Η υποστήριξη σε ένα κόμμα στηρίζεται μεν σε ιδεολογία ή για τους πιο κυνικούς σε πελατειακή σχέση, αλλά μπορεί να είναι και θέμα ψυχολογίας. Η τελευταία απορρέει από την ανάγκη του «ανήκειν» σε ένα κοινωνικό σύνολο. Μέσα από αυτή την ένταξη κάποιος αυτοκαθορίζεται. Η ανάγκη λειτουργίας μέσα από ένα κοινωνικό σύνολο είναι μέσα στην ελληνική ψυχοσύνθεση. Τεκμηριώνεται θεωρητικά με βάση τα χαρακτηριστικά της κουλτούρας κατά την θεωρία του Hofstede αλλά και του Weber όπου η Ελλάδα χαρακτηρίζεται ως κολεκτιβίστικη κοινωνία.
Από: analyst.gr / Του Παναγιώτη Χατζηπλή
Χαρακτηριστικά εθνικής κουλτούρας κατά τον Hofstede
Ειδικότερα, η θεωρία του Hofstede (cultural dimensions theory) (πηγή) αναγνωρίζει έξι χαρακτηριστικά της κουλτούρας ενός λαού: Συλλογικότητα (κατά την οποία είναι κολεκτιβιστική ή ατομικιστική), Υποταγή σε ιεραρχία (απόσταση ισχύος), Ανταγωνιστικότητα/Ευαισθησία (αρρενωπότητα ή θηλυκότητα), Σχέση με Αβεβαιότητα (κατά πόσο αποφεύγει ή ριψοκινδυνεύει), Χρονικός Ορίζοντας Σκέψης (μακροχρόνιος ή βραχυπρόθεσμός) και Τάση προς Καλοπέραση (ή Ασκητισμό).
Η Ελλάδα με βάση την θεωρία του Hofstede περιγράφεται ως μια κολεκτιβιστική κοινωνία, με σχετικά υψηλή υποταγή στην εξουσία και μέτρια αρρενωπότητα (ανταγωνιστικότητα) και μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Ίσως λόγω αυτών των χαρακτηριστικών η Ελλάδα έχει ένα συγκεντρωτικό πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα διακυβέρνησης δηλαδή ένας είδος μοναρχίας σε κάποιο βαθμό κληρονομική.
Σε ένα τέτοιο συγκεντρωτικό καθεστώς όποιος ελέγχει τις ηγεσίες των κομμάτων ελέγχει όλη την κοινωνία από κάτω τους. Έτσι το πολιτικό παιχνίδι περιορίζεται στην εναλλαγή προσώπων στην εξουσία προς ικανοποίηση της κοινής γνώμης χωρίς να αλλάζει η ουσία της κεντρικής εξουσίας. Είναι το σύστημα που λέμε κομματοκρατία. Στην προκειμένη περίπτωση στην Ελλάδα το πολίτευμα είναι μόνο στην εμφάνιση προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία, στην πραγματικότητα, με βάση τους ανεπίσημους μηχανισμούς εξουσίας, είναι ολιγαρχική κομματοκρατία.
Σύγκριση της Ελλάδα με άλλες εθνικές κουλτούρες
Στην Ελλάδα η δυνατότητα ελέγχου είναι ακόμα πιο ισχυρή από άλλες κολλεκτιβίστικες κοινωνίας καθώς το βασικό χαρακτηριστικό της Ελληνικής ψυχοσύνθεσης κατά την θεωρία του Hofstede είναι η αποστροφή στην αβεβαιότητα (όπως φαίνεται στο σχήμα (πηγή)) οπότε δύσκολα θα αλλάξουν κάποια ηγεσία. Συνεπώς με βάση την θεωρία αυτή οι Έλληνες αντιδρούν στις αλλαγές και είναι πολύ προσεκτικοί σε κινδύνους, είτε υπαρκτούς είτε όχι. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, καθώς προστατεύει από παρορμητικές ενέργειες και λάθη. Παρόλα αυτά, η σχετικά υψηλή «αρρενωπότητα»/ανταγωνιστικότητα που τους χαρακτηρίζει επίσης, μπορεί να πυροδοτήσει αντιδραστικές τάσεις σε κάποιες περιπτώσεις.
Αν συγκρίνουμε την Ελλάδα με μια τυπικά κολεκτιβιστική κοινωνία όπως η Ρωσία και με μια τυπικά ατομικιστική κοινωνία όπως οι ΗΠΑ φαίνονται μερικές ενδιαφέρουσες διαφορές. Έχει ενδιαφέρον καθώς αποτελούν μεγάλες δυνάμεις της εποχής μας και μπορεί να εξηγήσει τον διαφορετικό τρόπο σκέψης τους αλλά και την ενδεδειγμένη συμπεριφορά στις επαφές με αυτούς.
Οι Ρώσοι έχουν πολύ περισσότερη υποταγή στην εξουσία από τους Έλληνες και οι Αμερικάνοι την μικρότερη. Οι Αμερικάνοι θα σεβαστούν τους νόμους αλλά δεν θα υπακούσουν τυφλά ενώ εκτιμούν την προσωπική ελευθερία. Αντίθετα οι Ρώσοι μπορούν να ζήσουν με συγκεντρωτικά καθεστώτα.
Έλληνες και Ρώσοι έχουν την μεγαλύτερη αντιπάθεια στην αβεβαιότητα σε αντίθεση με τους Αμερικάνους που είναι ριψοκίνδυνοι και δεκτικοί σε αλλαγές. Οι Αμερικάνοι έχουν επίσης υψηλή αρρενωπότητα δηλαδή έφεση στην διεκδίκηση και τον υλισμό όπως και σε μικρότερο βαθμό οι Έλληνες, αλλά αυτό δεν είναι γνώρισμα των Ρώσων.
Από την άλλη οι Αμερικάνοι έχουν πολύ μικρό ορίζοντα σχεδιασμού, χάνουν γρήγορα την προσοχή σε ένα θέμα, κάτι που εκδηλώνεται στις επιχειρήσεις και στις επενδύσεις στο χρηματιστήριο, ενώ αντίθετα οι Ρώσοι είναι πιο υπομονετικοί με μακρινούς ορίζοντες σχεδιασμού.
Αυτή την προσήλωση στο κοινωνικό σύνολο-κομματική ομάδα και την αποστροφή για την αλλαγή των Ελλήνων μπορούν να εκμεταλλεύονται τα κόμματα για την συσπείρωση του κομματικού ακροατηρίου τους και τελικά την χειραγώγησή του. Δεν είναι βέβαια το μόνο που συμβάλλει στον κομματικό έλεγχο αλλά είναι αυτό που έχει να κάνει με την κουλτούρα ή ψυχοσύνθεση. Είναι συνεπώς τυπικό να λαμβάνεται υπόψη σε επικοινωνιακές εκστρατείες αφού είναι έμφυτο στην πλειοψηφία.
Οι υψηλή προσκόλληση στο σύνολο και αποστροφή στην αβεβαιότητα είναι κάτι που αποτρέπει κομματικές μετατοπίσεις ακόμα και όταν υπάρχουν εμφανή προβλήματα και τελικά είναι κάτι που κάνει πολιτικούς να δυσανασχετούν. Όμως είναι γεγονός, οπότε οι πολιτικές τεχνικές πρέπει να προσαρμοστούν σε αυτό.
Η αποστροφή στην αβεβαιότητα, ο φόβος για το άγνωστο, είναι γενικά πολύ αποτελεσματικό μέσο επιβολής ειδικά από τα τυραννικά καθεστώτα. Όπως είπε ο Καμύ, “Η ευημερία των λαών υπήρξε ανέκαθεν το άλλοθι των τυράννων”. Φόβος για το καθεστώς, φόβος για την τρομοκρατία, για έναν εξωτερικό εχθρό, για την πανδημία. Ο φόβος χρησιμοποιήθηκε από παλιά, αλλά και πιο πρόσφατα στις ΗΠΑ πχ ο φόβος της τρομοκρατίας μετά την πτώση των Δίδυμων Πύργων στην Νέα Υόρκη έκανε αποδεκτή την περιστολή ατομικών ελευθεριών (με το Patriot Act) όπως εξάλλου έγινε και με την πανδημία. Τελευταία τρόμος στην Ελλάδα δημιουργείται με την προβολή της εγκληματικότητας ή της επιθετικότητας της Τουρκίας για να συσπειρώνει τους ψηφοφόρους της ΝΔ που είναι πιο ευαίσθητοι στο θέμα αυτό. Για αυτό επαναλαμβάνει ότι αν δεν έχει αυτή την κυβέρνηση θα υπάρξει χάος.
Παράδειγμα αφοσίωσης στο κόμμα στην πανδημία
Τα χαρακτηριστικά αυτά της κουλτούρας των Ελλήνων φάνηκαν και στην πανδημία. Εκεί στην αρχή υπήρξε μεγάλη συμμόρφωση στα περιοριστικά μέτρα lockdown έστω και αν ήταν παράλογα. Αυτό πιστεύουμε έγινε λόγω της έμφυτης αποστροφής των Ελλήνων στην αβεβαιότητα, ειδικά σε έναν άγνωστο κίνδυνο. Μάλιστα η συμμόρφωση ξεπέρασε ακόμα και αυτή των ατομικιστικών κοινωνιών με τον παροιμιώδη σεβασμό στους κανονισμούς που όμως από την άλλη μπορεί και να εκτιμούν και την ατομική ελευθερία που περικόπτονταν από τα μέτρα. Τέτοιο παράδειγμα είναι οι Αμερικάνοι που αντέδρασαν ίσως περισσότερο από τους Έλληνες στα κατασταλτικά μέτρα της πανδημίας..
Αυτή η ευλαβική συμμόρφωση παραξένεψε τρίτους παρατηρητές που θεωρούσαν τους Έλληνες ως απείθαρχους κατά την παραφιλολογία που διακινήθηκε για να δικαιολογήσει το πραξικόπημα του ΔΝΤ το 2010 και τα μνημόνια. (πηγή) Υπάρχει βέβαια η αντιδραστικότητα στους Έλληνες λόγω του χαρακτηριστικού της «αρρενωπότητας» (αντιπαράθεσης) αλλά όχι σε υπερθετικό βαθμό κατά την θεωρία του Hofstede οπότε για να εκδηλωθεί πρέπει να υπάρξει σημαντικό ερέθισμα.
Στην πανδημία έπαιξε επίσης ρόλο η κομματική συσπείρωση ή αν το δούμε αλλιώς η υποταγή στο κοινωνικό σύνολο (κόμμα) που επίσης χαρακτηρίζει την Ελλάδα ως κολεκτιβιστική κοινωνία. Μπορεί δε αυτή η πίστη στο κοινωνικό σύνολο/κόμμα ως πιο άμεση σχέση να υπερισχύει και αυτής προς το γενικότερο σύνολο της πατρίδας.
Σε πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Ερευνών Pew (πηγή) σχετικά με την διαχείριση της πανδημίας σε διάφορες χώρες βρέθηκε ότι οι οπαδοί των κυβερνητικών κομμάτων ήταν πιο ικανοποιημένοι από τον τρόπο αντιμετώπισης της πανδημίας. Το ποσοστό αυτό ήταν υψηλότερο σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Πολωνία, η Ουγγαρία, η Σιγκαπούρη και χαμηλότερο σε ατομικιστικές όπως η Γερμανία και οι ΗΠΑ.
Πράγματι, οι οπαδοί της ΝΔ υποστήριξαν με ζήλο τις επιλογές τους κόμματο θεωρώντας της αντιμετώπιση επιτυχή σε ποσοστό 79% κατά την μελέτη του Pew! Από τα μεγαλύτερα ποσοστά σε κυβερνητικά κόμματα στις χώρες του δείγματος.
Βέβαια υπάρχουν και άλλοι παράγοντες (εκτός προδιάθεσης από την κουλτούρα) που μπορεί να συνέβαλλαν στην συμμόρφωση των Ελλήνων όπως τα ΜΜΕ (ψυχολογικό προγραμματισμός/psychological subversion και λογοκρισία) τα οποία στην Ελλάδα είναι σε μεγάλο βαθμό ελεγχόμενα από το καθεστώς όπως αποδεικνύεται και από την χαμηλή θέση στην κατάταξη για την ελευθερία του τύπου (πηγή) Τα ΜΜΕ είναι επιδοτούμενα από το καθεστώς (άμεσα ή έμμεσα με διαπλοκή) ειδικά μέσα στην πανδημία όπου υπολογίζουμε ότι έλαβαν άνω των 100 εκατ. € άμεσα με τις διάφορες διαφημιστικές καμπάνιες και απαλλαγές (πηγή).
Από την άλλη όσοι αντέδρασαν στα μέτρα είναι κυρίως στην συστημική αντιπολίτευση ή πολύ περισσότερο σε αντισυστημικούς σχηματισμούς. Η πανδημία ήταν μια ευκαιρία να ξεκαθαρίσουν το τι πρεσβεύουν και αυτοί καθώς πολλοί δήθεν αντισυστημικοί, δήθεν libertarian (ελευθεριστές) υποστήριξαν υποχρεωτικά μέτρα της πανδημίας με μεγάλο φανατισμό οπότε απεδείχθη ότι ήταν μόνο κατά φαντασία ελευθεριστές.
Δεν είναι παράξενο ότι διεθνώς όσοι δεν συμφωνούσαν με τα μέτρα αντιμετωπίζονται εχθρικά ως αντικαθεστωτικοί – αντισυστημικοί. Αυτό εκφράσθηκε και ανοιχτά στην Γερμανία όπου αποκαλέστηκαν «εχθροί του κράτους» (πηγή) Τα ίδια και στην Ελλάδα όπου όσοι αντιδρούσαν στα αυταρχικά μέτρα της πανδημίας στοχοποιήθηκαν και παρακολουθούνταν ως από την ΕΥΠ! (πηγή) Τα ίδια που γινόταν και με τις Πρέσπες ενδεχομένως και με τα μνημόνια και έτσι υπήρξε αύξηση των παρακολουθήσεων (πηγή).
Όταν η κεντρική εξουσία στην Ελλάδα (αναφέρουμε κεντρική εξουσία καθώς το ίδιο μήνυμα μετέφερε η κυβέρνηση της ΝΔ αλλά και συστημική μνημονιακή αντιπολίτευση των ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ) παρουσίασε τον εμβολιασμό ως την ενδεδειγμένη ή υποχρεωτική «θεραπεία» ίσως η έμφυτη αποφυγή της αβεβαιότητας έδρασε ανασταλτικά στον εμβολιασμό. Αυτό παραξένεψε αφού ως τότε υπήρχε πιστή εφαρμογή των μέτρων.
Τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα όταν ο εμβολιασμός έγινε ουσιαστικά υποχρεωτικός καθώς κινητοποίησε άλλα χαρακτηριστικά όπως αυτό της αρρενωπότητας και προσέκρουσε και στην αντιδραστικότητα (απειθαρχία) του Έλληνα όπως και του Αμερικάνου. Μόνο που στην δεύτερη περίπτωση είναι ακόμα χαμηλότερη η υποταγή στην εξουσία (power distance) και έτσι υπήρχε εντονότερη αντίδραση στις υποχρεωτικότητες και που τελικά αποφεύχθηκαν λόγω και των ανεξάρτητων θεσμών (Ανώτατο Δικαστήριο) και της διασποράς της εξουσίας (checks & balances) που υπάρχει στις ΗΠΑ. Σε αντίθεση στην Ελλάδα που υπάρχει ισχυρή κεντρική εξουσία μέσω του πρωθυπουργικού γραφείου, πέρασαν εύκολα πολλά κατασταλτικά μέτρα με συνοπτικές διαδικασίες όπως οι υποχρεωτικοί ουσιαστικά εμβολιασμοί στους άνω των 65.
Και στις ΗΠΑ και στην Ελλάδα επιβλήθηκαν πάντως υποχρεωτικοί εμβολιασμοί τουλάχιστον στον κρατικό τομέα. Αυτό προφανώς γιατί το καθεστώς θέλει μόνο πειθήνιους ακολούθους εκεί, ειδικά σε θέσεις άσκησης της εξουσίας (δημόσιο, επιχειρήσεις, νοσοκομεία) και ο εμβολιασμός ήταν μια πράξη έμπρακτης τυφλής συμμόρφωσης. Αξιοπερίεργο ότι στην Ελλάδα εφαρμόστηκε μόνο στα νοσοκομεία και όχι στον στρατό όπως στις ΗΠΑ, ούτε καν τέθηκε ως σκέψη.
Στον εμβολιασμό του γενικότερου κοινού μέτρησε πάλι η υποταγή στο κοινωνικό σύνολο του κόμματος όταν χρειάστηκε,. Οι οπαδοί της ΝΔ ήταν αυτοί που σε ποσοστό 72% εμβολιάστηκαν κατά του κορονοϊού ως υποχρέωση (αντί πχ από επιβολή ή για την υγεία) κάτι που είναι πολύ χαμηλότερο σε άλλα κυβερνητική κόμματα σε άλλα κράτη σύμφωνα με την μελέτη του Pew. Έτσι το ποσοστό εμβολιασμού στην Ελλάδα αυξήθηκε σημαντικά αν και τελικά ήταν κάτω από άλλες χώρες (πχ Πορτογαλία). Πάντως για όσους βρίσκουν υψηλά τα ποσοστά θα πούμε ότι η Ελλάδα είχε και στα εμβόλια της γρίπης υψηλά ποσοστά πριν την πανδημία και παραδοσιακά πολυφαρμακία. Είναι πάλι το γνώρισμα αποστροφής στην αβεβαιότητα.
Σχετικά υψηλό ήταν το ποσοστό των ανεμβολίαστων σε μικρότερα αντισυστημικά κόμματα αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ παρόλο που η ηγεσία το υιοθέτησε όπως και το ΚΚΕ που έγινε αποδεκτό με την στρατιωτική πειθαρχία. Ενώ μόνο το 7% των ανεμβολίαστων ήταν οπαδοί της ΝΔ (πηγή) Μένει να διευκρινιστεί αν οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ δεν συμμορφώθηκαν γιατί δεν έχει δημιουργηθεί στενή σχέση αφού ο ΣΥΡΙΖΑ είναι νέο κόμμα ή αν επικράτησαν τα αντιπολιτευτικά ή αντισυστημικά αντανακλαστικά τους ή γιατί απλά δεν πείστηκαν τόσο που να υπερκαλύψει τις άλλες ανησυχίες τους. Έχει σημασία για την ικανότητά του να κυβερνά με τυφλή υποταγή όπως η ΝΔ.
Από εκεί και πέρα η ισχυρή κολεκτιβιστική τάση των Ελλήνων σε συνδυασμό με την «αρρενωπότητα» τους μπορεί να εξηγεί την εχθρότητα των εμβολιασμένων προς τους ανεμβολίαστους. Ίσως τους εκλαμβάνουν ως ασεβείς προς το κοινωνικό τους σύνολο (ΝΔ) και στο πρόσωπό τους αλλά και απειλή στην νομή της εξουσίας. Εξού και το σύνηθες επιχείρημα «εγώ δηλαδή βλάκας είμαι που το’κανα»; που επιζητά την επιβεβαίωση και την αυτοεκτίμηση. ¨Όπως είπε ο Αλμπερ Καμυ «Μια από τις χειρότερες αιτίες εχθρότητας είναι η λύσσα και η ποταπή επιθυμία να δεις να υποκύπτει, αυτός που τολμάει να αντιστέκεται σ’ αυτό που σε συνθλίβει». Γιατί αλήθεια κάποιος περιμένει να επιβεβαιωθεί από το τι κάνει κάποιος άλλος ειδικά αν αφορά μια ιατρική πράξη; Μάλιστα το σχετικά επιχείρημα συνέχισε να λέγεται ακόμα και μετά την κατάρριψη του ισχυρισμού ότι ο καθολικός εμβολιασμός θα έφερνε τοίχος ανοσίας.
Η συμμόρφωση τελικά κατέληξε ως έκφραση ιδεολογικής ταυτότητας παρά ιατρικής ουσίας. Είναι αυτό που λέγεται «σήμανση ηθικής» (“virtue signaling”). Παρατηρήθηκε και στις ΗΠΑ με την πιστή χρήση μάσκας ως ένδειξη πίστης στην επιστήμη ως θέμα αρχής ακόμα και αν η ιατρική σκοπιμότητα της μάσκας αμφισβητείται ή δεν επιβάλλονταν (πηγή) Είναι κάτι όπως οι Χριστιανοί φοράνε σταυρό ή κάτι άλλο άλλες θρησκείες.
Τελικά η πανδημία ίσως υπήρξε το προκάλυμμα για την ανάδειξη και του «επιστημονισμού» ως νέας θρησκείας και ταυτόχρονα την αμφισβήτηση των παραδεδομένων θρησκειών ως αναχρονιστικών ώστε να τις αντικαταστήσουν στην ηθική ηγεμονία επί του συνόλου. Αυτό είναι το ζητούμενο της τεχνοεξουσίας των ελίτ και του Great Reset όπως έχουμε αναφέρει αλλού (πηγή) για τον έλεγχο της κοινωνίας.
Έτσι με την πανδημία δόθηκε και η ευκαιρία να επιβληθεί η εξουσία των τεχνοκρατών, των ειδικών πάνω από των πολιτικών. Το καθεστώς πλέον μέσω αυτών ευαγγελίζονταν την δημόσια ασφάλεια αντί για την ελευθερία και την πρόοδο. Η δικτατορία των ειδικών επιτευχθεί στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες όχι όμως στις ομόσπονδες ΗΠΑ με την ισχυρή θεσμική παράδοση. Το Ανώτατο Δικαστήριο εκεί δεν επέτρεψε υποχρεωτικότητες στον γενικό πληθυσμό υπό αυτή ακριβώς την λογική: η επιβολή ήταν θέμα που έπρεπε να αποφασίσει η βουλή και όχι κάποιοι ειδικοί για όποιο λόγο και να το έκαναν αυτό.
Επίλογος
Με βάση την κολεκτιβιστική ψυχοσύνθεση των Ελλήνων που προκαλεί μια τυφλή οπαδική πίστη στο κόμμα (μεταξύ όσων τουλάχιστον είναι πολιτικοποιημένοι και ψηφίζουν) αλλά και την υψηλή αποστροφή στην αβεβαιότητα (αλλαγή) όπως είπαμε είναι δύσκολη η μετακίνηση ψηφοφόρων.
Οι οπαδοί, τα μέλη του κομματικού κοινωνικού συνόλου θα βρουν πολλούς τρόπους για να δικαιολογήσουν αυτή την προσήλωση. Η συνήθης επωδός όταν έχουν εξαντληθεί τα λογικά επιχειρήματα υπέρ των κομματικών πολιτικών είναι «και ποιον άλλον να ψηφίσεις, ποιος είναι καλύτερος, τι θα έκανε διαφορετικά κάποιος άλλος, όλοι τα ίδια είναι». Τελικά ισχύει αυτό που είπε Καμύ: «όποιος δεν έχει το θάρρος θα βρει μια θεωρία για να το δικαιολογήσει». Ειδικά ο μέσος «νοικοκύρης» ψηφοφόρος θα πάει στην κάλπη όπως πάει στο παγκάρι της εκκλησίας και θα ρίξει τον οβολό τους χωρίς να ξέρει που πηγαίνει αλλά για να έχει ήσυχη την συνείδησή του εμπιστευόμενος ότι «έχουν γνώση οι φύλακες».
Πρέπει να γίνουν κοσμοϊστορικά γεγονότα για να σπάσει ο κομματικός δεσμός όπως έγινε με την διάλυση του ΠΑΣΟΚ μετά την υπαγωγή στο ΔΝΤ το 2010. Για να πολεμήσει κανείς αυτή την οπαδική προσήλωση πρέπει να θέσει σε αμφισβήτηση το status quo, τον δεσμό δηλαδή με το κομματικό σύνολο αλλά και να μειώσει την σιγουριά που παρέχει στους οπαδούς του.
Η εγκατάλειψη ενός κόμματος θα μπορούσε να γίνει για παράδειγμα αν αποδειχθεί ότι το κόμμα πρόδωσε τους ψηφοφόρους, έχει αλλάξει η φιλοσοφία του. Αυτό έγινε με την σμίκρυνση του δημοσίου και τις περικοπές επί ΠΑΣΟΚ το 2010-2012. Οπότε σε αυτή την περίπτωση κάποιος θα ακολουθήσει το κοινωνικό σύνολο που αποχωρεί. Για να μειωθούν οι δισταγμοί προς το νέο/αβέβαιο πρέπει να φανεί ότι το μέλλον είναι αβέβαιο με την πολιτική αυτού του κόμματος πχ ότι το κόμμα δεν θα διστάσει να επιλέξει μια πολιτική που θα τους βλάψει ή ότι το κάνει ήδη.
Την σιγουριά που παρέχει ένα κόμμα βλάπτει και η αίσθηση ότι το κομματικό σύνολο δεν παρέχει υψηλής ποιότητας αναγνωρισιμότητα για τον οπαδό (αυτό μπορεί να γίνεται αν το κόμμα αποτελεί περίγελο λόγω σκανδάλων και ανικανότητας). Ποιος θα θέλει να φανεί ότι υποστηρίζει μια γελοιότητα και μια παρανομία άρα ότι ταυτίζεται μαζί της; Στην Ελληνική Λύση αντί να αναλύουν τις θέσεις της στέκονται στο επάγγελμα του προέδρου της, την πώληση αλοιφών. Για κάποιο λόγο έχει μεγαλύτερη αξία για να διοικεί κάποιος άεργος ουσιαστικά γόνος μιας πολιτικής δυναστείας. Ίσως γιατί οι Έλληνες έχουν συνηθίσει στην μοναρχία.
Δεν μπορεί να υπάρξει σοβαρή συζήτηση βέβαια όταν που κάποιος καταφεύγει σε ευτελισμό αφού αναφέρεται στο θυμικό και όχι στην λογική. Σε αυτές τις περιπτώσεις έχει αξία απλά να ισοφαριστεί με ανάλογο ευτελισμό του δικού του κόμματος. Δεν πρόκειται να αλλάξει μυαλά αλλά στην πορεία κάποιος τρίτος που ακούει, μη οπαδός ίσως να αλλάξει μυαλά για το κόμμα που υποστηρίζει. Πάντως η σάτιρα έχει μεγάλη επίδραση. Για παράδειγμα ο Λαζόπουλος είχε επιρροή στις εκλογές του 2015 και έκτοτε τον εξαφάνισαν. Στις ΗΠΑ που χρησιμοποιούνται memes και μάλιστα έχουν γίνει προσπάθειες να περιοριστούν είτε νομικά είτε με επιθέσεις/απολύσεις ατόμων (cancel culture) κάποια δε κατηγορήθηκαν αδίκως ως υποκινούμενα από την Ρωσία ώστε να λογοκριθούν με βάση τις αποκαλύψεις TwitterFiles (πηγή).
Εν κατακλείδι σε χώρα κολεκτιβίστικης κουλτούρας με συγκεντρωτικά πολιτικά συστήματα όπως η Ρωσία και η Ελλάδα που την κοινωνία (εκλογικό σώμα) ελέγχει όποιος ελέγχει την εξουσία (κρατική ή ολιγαρχική κομματοκρατία) όπως κάνει το μνημονιακό καθεστώς των δανειστών η (ειρηνική) αλλαγή εξουσίας δεν νομίζουμε ότι μπορεί να γίνει με εκλογές αλλά από μέσα.. Από άτομα δηλαδή που θα ανέλθουν μέσα από τα υπάρχοντα κόμματα αλλάζοντας την ροή της ιστορίας όταν πάρουν τα ηνιά.
Για παράδειγμα ο Πούτιν ανέβηκε ως διάδοχος του Γελτσιν, ο Σημίτης του Παπανδρέου, ο Μητσοτάκης του Καραμανλή. Είχαν διαφορετική πολιτική γραμμή από του προκατόχους αλλά το εκλογικό σώμα ακολούθησε. Δεν θα μπορούσαν να το κάνουν ενδεχομένως αν είχαν ξεκινήσει με την δημιουργία ενός νέου δικού τους αντιδραστικού κόμματος. Πολλοί σημαντικοί πολιτικοί εξάλλου απέτυχαν κάνοντας κόμματα (πχ Αντώνης Σαμαράς, Ντόρα Μπακογιάννη, Πάνος Καμμένος, Δημήτρης Τσοβόλας κα) ανεξάρτητα. Είναι και θέμα πόρων και οργανωτικών ικανοτήτων βέβαια.
Κάτι τέτοιο τελικά κάνουν και διεθνείς οργανισμοί όπως το World Economic Forum και άλλοι προκειμένου να προωθήσουν άτομα που ελέγχουν σε θέσεις ισχύος για να είναι φιλικά διακείμενα στις πολιτικές τους αν δεν τις εφαρμόζουν. Εντοπίζουν υποσχόμενους πολιτικούς (Young Global Leaders) που συμφωνούν με τις απόψεις τους και μετά κάποιοι από αυτούς ανέρχονται σε θέσεις ισχύος (πηγή).