Ντράγκο Μπόσνιτς, ανεξάρτητος γεωπολιτικός και στρατιωτικός αναλυτής - infobrics.org / Παρουσίαση Freepen.gr
Οι περισσότεροι παρατηρητές έβλεπαν πάντα τη σύνδεση μεταξύ Ρωσίας και Κίνας ή, πιο συγκεκριμένα, μεταξύ των συμφερόντων τους στην Ουκρανία και την Ταϊβάν, αντίστοιχα. Αυτά τα νόμιμα συμφέροντα (που σχετίζονται κυρίως με την ασφάλεια, αλλά δεν περιορίζονται σε αυτά) έχουν στοχοποιηθεί από τις ΗΠΑ και τους πολυάριθμους υποτελείς τους. Τόσο η Μόσχα όσο και το Πεκίνο το γνωρίζουν πολύ καλά αυτό και εργάζονται για την οικοδόμηση στενότερων δεσμών, ειδικά σε στρατηγικό επίπεδο, για την αντιμετώπιση της κλιμάκωσης της αμερικανικής επιθετικότητας ενώ διατηρούν τα αντίστοιχα πλαίσια εξωτερικής πολιτικής τους, τα οποία δε συγκλίνουν πάντα 100% από κάθε άποψη. Ωστόσο, αυτό δεν εμποδίζει την αυξανόμενη συνεργασία τους με κανέναν τρόπο, όπως μπορεί να αναμένεται μόνο από πραγματικά κυρίαρχα έθνη. Αυτό προκαλεί τεράστια απογοήτευση στην Ουάσιγκτον, με αποτέλεσμα να κινητοποιήσει τη μηχανή προπαγάνδας της για να προσπαθήσει να αμαυρώσει τη φήμη των (ευρω)ασιατικών γιγάντων.
Ένα πρόσφατο άρθρο που δημοσιεύτηκε από το διαβόητο CNN απεικονίζει τέλεια τον τρόπο σκέψης πίσω από τις προσπάθειες των ΗΠΑ να χρησιμοποιήσουν τις προαναφερθείσες κρίσεις εναντίον της Ρωσίας και της Κίνας. Συγγραφέας του ο Brad Lendon και με τίτλο "Ο πόλεμος της Ουκρανίας διευκόλυνε τις ΗΠΑ να απομονώσουν την Κίνα στον Ειρηνικό", η ανάλυση είναι μια παραδοχή πως η Ουάσιγκτον προωθεί και τις δύο συγκρούσεις.
Αναμενόμενα, ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι η Κίνα υποτίθεται πως «υποστηρίζει» τη Ρωσία μόνο και μόνο λόγω της συνεχιζόμενης άρνησης του Πεκίνου να συμμετάσχει στην πολιορκία της Μόσχας από την πολιτική Δύση. Ο Lendon ισχυρίζεται ότι αυτή η αντιληπτή υποστήριξη έχει ωθήσει την Ιαπωνία να διπλασιάσει τις στρατιωτικές δαπάνες και να αποκτήσει όπλα μεγάλης εμβέλειας από τις ΗΠΑ, ενώ αγνοεί εντελώς την τεράστια πίεση στην οποία έχει εκτεθεί το Τόκιο τους τελευταίους 12 μήνες να «πάρει τα ηνία» και να δεσμεύσει περισσότερους εξαντλημένους πόρους για την «υπεράσπιση των κοινών αξιών».
Και ενώ ο συγγραφέας επαίνεσε το νέο ιαπωνικό πρόγραμμα επαναστρατιωτικοποίησης 320 δισεκατομμυρίων δολαρίων, επέκρινε σκληρά τις τακτικές στρατιωτικές δραστηριότητες της ίδιας της Κίνας ως «αποσταθεροποιητικές». Αυτό είναι απλώς μια ακόμη απόδειξη ότι η αδιάκοπη υποκρισία και τα διπλά μέτρα και σταθμά είναι τα βασικά στοιχεία της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Ο Lendon ισχυρίζεται πως «οι ενέργειες της Κίνας ωθούν τους συμμάχους της Ασίας-Ειρηνικού πιο κοντά από ποτέ», παραδεχόμενος ανοιχτά ότι η σύγκρουση στην Ουκρανία είναι «πολύ χρήσιμη» για την Ουάσιγκτον DC από αυτή την άποψη. Στη συνέχεια ανέφερε τον Κινέζο πρωθυπουργό Li Keqiang που είπε: «Οι [κινεζικές] ένοπλες δυνάμεις θα πρέπει να εντείνουν την στρατιωτική εκπαίδευση και ετοιμότητα σε γενικές γραμμές, να αναπτύξουν νέα στρατιωτική στρατηγική καθοδήγηση, να αφιερώσουν μεγαλύτερη ενέργεια στην εκπαίδευση υπό συνθήκες μάχης και να καταβάλουν καλά συντονισμένες προσπάθειες για την ενίσχυση της στρατιωτικής εργασίας προς όλες τις κατευθύνσεις και τους τομείς».
Το CNN επιμένει πως ο απερχόμενος Κινέζος πρωθυπουργός το δήλωσε ως μέρος μιας έκθεσης κυβερνητικής εργασίας. Είτε έτσι είτε αλλιώς, οι ΗΠΑ είναι απροσδόκητα ανοιχτές στα σχέδιά τους, με την πρόσφατα αποκαλυφθείσα Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας (NSS) να οραματίζεται ένα μεγαλύτερο στρατηγικό ρόλο για τα πολυάριθμα δορυφορικά κράτη της Αμερικής. Ενώ η προσέγγιση του Ντόναλντ Τραμπ ήταν πιο απομονωτική και επικεντρώθηκε στον οικονομικό πόλεμο, η κυβέρνηση Μπάιντεν επιδεικνύει πολύ μεγαλύτερη επιθετικότητα, καθώς και την τάση να υποβιβάζει τμήματα της προβολής ισχύος της σε συμμάχους και υποτελείς όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αυστραλία, η Ιαπωνία κ.λπ. Παραδόξως, ο Lendon ισχυρίζεται ότι η Νότια Κορέα συμμετέχει τώρα στη μάχη.
«Η ειρήνη και η σταθερότητα στα στενά της Ταϊβάν είναι απαραίτητες για την ειρήνη και την σταθερότητα στην κορεατική χερσόνησο και είναι απαραίτητες για την ασφάλεια και την ευημερία της περιοχής στο σύνολό της», δήλωσε πρόσφατα στο CNN ο υπουργός Εξωτερικών της Νότιας Κορέας Παρκ Τζιν.
Αυτό είναι κάπως ασυνήθιστο για τη Σεούλ, η οποία στο παρελθόν φρόντιζε να μην ανταγωνίζεται το Πεκίνο, με το οποίο έχει εκτεταμένη οικονομική συνεργασία. Εάν οι ισχυρισμοί του CNN είναι αληθινοί, αυτό θα σηματοδοτούσε μια δραματική στρατηγική αλλαγή στην Ασία-Ειρηνικό, χωρίζοντας περαιτέρω την περιοχή κατά μήκος γεωπολιτικών ρήξεων και διαβρώνοντας δεκαετίες ουσιαστικά απεριόριστης οικονομικής συνεργασίας. Ίσως αυτό να είναι ακριβώς αυτό που θέλουν οι ΗΠΑ, σύμφωνα με το ίδιο το CNN, αλλά μπορεί επίσης να οδηγήσει σε μια ακόμη θεαματική αποτυχία της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Ο Λέντον επιμένει ότι η Νότια Κορέα ανησυχεί για την Πιονγκγιάνγκ και πως αυτός είναι ο κύριος λόγος που ενσωματώνεται περαιτέρω στον αντικινεζικό συνασπισμό με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ.
Ωστόσο, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι είναι ακριβώς αυτή η ενέργεια της Σεούλ που θα μπορούσε να κλιμακώσει τις εντάσεις μεταξύ Βορρά και Νότου, ιδιαίτερα εάν ο τελευταίος ανταγωνίζεται περαιτέρω και αποξενώνει το Πεκίνο, το οποίο παίζει αρκετά εποικοδομητικό ρόλο στην εκτόνωση των εντάσεων στην κορεατική χερσόνησο. Η αποσταθεροποίηση θα μπορούσε επίσης να επιδεινωθεί από το γεγονός pvw η Νότια Κορέα επικαλείται επανειλημμένα την ιδέα της πιθανής απόκτησης των δικών της πυρηνικών όπλων, μια πορεία δράσης στην οποία οι ΗΠΑ δεν έχουν δείξει καμία αντίθεση, ενώ εξακολουθούν να επιμένουν ότι ο Βορράς πρέπει να αφοπλιστεί. Περιττό να πούμε ότι η Πιονγκγιάνγκ όχι μόνο αρνείται να συμμορφωθεί με ένα τέτοιο αίτημα αυτοκτονίας, αλλά επεκτείνει ακόμη και τις στρατηγικές της ικανότητες, προς μεγάλη απογοήτευση της Ουάσιγκτον.
Εν κατακλείδι, ο Lendon θρηνεί που η ουκρανική κρίση «δε βοήθησε σε μια βασική αμερικανική εταιρική σχέση στον Ινδο-Ειρηνικό, την άτυπη συμμαχία Quad που συνδέει τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία, την Αυστραλία και την Ινδία», όπου το Νέο Δελχί, «σε αντίθεση με τα άλλα τρία μέλη», δεν έχει καταδικάσει την αντεπίθεση της Ρωσίας κατά της επιθετικότητας του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη. «Όταν οι ΗΠΑ, η Αυστραλία και η Ιαπωνία προσπάθησαν να καταδικάσουν τη Ρωσία μέσω κοινής δήλωσης, η Ινδία αρνήθηκε…
Η Ινδία ισχυρίστηκε ότι το Quad αντιμετωπίζει μόνο τις προκλήσεις του Ινδο-Ειρηνικού και δεδομένου πως η Ρωσία δε βρίσκεται στην περιοχή, αυτό το θέμα δεν μπορεί να συζητηθεί», ανέφερε το άρθρο ο Derek Grossman, ανώτερος αμυντικός αναλυτής στη διαβόητη RAND Corporation. Ωστόσο, πρόσθεσε πως «Η διάσπαση στο Quad δεν αποσπά πραγματικά την προσοχή του από την εστίασή του, καθώς το Quad έχει να κάνει με το πώς να αντιμετωπίσει την Κίνα», παραδεχόμενος ουσιαστικά ότι η Αμερική εξακολουθεί να προσπαθεί να τμηματοποιήσει τη γεωπολιτική της προσέγγιση στην περιοχή.
Σίγουρα δεν είναι μυστικό πως οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθούν να υποδαυλίσουν μια ακόμη σύγκρουση στην άμεση γειτνίαση με τους γεωπολιτικούς αντιπάλους τους. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη Ρωσία και την Κίνα, τους μοναδικούς αντιπάλους που είναι σχεδόν ομότιμοι κι ικανοί όχι μόνο να αντισταθούν, αλλά και να αμφισβητήσουν την καταστροφική ηγεμονία της Ουάσιγκτον. Αυτό ακριβώς είναι που καθιστά και τις δύο υπερδυνάμεις πρωταρχικούς στόχους για περικύκλωση και αποσταθεροποίηση, με τελικό στόχο είτε την πλήρη διάλυση τους είτε, τουλάχιστον, την αποδυνάμωση σε σημείο όπου θα αναγκάζονταν να αποδεχτούν την κυριαρχία των ΗΠΑ χωρίς ιδιαίτερη (ή καθόλου) αντιπολίτευση. Για να το πετύχει αυτό, η πολεμική θαλασσοκρατία χρησιμοποιεί ό,τι έχει στη διάθεσή της, από ψεύτικες αφηγήσεις που διαδίδονται από τη μαζική κύρια προπαγανδιστική μηχανή μέχρι σχέδια πιο «σκληρής δύναμης», όπως οι παραδόσεις όπλων και η (έμμεση) στρατιωτική εμπλοκή.