Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και η Ρωσική Ομοσπονδία διατηρούν μια στρατηγική και πολύπλευρη σχέση σε στρατιωτικό, διπλωματικό και οικονομικό επίπεδο.
Από: topontiki.gr / Του Βασίλη Γιαννακόπουλου
Εκτιμάται ότι ο δυναμισμός της τρέχουσας σινο-ρωσικής σχέσης συνεργασίας εντοπίζεται στο 2014, όταν η αντίδραση ορισμένων χωρών στην πρώτη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένων των κυρώσεων, οδήγησε τη Μόσχα στην επιδίωξη να ενισχύσει τη συνεργασία της με το Πεκίνο.
Πράγματι, στην πρόσφατη ρωσική εισβολή (2022), η αντίδραση του Πεκίνου χαρακτηρίζεται ως ιδιαίτερα ευνοϊκή για τη Μόσχα σε σύγκριση πάντα με την εισβολή της Ρωσίας στη Γεωργία το 2008 και στην Κριμαία το 2014.
Στην παρούσα φάση είναι έκδηλη η ανησυχία της Δύσης ότι το Πεκίνο και η Μόσχα συνιστούν μια de facto συμμαχία ενάντια στη δυτική και ειδικά στην αμερικανική παγκόσμια επιρροή.
Προς το παρόν, αυτή η διμερής σινο-ρωσική σχέση συνεργασίας υπολείπεται μιας αμοιβαίας αμυντικής συμφωνίας και προσομοιάζει περισσότερο με μια μη δεσμευτική ευθυγράμμιση, η οποία βασίζεται στην κοινή αντιπαράθεσή τους με τη διεθνή τάξη πραγμάτων υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών.
Όμως, παρά τον «κοινό εχθρό», οι δύο χώρες δεν έχουν καταφέρει να ξεπεράσουν πλήρως την ιστορική στρατηγική δυσπιστία τους.
Στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, η εξάρτηση της Ρωσίας από την οικονομική και πολιτική υποστήριξη της Κίνας έχει αυξηθεί προκαλώντας ένα σημαντικό πλεονέκτημα της Κίνας στη μεταξύ τους σχέση, γεγονός που έως έναν βαθμό εξηγεί τη ρωσική δυσπιστία έναντι της Κίνας.
Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι, με βάση τη «Σινο-Σοβιετική Συμφωνία Συνόρων του 1991», η «Συνθήκη Καλής Γειτονίας και Φιλικής Συνεργασίας του 2001», μεταξύ άλλων, σημείωσε την ικανοποίηση του Πεκίνου και της Μόσχας στα διμερή συνοριακά ζητήματα και δημιούργησε ευρείς τομείς συνεργασίας, οι οποίοι κυμαίνονται από την οικονομία και το εμπόριο έως την αντιτρομοκρατία. Επιπρόσθετα, η ανανέωση της Συνθήκης το 2021 αντανακλά το συνολικό θετικό status quo των σινο-ρωσικών σχέσεων.
Μεταξύ των δύο ηγετών, Σι Τζινπίνγκ και Βλαντίμιρ Πούτιν, φαίνεται να έχουν δημιουργηθεί στενοί προσωπικοί δεσμοί, καθώς, από το 2013, έχουν συναντηθεί πολλές φορές και έχουν δημιουργήσει μηχανισμούς διμερούς διαλόγου σε χαμηλότερα επίπεδα.
Μάλιστα, το 2019, οι δύο ηγέτες ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να αναπτύξουν μια «Ολοκληρωμένη Στρατηγική Συνεργασία Συντονισμού για μια Νέα Εποχή» επιδιώκοντας να διαβεβαιώσουν ότι υπάρχει υψηλός βαθμός πολιτικής εμπιστοσύνης για μια πολυεπίπεδη συνεργασία.
Η μεταξύ τους στρατιωτική συνεργασία χαρακτηρίζεται σημαντική, καθώς περιλαμβάνει κοινές ασκήσεις, ανταλλαγή πληροφοριών, κοινή ανάπτυξη οπλικών συστημάτων κ.λπ. Από την πλευρά της, η Ρωσία επιδίωξε να αυξήσει τη διεξαγωγή των στρατιωτικών ασκήσεων με την Κίνα, σε στρατηγικό και τακτικό επίπεδο, καθώς και τις κοινές αεροναυτικές περιπολίες στην Ασία και τον Ειρηνικό.
Οι ρωσικές δυνάμεις διεξάγουν αυτές τις ασκήσεις έχοντας ως στόχο να αυξήσουν τη διαλειτουργικότητα με τα κινεζικά αμυντικά συστήματα.
Τον Νοέμβριο του 2021 υπέγραψαν έναν «Οδικό Χάρτη Στρατιωτικής Συνεργασίας για την περίοδο 2021-2025», ο οποίος συνιστά μπούσουλα για τη στρατιωτική τους συνεργασία. Επίσης οι δύο χώρες είναι ιδρυτικά μέλη του ευρασιατικού Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης (Shanghai Cooperation Organization – SCO), μιας διακυβερνητικής ομάδας που επικεντρώνεται κυρίως σε θέματα ασφάλειας.
Ρωσία και Κίνα, ως μόνιμα μέλη με δικαίωμα άσκησης βέτο, συνεργάζονται και στον ΟΗΕ.
Για παράδειγμα, το 2022, η Κίνα και η Ρωσία συνεργάστηκαν στην άσκηση βέτο σε αμερικανικό σχέδιο ψηφίσματος του ΟΗΕ, το οποίο θα αυστηροποιούσε περαιτέρω τις κυρώσεις κατά της Βόρειας Κορέας για τις εκτοξεύσεις των βαλλιστικών της βλημάτων εδάφους – εδάφους.
Αμφισβήτηση της παγκόσμιας τάξης
Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και η Ρωσία βλέπουν η μια την άλλη ως εταίρους στις προσπάθειές τους να αμφισβητήσουν την παγκόσμια τάξη πραγμάτων υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών. Στις 30 Δεκεμβρίου 2022, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον Πούτιν, ο Σι, μεταξύ άλλων, υποστήριξε ότι: «Σε ένα μεταβαλλόμενο και ταραγμένο διεθνές περιβάλλον, είναι σημαντικό η Κίνα και η Ρωσία να παραμείνουν πιστές στην αρχική φιλοδοξία της συνεργασίας τους, να παραμείνουν συγκεντρωμένες στη στρατηγική τους, να ενισχύσουν τον στρατηγικό τους συντονισμό… Συνεχίστε να είστε ο ένας η ευκαιρία ανάπτυξης και παγκόσμιος εταίρος του άλλου…».
Ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι, ενώ η Κίνα και η Ρωσία φαίνεται να απορρίπτουν την τρέχουσα παγκόσμια τάξη πραγμάτων, εντούτοις τα οράματά τους για το τι θα έπρεπε να την αντικαταστήσει πιθανόν να μην συνάδουν.
Για πολλούς αναλυτές η Κίνα θεωρείται μια «αναθεωρητική δύναμη», η οποία εργάζεται προκειμένου να αλλάξει ορισμένες πτυχές της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων, πιθανώς με την πρόθεση να την αντικαταστήσει μακροπρόθεσμα.
Από την πλευρά τους, οι Ρώσοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής υποστηρίζουν ότι η υπάρχουσα παγκόσμια τάξη πραγμάτων αγνοεί τη θέση και την κυριαρχία μεγάλων δυνάμεων πλην των Ηνωμένων Πολιτειών και αρνείται άλλες δυνάμεις, τις οποίες οι Ρώσοι διαμορφωτές πολιτικής θεωρούν νόμιμες σφαίρες επιρροής.
Ως εκ τούτου, οι Ρώσοι ηγέτες προσπαθούν να απωθήσουν αυτό που θεωρούν μονοπολική υπέρβαση των Αμερικανών και να υπενθυμίσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες τη θέση και τον ρόλο της μεγάλης δύναμης της Ρωσίας στο διεθνές σύστημα.
Στρατιωτική υποστήριξη της Κίνας στη Ρωσία
Η Κίνα καθίσταται ολοένα και πιο σημαντικός εμπορικός εταίρος για τη Ρωσία, προκειμένου το Κρεμλίνο να αμβλύνει τις επιπτώσεις των οικονομικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν από ορισμένες χώρες, ως απάντηση στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Το συνολικό εμπόριο της Κίνας με τη Ρωσία έφτασε σε υψηλό επίπεδο ρεκόρ 190 δισ. δολαρίων το 2022, αύξηση 30% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Οι ρωσικές εισαγωγές από την Κίνα αυξήθηκαν κατά 13% (76 δισ. δολάρια), ενώ οι εξαγωγές της προς την Κίνα αυξήθηκαν κατά 43% (114 δισ. δολάρια).
Πέρα όμως από σημαντικός εμπορικός εταίρος, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν ότι πλέον η Κίνα εξετάζει το ενδεχόμενο να προμηθεύσει με όπλα και πυρομαχικά τις ρωσικές δυνάμεις, Ως γνωστόν, το Πεκίνο αρνείται κατηγορηματικά αυτούς ισχυρισμούς.
Η κινεζική αμυντική βιομηχανία αυξάνει συνεχώς την παραγωγή της και ήδη έχει καταστεί ο τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων παγκοσμίως.
● Ο Siemon Wezeman, από το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (Stockholm International Peace Research Institute – SIPRI), υποστηρίζει: «Τώρα, τα όπλα της Κίνας εξελίσσονται… Τα drones της, για παράδειγμα, είναι ένας τομέας για τον οποίο ενδιαφέρεται πολύ η Ρωσία…».
● Η Maria Shagina, ειδικός στις οικονομικές κυρώσεις στο Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (International Institute of Strategic Studies – IISS), εκτιμά: «Η Κίνα δεν έχει προμηθεύσει ανοιχτά τη Ρωσία με όπλα, αλλά μπορεί να της πουλά κρυφά προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για στρατιωτικούς σκοπούς… Υπάρχουν στοιχεία ότι η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ημιαγωγών προς τη Ρωσία…».
● Το Κέντρο Προηγμένων Αμυντικών Μελετών (Center for Advanced Defense Studies – C4ADS), που εδρεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες, αναφέρει ότι «οι κινεζικές εταιρείες ενδέχεται να στέλνουν στη Ρωσία ηλεκτρονικά εξαρτήματα για τα ραντάρ των αντιαεροπορικών βλημάτων». Τέλος, οι ΗΠΑ έχουν επιβάλει κυρώσεις σε μια κινεζική εταιρεία, η οποία παρείχε δορυφορικές εικόνες για την υποστήριξη των ρωσικών μισθοφορικών δυνάμεων (Wagner Group), που μάχονται στην Ουκρανία.
Κινεζική έκθεση αξιολόγησης για τον ρωσικό στρατό
Λόγω της υφιστάμενης σινο-ρωσικής στρατιωτικής συνεργασίας, είναι βέβαιο ότι ο κινεζικός στρατός καταγράφει και αναλύει ενδελεχώς τα lessons learned που προκύπτουν από τα μέτωπα της ρωσο-ουκρανικής σύγκρουσης.
Αυτά τα διδάγματα είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό (People’s Liberation Army – PLA), καθότι δεν διαθέτει πρόσφατη εμπειρία μάχης.
Οι Κινέζοι αναλυτές, αφού διαπίστωσαν τις κακές επιδόσεις του ρωσικού στρατού τον περασμένο χρόνο, δεν δίστασαν να τις δημοσιεύσουν στο κορυφαίο επίσημο στρατιωτικό περιοδικό της Κίνας, το «PLA Daily» (12 Ιανουαρίου 2023).
Η έκθεση αξιολόγησης του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία θεωρείται μια αχαρακτήριστα ωμή αλλά ειλικρινής ανάλυση, καθώς καταλήγει στο συμπέρασμα ότι: «Ο στρατός της Ρωσίας, ειδικά οι χερσαίες δυνάμεις του, ήταν πολύ αδύναμος και οι δυνατότητές του πολύ περιορισμένες για να επιτύχουν τους στόχους του. Οι βασικές αδυναμίες του ρωσικού στρατού εντοπίζονται στην έλλειψη επαρκούς δύναμης, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το ανθρώπινο δυναμικό…».
Στην έκθεση σημειώνεται επίσης ότι «έχουν αποκαλυφθεί ελλείψεις σε επίπεδο τάγματος, όπως η αδυναμία αυτοσυντήρησης στη μάχη και η αναποτελεσματικότητα…».
Για τους σχηματισμούς επιπέδου ταξιαρχίας αναφέρει ότι «είναι ανίκανη να πολεμήσει αποτελεσματικά στις παρατεταμένες και υψηλής έντασης συγκρούσεις φθοράς…».
Θα πρέπει να προβληματιστούμε εάν αυτή η αξιολόγηση θα μπορούσε να υπαινίσσεται πιθανές ανησυχίες του «PLA Daily» σχετικά με τις κινεζικές χερσαίες δυνάμεις, οι οποίες ενδέχεται να παρουσιάσουν παρόμοια έλλειψη επιχειρησιακής δυνατότητας τόσο σε επιχειρήσεις εσωτερικής ασφάλειας όσο και σε μια πιθανή συγκρουσιακή κατάσταση στην Ταϊβάν.
Ενώ οι Δυτικοί αναλυτές έχουν αναφερθεί εκτενώς στην απουσία της ρωσικής αεροπορίας από το πεδίο της μάχης, η ανάλυση του «PLA Daily» επικρίνει τη ρωσική πολεμική αεροπορία για «διεξαγωγή ιδιαίτερα ολιγάριθμων εξόδων» και για «ανεπαρκή ακρίβεια στις βολές αέρος – εδάφους».
Για τον τομέα των στρατιωτικών πληροφοριών η έκθεση κάνει λόγο για «αναποτελεσματική διεξαγωγή επιχειρήσεων συλλογής στρατιωτικών πληροφοριών».
Μάλιστα, για να αντιμετωπιστούν οι τρέχουσες ανεπάρκειες της Ρωσίας στον πόλεμο πληροφοριών, η κινεζική ανάλυση καταλήγει στην εκτίμηση ότι, μεταξύ άλλων, το επόμενο χρονικό διάστημα, από ρωσικής πλευράς θα δοθεί προτεραιότητα στην εκτεταμένη χρήση αυτοματοποιημένων συστημάτων διοίκησης και στη μεγαλύτερη συμμετοχή των drones, για τη συλλογή και μεταβίβαση στρατιωτικών πληροφοριών από το πεδίο της μάχης σε πραγματικό χρόνο.
Στο άρθρο δίνεται επίσης μεγάλη προσοχή στις επανειλημμένες προειδοποιήσεις της Ρωσίας για τα πυρηνικά.
Η Ρωσία υστερεί σε συμβατική στρατιωτική ισχύ, αλλά βασίζεται στην πυρηνική της αποτρεπτική δύναμη προκειμένου να ισορροπήσει έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ. Εκτιμάται ότι, μέχρι στιγμής, «η Ρωσία απώθησε τη συλλογική πίεση της Δύσης διεξάγοντας πυρηνικές ασκήσεις, ανεβάζοντας το επίπεδο πολεμικής ετοιμότητας της πυρηνικής της δύναμης και προειδοποιώντας ότι ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος θα είναι πυρηνικός πόλεμος».
Μελλοντική πορεία της σινο-ρωσικής συνεργασίας
Οι αξιωματούχοι της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας συχνά περιγράφουν ως «ιστορικό υψηλό» τις τρέχουσες σχέσεις Κίνας-Ρωσίας, καθώς αλληλοϋποστηρίζονται σε θέματα εθνικής κυριαρχίας, ασφάλειας, εδαφικής ακεραιότητας και οικονομικής ανάπτυξης.
Το Πεκίνο επιδιώκει ευελιξία στις σχέσεις του και είναι εμφανές ότι επιθυμεί να σχηματίσει συνεργασίες και όχι συμμαχίες, προκειμένου να μπορεί να αποστασιοποιηθεί από πιθανή ακραία συμπεριφορά της Ρωσίας στη διεθνή σκηνή.
Παρά το γεγονός ότι γνωρίζουν τα πρακτικά οφέλη μιας στενής σχέσης με την Κίνα, οι Ρώσοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής παραμένουν επιφυλακτικοί και τρέφουν σκεπτικισμό απέναντι στους Κινέζους ηγέτες.
Αυτό έχει αποτέλεσμα την αποφυγή των δεσμευτικών υποχρεώσεων μιας επίσημης συμμαχίας, ειδικά δεσμεύσεων που θα μπορούσαν να εμπλέξουν τη Ρωσία ενεργά σε πιθανή σύγκρουση Κίνας – Ταϊβάν. Σε κάθε περίπτωση οι Ρώσοι αξιωματούχοι φαίνεται να απορρίπτουν την ταμπέλα του «κατώτερου» συνεργάτη και επιδιώκουν να διαχειριστούν τη σχέση με αμοιβαία επωφελείς όρους.
Ενώ η Κίνα είναι αρκετά επικριτική για τον ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ στον πόλεμο της Ουκρανίας, εντούτοις, μέχρι στιγμής, δεν έχει επιλέξει να στείλει στρατιωτική βοήθεια στον ρωσικό στρατό. Βέβαια, αυτό θα μπορούσε να αλλάξει.
Γι’ αυτό ο γ.γ. του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, αφού δήλωσε πως «η Συμμαχία έχει δει σημάδια ότι η Κίνα εξετάζει το ενδεχόμενο να προμηθεύσει όπλα στη Ρωσία», προειδοποίησε το Πεκίνο «να μην προβεί σε οποιαδήποτε κίνηση για την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στη Μόσχα».
Να θυμίσουμε ότι, λίγες ημέρες πριν από τον Στόλτενμπεργκ, σε συνέντευξή του ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν είχε δηλώσει ότι «οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών υποδεικνύουν ότι η Κίνα εξετάζει το ενδεχόμενο παροχής όπλων και πυρομαχικών στη Ρωσία…».
Αντίδραση της αμερικανικής κυβέρνησης
Οι υπεύθυνοι χάραξης της αμερικανικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένου του Κογκρέσου, έχουν προσδιορίσει την αντιμετώπιση των προκλήσεων της Κίνας και της Ρωσίας ως «κορυφαία προτεραιότητα εθνικής ασφάλειας».
Ο «Νόμος Εξουσιοδότησης της Εθνικής Άμυνας James M. Inhofe» (James M. Inhofe National Defense Authorization Act) για το οικονομικό έτος 2023 (P.L. 117-263) απαιτεί έκθεση σχετικά με το εάν και πώς η Κίνα παρείχε υποστήριξη στη Ρωσία για τον πόλεμο με την Ουκρανία.
Επιπρόσθετα, ο «Νόμος περί Ενοποιημένων Πιστώσεων» (Consolidated Appropriations Act) του 2023 (P.L. 117-328) προβλέπει τη διάθεση 325 εκατ. δολαρίων και 300 εκατ. δολαρίων, αντίστοιχα, για το Ταμείο Επιρροής Αντιμετώπισης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και το Ταμείο Αντιμετώπισης της Ρωσικής Επιρροής.
BBC News, «Ukraine war: What support is China giving Russia?», Feb 21, 2023.
Lyle Goldstein & Nathan Waechter, The Diplomat, «As Russia’s Military Stumbles in Ukraine, Chinese Strategists Are Taking Notes», February 24, 2023.
Ο Βασίλης Γιαννακόπουλος είναι γεωστρατηγικός αναλυτής (geostrategical@yahoo.gr)
Από: topontiki.gr / Του Βασίλη Γιαννακόπουλου
Εκτιμάται ότι ο δυναμισμός της τρέχουσας σινο-ρωσικής σχέσης συνεργασίας εντοπίζεται στο 2014, όταν η αντίδραση ορισμένων χωρών στην πρώτη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένων των κυρώσεων, οδήγησε τη Μόσχα στην επιδίωξη να ενισχύσει τη συνεργασία της με το Πεκίνο.
Πράγματι, στην πρόσφατη ρωσική εισβολή (2022), η αντίδραση του Πεκίνου χαρακτηρίζεται ως ιδιαίτερα ευνοϊκή για τη Μόσχα σε σύγκριση πάντα με την εισβολή της Ρωσίας στη Γεωργία το 2008 και στην Κριμαία το 2014.
Στην παρούσα φάση είναι έκδηλη η ανησυχία της Δύσης ότι το Πεκίνο και η Μόσχα συνιστούν μια de facto συμμαχία ενάντια στη δυτική και ειδικά στην αμερικανική παγκόσμια επιρροή.
Προς το παρόν, αυτή η διμερής σινο-ρωσική σχέση συνεργασίας υπολείπεται μιας αμοιβαίας αμυντικής συμφωνίας και προσομοιάζει περισσότερο με μια μη δεσμευτική ευθυγράμμιση, η οποία βασίζεται στην κοινή αντιπαράθεσή τους με τη διεθνή τάξη πραγμάτων υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών.
Όμως, παρά τον «κοινό εχθρό», οι δύο χώρες δεν έχουν καταφέρει να ξεπεράσουν πλήρως την ιστορική στρατηγική δυσπιστία τους.
Στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, η εξάρτηση της Ρωσίας από την οικονομική και πολιτική υποστήριξη της Κίνας έχει αυξηθεί προκαλώντας ένα σημαντικό πλεονέκτημα της Κίνας στη μεταξύ τους σχέση, γεγονός που έως έναν βαθμό εξηγεί τη ρωσική δυσπιστία έναντι της Κίνας.
Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι, με βάση τη «Σινο-Σοβιετική Συμφωνία Συνόρων του 1991», η «Συνθήκη Καλής Γειτονίας και Φιλικής Συνεργασίας του 2001», μεταξύ άλλων, σημείωσε την ικανοποίηση του Πεκίνου και της Μόσχας στα διμερή συνοριακά ζητήματα και δημιούργησε ευρείς τομείς συνεργασίας, οι οποίοι κυμαίνονται από την οικονομία και το εμπόριο έως την αντιτρομοκρατία. Επιπρόσθετα, η ανανέωση της Συνθήκης το 2021 αντανακλά το συνολικό θετικό status quo των σινο-ρωσικών σχέσεων.
Μεταξύ των δύο ηγετών, Σι Τζινπίνγκ και Βλαντίμιρ Πούτιν, φαίνεται να έχουν δημιουργηθεί στενοί προσωπικοί δεσμοί, καθώς, από το 2013, έχουν συναντηθεί πολλές φορές και έχουν δημιουργήσει μηχανισμούς διμερούς διαλόγου σε χαμηλότερα επίπεδα.
Μάλιστα, το 2019, οι δύο ηγέτες ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να αναπτύξουν μια «Ολοκληρωμένη Στρατηγική Συνεργασία Συντονισμού για μια Νέα Εποχή» επιδιώκοντας να διαβεβαιώσουν ότι υπάρχει υψηλός βαθμός πολιτικής εμπιστοσύνης για μια πολυεπίπεδη συνεργασία.
Η μεταξύ τους στρατιωτική συνεργασία χαρακτηρίζεται σημαντική, καθώς περιλαμβάνει κοινές ασκήσεις, ανταλλαγή πληροφοριών, κοινή ανάπτυξη οπλικών συστημάτων κ.λπ. Από την πλευρά της, η Ρωσία επιδίωξε να αυξήσει τη διεξαγωγή των στρατιωτικών ασκήσεων με την Κίνα, σε στρατηγικό και τακτικό επίπεδο, καθώς και τις κοινές αεροναυτικές περιπολίες στην Ασία και τον Ειρηνικό.
Οι ρωσικές δυνάμεις διεξάγουν αυτές τις ασκήσεις έχοντας ως στόχο να αυξήσουν τη διαλειτουργικότητα με τα κινεζικά αμυντικά συστήματα.
Τον Νοέμβριο του 2021 υπέγραψαν έναν «Οδικό Χάρτη Στρατιωτικής Συνεργασίας για την περίοδο 2021-2025», ο οποίος συνιστά μπούσουλα για τη στρατιωτική τους συνεργασία. Επίσης οι δύο χώρες είναι ιδρυτικά μέλη του ευρασιατικού Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης (Shanghai Cooperation Organization – SCO), μιας διακυβερνητικής ομάδας που επικεντρώνεται κυρίως σε θέματα ασφάλειας.
Ρωσία και Κίνα, ως μόνιμα μέλη με δικαίωμα άσκησης βέτο, συνεργάζονται και στον ΟΗΕ.
Για παράδειγμα, το 2022, η Κίνα και η Ρωσία συνεργάστηκαν στην άσκηση βέτο σε αμερικανικό σχέδιο ψηφίσματος του ΟΗΕ, το οποίο θα αυστηροποιούσε περαιτέρω τις κυρώσεις κατά της Βόρειας Κορέας για τις εκτοξεύσεις των βαλλιστικών της βλημάτων εδάφους – εδάφους.
Αμφισβήτηση της παγκόσμιας τάξης
Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και η Ρωσία βλέπουν η μια την άλλη ως εταίρους στις προσπάθειές τους να αμφισβητήσουν την παγκόσμια τάξη πραγμάτων υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών. Στις 30 Δεκεμβρίου 2022, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον Πούτιν, ο Σι, μεταξύ άλλων, υποστήριξε ότι: «Σε ένα μεταβαλλόμενο και ταραγμένο διεθνές περιβάλλον, είναι σημαντικό η Κίνα και η Ρωσία να παραμείνουν πιστές στην αρχική φιλοδοξία της συνεργασίας τους, να παραμείνουν συγκεντρωμένες στη στρατηγική τους, να ενισχύσουν τον στρατηγικό τους συντονισμό… Συνεχίστε να είστε ο ένας η ευκαιρία ανάπτυξης και παγκόσμιος εταίρος του άλλου…».
Ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι, ενώ η Κίνα και η Ρωσία φαίνεται να απορρίπτουν την τρέχουσα παγκόσμια τάξη πραγμάτων, εντούτοις τα οράματά τους για το τι θα έπρεπε να την αντικαταστήσει πιθανόν να μην συνάδουν.
Για πολλούς αναλυτές η Κίνα θεωρείται μια «αναθεωρητική δύναμη», η οποία εργάζεται προκειμένου να αλλάξει ορισμένες πτυχές της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων, πιθανώς με την πρόθεση να την αντικαταστήσει μακροπρόθεσμα.
Από την πλευρά τους, οι Ρώσοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής υποστηρίζουν ότι η υπάρχουσα παγκόσμια τάξη πραγμάτων αγνοεί τη θέση και την κυριαρχία μεγάλων δυνάμεων πλην των Ηνωμένων Πολιτειών και αρνείται άλλες δυνάμεις, τις οποίες οι Ρώσοι διαμορφωτές πολιτικής θεωρούν νόμιμες σφαίρες επιρροής.
Ως εκ τούτου, οι Ρώσοι ηγέτες προσπαθούν να απωθήσουν αυτό που θεωρούν μονοπολική υπέρβαση των Αμερικανών και να υπενθυμίσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες τη θέση και τον ρόλο της μεγάλης δύναμης της Ρωσίας στο διεθνές σύστημα.
Στρατιωτική υποστήριξη της Κίνας στη Ρωσία
Η Κίνα καθίσταται ολοένα και πιο σημαντικός εμπορικός εταίρος για τη Ρωσία, προκειμένου το Κρεμλίνο να αμβλύνει τις επιπτώσεις των οικονομικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν από ορισμένες χώρες, ως απάντηση στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Το συνολικό εμπόριο της Κίνας με τη Ρωσία έφτασε σε υψηλό επίπεδο ρεκόρ 190 δισ. δολαρίων το 2022, αύξηση 30% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Οι ρωσικές εισαγωγές από την Κίνα αυξήθηκαν κατά 13% (76 δισ. δολάρια), ενώ οι εξαγωγές της προς την Κίνα αυξήθηκαν κατά 43% (114 δισ. δολάρια).
Πέρα όμως από σημαντικός εμπορικός εταίρος, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν ότι πλέον η Κίνα εξετάζει το ενδεχόμενο να προμηθεύσει με όπλα και πυρομαχικά τις ρωσικές δυνάμεις, Ως γνωστόν, το Πεκίνο αρνείται κατηγορηματικά αυτούς ισχυρισμούς.
Η κινεζική αμυντική βιομηχανία αυξάνει συνεχώς την παραγωγή της και ήδη έχει καταστεί ο τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων παγκοσμίως.
● Ο Siemon Wezeman, από το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (Stockholm International Peace Research Institute – SIPRI), υποστηρίζει: «Τώρα, τα όπλα της Κίνας εξελίσσονται… Τα drones της, για παράδειγμα, είναι ένας τομέας για τον οποίο ενδιαφέρεται πολύ η Ρωσία…».
● Η Maria Shagina, ειδικός στις οικονομικές κυρώσεις στο Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (International Institute of Strategic Studies – IISS), εκτιμά: «Η Κίνα δεν έχει προμηθεύσει ανοιχτά τη Ρωσία με όπλα, αλλά μπορεί να της πουλά κρυφά προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για στρατιωτικούς σκοπούς… Υπάρχουν στοιχεία ότι η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ημιαγωγών προς τη Ρωσία…».
● Το Κέντρο Προηγμένων Αμυντικών Μελετών (Center for Advanced Defense Studies – C4ADS), που εδρεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες, αναφέρει ότι «οι κινεζικές εταιρείες ενδέχεται να στέλνουν στη Ρωσία ηλεκτρονικά εξαρτήματα για τα ραντάρ των αντιαεροπορικών βλημάτων». Τέλος, οι ΗΠΑ έχουν επιβάλει κυρώσεις σε μια κινεζική εταιρεία, η οποία παρείχε δορυφορικές εικόνες για την υποστήριξη των ρωσικών μισθοφορικών δυνάμεων (Wagner Group), που μάχονται στην Ουκρανία.
Κινεζική έκθεση αξιολόγησης για τον ρωσικό στρατό
Λόγω της υφιστάμενης σινο-ρωσικής στρατιωτικής συνεργασίας, είναι βέβαιο ότι ο κινεζικός στρατός καταγράφει και αναλύει ενδελεχώς τα lessons learned που προκύπτουν από τα μέτωπα της ρωσο-ουκρανικής σύγκρουσης.
Αυτά τα διδάγματα είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό (People’s Liberation Army – PLA), καθότι δεν διαθέτει πρόσφατη εμπειρία μάχης.
Οι Κινέζοι αναλυτές, αφού διαπίστωσαν τις κακές επιδόσεις του ρωσικού στρατού τον περασμένο χρόνο, δεν δίστασαν να τις δημοσιεύσουν στο κορυφαίο επίσημο στρατιωτικό περιοδικό της Κίνας, το «PLA Daily» (12 Ιανουαρίου 2023).
Η έκθεση αξιολόγησης του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία θεωρείται μια αχαρακτήριστα ωμή αλλά ειλικρινής ανάλυση, καθώς καταλήγει στο συμπέρασμα ότι: «Ο στρατός της Ρωσίας, ειδικά οι χερσαίες δυνάμεις του, ήταν πολύ αδύναμος και οι δυνατότητές του πολύ περιορισμένες για να επιτύχουν τους στόχους του. Οι βασικές αδυναμίες του ρωσικού στρατού εντοπίζονται στην έλλειψη επαρκούς δύναμης, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το ανθρώπινο δυναμικό…».
Στην έκθεση σημειώνεται επίσης ότι «έχουν αποκαλυφθεί ελλείψεις σε επίπεδο τάγματος, όπως η αδυναμία αυτοσυντήρησης στη μάχη και η αναποτελεσματικότητα…».
Για τους σχηματισμούς επιπέδου ταξιαρχίας αναφέρει ότι «είναι ανίκανη να πολεμήσει αποτελεσματικά στις παρατεταμένες και υψηλής έντασης συγκρούσεις φθοράς…».
Θα πρέπει να προβληματιστούμε εάν αυτή η αξιολόγηση θα μπορούσε να υπαινίσσεται πιθανές ανησυχίες του «PLA Daily» σχετικά με τις κινεζικές χερσαίες δυνάμεις, οι οποίες ενδέχεται να παρουσιάσουν παρόμοια έλλειψη επιχειρησιακής δυνατότητας τόσο σε επιχειρήσεις εσωτερικής ασφάλειας όσο και σε μια πιθανή συγκρουσιακή κατάσταση στην Ταϊβάν.
Ενώ οι Δυτικοί αναλυτές έχουν αναφερθεί εκτενώς στην απουσία της ρωσικής αεροπορίας από το πεδίο της μάχης, η ανάλυση του «PLA Daily» επικρίνει τη ρωσική πολεμική αεροπορία για «διεξαγωγή ιδιαίτερα ολιγάριθμων εξόδων» και για «ανεπαρκή ακρίβεια στις βολές αέρος – εδάφους».
Για τον τομέα των στρατιωτικών πληροφοριών η έκθεση κάνει λόγο για «αναποτελεσματική διεξαγωγή επιχειρήσεων συλλογής στρατιωτικών πληροφοριών».
Μάλιστα, για να αντιμετωπιστούν οι τρέχουσες ανεπάρκειες της Ρωσίας στον πόλεμο πληροφοριών, η κινεζική ανάλυση καταλήγει στην εκτίμηση ότι, μεταξύ άλλων, το επόμενο χρονικό διάστημα, από ρωσικής πλευράς θα δοθεί προτεραιότητα στην εκτεταμένη χρήση αυτοματοποιημένων συστημάτων διοίκησης και στη μεγαλύτερη συμμετοχή των drones, για τη συλλογή και μεταβίβαση στρατιωτικών πληροφοριών από το πεδίο της μάχης σε πραγματικό χρόνο.
Στο άρθρο δίνεται επίσης μεγάλη προσοχή στις επανειλημμένες προειδοποιήσεις της Ρωσίας για τα πυρηνικά.
Η Ρωσία υστερεί σε συμβατική στρατιωτική ισχύ, αλλά βασίζεται στην πυρηνική της αποτρεπτική δύναμη προκειμένου να ισορροπήσει έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ. Εκτιμάται ότι, μέχρι στιγμής, «η Ρωσία απώθησε τη συλλογική πίεση της Δύσης διεξάγοντας πυρηνικές ασκήσεις, ανεβάζοντας το επίπεδο πολεμικής ετοιμότητας της πυρηνικής της δύναμης και προειδοποιώντας ότι ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος θα είναι πυρηνικός πόλεμος».
Μελλοντική πορεία της σινο-ρωσικής συνεργασίας
Οι αξιωματούχοι της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας συχνά περιγράφουν ως «ιστορικό υψηλό» τις τρέχουσες σχέσεις Κίνας-Ρωσίας, καθώς αλληλοϋποστηρίζονται σε θέματα εθνικής κυριαρχίας, ασφάλειας, εδαφικής ακεραιότητας και οικονομικής ανάπτυξης.
Το Πεκίνο επιδιώκει ευελιξία στις σχέσεις του και είναι εμφανές ότι επιθυμεί να σχηματίσει συνεργασίες και όχι συμμαχίες, προκειμένου να μπορεί να αποστασιοποιηθεί από πιθανή ακραία συμπεριφορά της Ρωσίας στη διεθνή σκηνή.
Παρά το γεγονός ότι γνωρίζουν τα πρακτικά οφέλη μιας στενής σχέσης με την Κίνα, οι Ρώσοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής παραμένουν επιφυλακτικοί και τρέφουν σκεπτικισμό απέναντι στους Κινέζους ηγέτες.
Αυτό έχει αποτέλεσμα την αποφυγή των δεσμευτικών υποχρεώσεων μιας επίσημης συμμαχίας, ειδικά δεσμεύσεων που θα μπορούσαν να εμπλέξουν τη Ρωσία ενεργά σε πιθανή σύγκρουση Κίνας – Ταϊβάν. Σε κάθε περίπτωση οι Ρώσοι αξιωματούχοι φαίνεται να απορρίπτουν την ταμπέλα του «κατώτερου» συνεργάτη και επιδιώκουν να διαχειριστούν τη σχέση με αμοιβαία επωφελείς όρους.
Ενώ η Κίνα είναι αρκετά επικριτική για τον ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ στον πόλεμο της Ουκρανίας, εντούτοις, μέχρι στιγμής, δεν έχει επιλέξει να στείλει στρατιωτική βοήθεια στον ρωσικό στρατό. Βέβαια, αυτό θα μπορούσε να αλλάξει.
Γι’ αυτό ο γ.γ. του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, αφού δήλωσε πως «η Συμμαχία έχει δει σημάδια ότι η Κίνα εξετάζει το ενδεχόμενο να προμηθεύσει όπλα στη Ρωσία», προειδοποίησε το Πεκίνο «να μην προβεί σε οποιαδήποτε κίνηση για την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στη Μόσχα».
Να θυμίσουμε ότι, λίγες ημέρες πριν από τον Στόλτενμπεργκ, σε συνέντευξή του ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν είχε δηλώσει ότι «οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών υποδεικνύουν ότι η Κίνα εξετάζει το ενδεχόμενο παροχής όπλων και πυρομαχικών στη Ρωσία…».
Αντίδραση της αμερικανικής κυβέρνησης
Οι υπεύθυνοι χάραξης της αμερικανικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένου του Κογκρέσου, έχουν προσδιορίσει την αντιμετώπιση των προκλήσεων της Κίνας και της Ρωσίας ως «κορυφαία προτεραιότητα εθνικής ασφάλειας».
Ο «Νόμος Εξουσιοδότησης της Εθνικής Άμυνας James M. Inhofe» (James M. Inhofe National Defense Authorization Act) για το οικονομικό έτος 2023 (P.L. 117-263) απαιτεί έκθεση σχετικά με το εάν και πώς η Κίνα παρείχε υποστήριξη στη Ρωσία για τον πόλεμο με την Ουκρανία.
Επιπρόσθετα, ο «Νόμος περί Ενοποιημένων Πιστώσεων» (Consolidated Appropriations Act) του 2023 (P.L. 117-328) προβλέπει τη διάθεση 325 εκατ. δολαρίων και 300 εκατ. δολαρίων, αντίστοιχα, για το Ταμείο Επιρροής Αντιμετώπισης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και το Ταμείο Αντιμετώπισης της Ρωσικής Επιρροής.
BBC News, «Ukraine war: What support is China giving Russia?», Feb 21, 2023.
Lyle Goldstein & Nathan Waechter, The Diplomat, «As Russia’s Military Stumbles in Ukraine, Chinese Strategists Are Taking Notes», February 24, 2023.
Ο Βασίλης Γιαννακόπουλος είναι γεωστρατηγικός αναλυτής (geostrategical@yahoo.gr)