας (DGSE) και της Γαλλικής Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων (COS). Εκπαίδευαν λιποτάκτες από το Συριακό Στρατό σε τακτικές αστικών ανταρτών και δημιουργούσαν το λεγόμενο Ελεύθερο Συριακό Στρατό (FSA). Αυτή η στρατιωτική δύναμη αποτελούνταν επιπλέον από σουνίτες εξτρεμιστές και μισθοφόρους που στρατολογήθηκαν από τη Λιβύη, πολλοί από τους οποίους είχαν μόλις συμμετάσχει στην ανατροπή του Καντάφι.
Παρόντες και στη Συρία το 2011, σύμφωνα με τον ιστότοπο στρατιωτικών πληροφοριών του Ισραήλ Debkafile, ήταν Βρετανοί ειδικοί πράκτορες από οργανώσεις όπως η MI6, η Ειδική Αεροπορική Υπηρεσία (SAS) και η Ειδική Υπηρεσία Σκαφών (SBS). Αυτές οι βρετανικές μονάδες εκπαίδευαν μαχητές κατά του Άσαντ και τους προμήθευαν με όπλα και στοιχεία πληροφοριών. Οι βρετανικές ειδικές δυνάμεις επιχειρούσαν από τις αρχές του 2012 στην τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας, τη Χομς, λιγότερο από 100 μίλια από τη Δαμασκό. (12)
Πηγές στο Πεντάγωνο αποκάλυψαν ότι η CIA επιχείρησε με drones πάνω από το συριακό έδαφος. Η CIA παρακολουθούσε τις κινήσεις των στρατιωτών του Συριακού Στρατού και τις μάχες τους με τους αντάρτες. Μεταξύ των τελευταίων ήταν αυξανόμενος αριθμός τρομοκρατών από οργανώσεις όπως η Αλ Κάιντα. Το νέο αφεντικό της Αλ Κάιντα, Ayman al-Zawahiri, δήλωσε δημοσίως στις 27 Ιουλίου 2011 τον στόχο του να βοηθήσει στην εξάλειψη της κυβέρνησης του Άσαντ, και είπε πως «υπάρχουν αρκετοί και περισσότεροι μουτζαχεντίν και φρουροί» ήδη στη Συρία (13). Η CIA και η γαλλική DGSE υπολόγισαν ιδιωτικά ότι υπάρχουν χιλιάδες μαχητές της Αλ Κάιντα στη Συρία.
Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Ροντ Νόρντλαντ είχε αναγνωρίσει τον Ιούλιο του 2012, «Οι αποδείξεις αυξάνονται ότι η Συρία έχει γίνει πόλος έλξης για σουνίτες εξτρεμιστές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δρουν υπό τη σημαία της Αλ Κάιντα» (14). Χωρίς υλική βοήθεια, μεταξύ άλλων από χώρες του ΝΑΤΟ, οι αντάρτες δεν είχαν αρκετή δύναμη πυρός για να νικήσουν τον Συριακό Στρατό. Ο Άσαντ είπε πως διεξάγεται «ένα νέο στυλ πολέμου» εναντίον της χώρας του, τον οποίο περιέγραψε ως «τρομοκρατία μέσω πληρεξουσίων» και ότι η Συρία είναι «το τελευταίο προπύργιο της κοσμικότητας και της σταθερότητας στην περιοχή».
Στις αρχές του 2012, ο Ομπάμα διέταξε προσωπικά τη δημιουργία αυτού που η CIA αποκάλεσε «γραμμή αρουραίων» (15). Ήταν ένα κανάλι που επέτρεπε την αποστολή όπλων από τη μετα-Καντάφι Λιβύη προς τα ανατολικά στη Συρία. Η «γραμμή των αρουραίων» επρόκειτο να εκτείνεται κατά μήκος της άκρης της νότιας Τουρκίας, προκειμένου να εφοδιάσει τις δυνάμεις κατά του Άσαντ με όπλα.
Το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, από το 2012 ή και νωρίτερα, διατύπωνε ένα πρόγραμμα για την παροχή στρατιωτικής εκπαίδευσης σε τζιχαντιστές στην Ιορδανία, μια χώρα που μοιράζεται βόρεια σύνορα με τη Συρία. Ο ιστορικός Moniz Bandeira έγραψε: «Ένα μεγάλο μέρος των τζιχαντιστών από το Da'ish [Ισλαμικό Κράτος], ίσως ακόμη και οι περισσότεροι από αυτούς, έλαβαν οδηγίες μάχης και τρομοκρατίας εκεί». Το κόστος αυτού του προγράμματος ήταν 60 εκατομμύρια δολάρια και εκείνοι που παρείχαν την εκπαίδευση στους τζιχαντιστές στην Ιορδανία ήταν αμερικανικό προσωπικό, συμπεριλαμβανομένων των δυνάμεων της CIA, των Ειδικών Επιχειρήσεων (SOF) και των Navy SEAL.
Η βοήθεια των ΗΠΑ στους αντάρτες περιελάμβανε την εκπαίδευσή τους με στρατιωτικό υλικό υψηλής τεχνολογίας, όπως αντιαρματικά και αντιαεροπορικά όπλα (16). Στις αρχές Μαρτίου 2013, περίπου 300 πρόσφατα εκπαιδευμένοι τζιχαντιστές εισήλθαν στη Συρία από την Ιορδανία. Ο Μπαντέιρα έγραψε ότι οι άνδρες που εκπαιδεύτηκαν από τις παραπάνω ειδικές δυνάμεις των ΗΠΑ «προφανώς δεν ήταν «Σύροι αντάρτες» ή «μετριοπαθείς» αλλά Σουνίτες Τζιχαντιστές και ξένοι τρομοκράτες από διάφορες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης». (17)
* Ο Shane Quinn απέκτησε με άριστα πτυχίο δημοσιογραφίας. Ενδιαφέρεται να γράφει κυρίως για εξωτερικές υποθέσεις, έχοντας εμπνευστεί από συγγραφείς όπως ο Νόαμ Τσόμσκι. Είναι Επιστημονικός Συνεργάτης του Κέντρου Έρευνας για την Παγκοσμιοποίηση (CRG).
Σημειώσεις
1 Luiz Alberto Moniz Bandeira, The Second Cold War: Geopolitics and the Strategic Dimensions of the USA (Springer; 1η έκδοση, 23 Ιουνίου 2017) σελ. 242
2 «Πώς ο «γκικ» πρόεδρος της Συρίας έγινε «δικτάτορας»», NBC, 30 Οκτωβρίου 2015
3 «Οι δυτικοί ηγέτες καλούν τον Άσαντ της Συρίας να αποχωρήσει», Γαλλία 24, 18 Αυγούστου 2011
4 «Οι περισσότεροι Σύροι υποστηρίζουν τον πρόεδρο Άσαντ, αλλά ποτέ δεν θα το ξέρατε από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης», The Guardian, 17 Ιανουαρίου 2012
5 Bandeira, The Second Cold War, σελ. 241
6 «Allaw: Η παραγωγή πετρελαίου της Συρίας μειώθηκε μεταξύ 20 και 25% λόγω των κυρώσεων… Καμία εταιρεία δεν αποσύρθηκε», 1 Νοεμβρίου 2011
7 Luiz Alberto Moniz Bandeira, The World Disorder: US Hegemony, Proxy Wars, Terrorism and Humanitarian Catastrophes (Springer; 1η έκδοση, 4 Φεβρουαρίου 2019) σελ. 117
8 Ό.π.
9 Robert M. Gates, Duty: Memoirs of a Secretary at War (WH Allen, 6 Αυγούστου 2015) σελ. 171
10 Bandeira, The World Disorder, σελ. 119
11 Ό.π., σελ. 345
12 Bandeira, The Second Cold War, σελ. 264
13 «Ο Zawahiri επιβεβαιώνει την κοινή υπόθεση με τους Σύρους», Washington Post, 27 Ιουλίου 2011
14 «Το χέρι της Αλ Κάιντα εντοπίστηκε τώρα στη σύγκρουση στη Συρία», NBC, 25 Ιουλίου 2012
15 Bandeira, The World Disorder, σελ. 130
16 «Πηγή της αντιπολίτευσης: Σύροι αντάρτες λαμβάνουν εκπαίδευση οργανωμένη από τις ΗΠΑ στην Ιορδανία», CNN, 15 Μαρτίου 2013
17 Bandeira, The World Disorder, σελ. 131