Ήταν το «Καμία επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολή» κάτι περισσότερο από μια υπόσχεση;

pixabay / OpenClipart-Vectors
Στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008, δόθηκε υπόσχεση για ενδεχόμενη ένταξη στο ΝΑΤΟ στην Ουκρανία και τη Γεωργία με τη δήλωση ότι «Το ΝΑΤΟ χαιρετίζει τις ευρωατλαντικές φιλοδοξίες της Ουκρανίας και της Γεωργίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Συμφωνούμε σήμερα πως αυτές οι χώρες θα γίνουν μέλη του ΝΑΤΟ». Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν «εξοργίστηκε» και, σύμφωνα με έναν Ρώσο δημοσιογράφο που επικαλείται ο Τζον Μιρσχάιμερ, προειδοποίησε ότι «αν η Ουκρανία ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, θα το κάνει χωρίς την Κριμαία και τις ανατολικές περιοχές. Απλώς θα καταρρεύσει».

Ted Snider - libertarianinstitute.org / Παρουσίαση Freepen.gr

Μιάμιση δεκαετία αργότερα, ο Πούτιν έστειλε το μήνυμα στον Ουκρανό Πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι: «Πες μου ότι δε γίνεσαι μέλος του ΝΑΤΟ, δε θα εισβάλω».

Ο Πούτιν κατηγορείται σταθερά στη Δύση για επικίνδυνο μελόδραμα και για ιστορικό ρεβιζιονισμό όταν επισημαίνει την αθετημένη υπόσχεση του ΝΑΤΟ πως δε θα επεκταθεί ανατολικά εάν η Σοβιετική Ένωση επέτρεπε σε μια ενωμένη Γερμανία να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ.

Το 2007, ο Πούτιν παραπονέθηκε: «Τι συνέβη με τις διαβεβαιώσεις που έδωσαν οι δυτικοί εταίροι μας μετά τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας; Πού είναι αυτές οι δηλώσεις σήμερα; Κανείς δεν τις θυμάται καν». Ένα χρόνο αργότερα, ο πρώην ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ παραπονέθηκε πως οι Ηνωμένες Πολιτείες «υποσχέθηκαν ότι το ΝΑΤΟ δε θα προχωρήσει πέρα ​​από τα σύνορα της Γερμανίας μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, αλλά τώρα η μισή Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη είναι μέλη, οπότε τι έγινε με τις υποσχέσεις τους; Δείχνει πως δεν μπορούν να τύχουν εμπιστοσύνης».

Στη συνέχεια, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζέιμς Μπέικερ ισχυρίστηκε ότι η συζήτηση για την επέκταση του ΝΑΤΟ ισχύει μόνο για την Ανατολική Γερμανία, όχι για την Ανατολική Ευρώπη: «Δεν υπήρξε ποτέ καμία συζήτηση για οτιδήποτε άλλο εκτός από τη ΛΔΓ (Ανατολική Γερμανία]». Καμία τέτοια δέσμευση δε δόθηκε και δεν προσκομίστηκαν ποτέ στοιχεία που να υποστηρίζουν τους ισχυρισμούς της Ρωσίας».

Όμως τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα αποκαλύπτουν τώρα πως το ΝΑΤΟ έλεγε ψέματα, και ότι ο Μπέικερ και όχι ο Πούτιν επιδίδονταν στον ιστορικό ρεβιζιονισμό.

Αφού παραπονέθηκε πως κανείς δε θυμάται τις διαβεβαιώσεις της Δύσης, ο Πούτιν συνέχισε υπενθυμίζοντας στο κοινό του τι είπαν: «Θα ήθελα να παραθέσω την ομιλία του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ κ. Woerner στις Βρυξέλλες στις 17 Μαΐου 1990. Είπε τότε ότι: «Το γεγονός πως είμαστε έτοιμοι να μην τοποθετήσουμε στρατό του ΝΑΤΟ εκτός γερμανικού εδάφους δίνει στη Σοβιετική Ένωση μια σταθερή εγγύηση ασφάλειας». Πού είναι αυτές οι εγγυήσεις;».

Σωστά παρέθεσε ο Πούτιν. Θα μπορούσε να έχει προσθέσει, όπως γνωρίζουμε από τα πρόσφατα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα, ότι ο Woerner «τόνισε επίσης πως το Συμβούλιο του ΝΑΤΟ και ο ίδιος είναι κατά της επέκτασης του ΝΑΤΟ (13 από τα 16 μέλη του ΝΑΤΟ υποστηρίζουν αυτήν την άποψη). Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ διαβεβαίωσε επίσης τους Ρώσους την 1η Ιουλίου 1991 ότι, σε μια επικείμενη συνάντηση με τον Πολωνό Λεχ Βαλέσα και τον Ρουμάνο Ίον Ιλιέσκου, «θα αντιταχθεί στην ένταξη της Πολωνίας και της Ρουμανίας στο ΝΑΤΟ, και νωρίτερα αυτό ειπώθηκε στην Ουγγαρία και την Τσεχοσλοβακία». (Έγγραφο 30)

Όσο για την επιμονή του Μπέικερ πως δε δόθηκε τέτοια υπόσχεση, άρθρωσε μερικές από τις πιο σημαντικές δηλώσεις αυτής της υπόσχεσης. Στις 9 Φεβρουαρίου 1990, ο Μπέικερ πρότεινε στον Γκορμπατσόφ την περίφημη επιλογή: «Θέλω να σου κάνω μια ερώτηση και δεν χρειάζεται να την απαντήσεις αυτή την στιγμή. Αν υποθέσουμε ότι θα γίνει η ενοποίηση, τι θα προτιμούσατε: μια ενωμένη Γερμανία εκτός ΝΑΤΟ, απολύτως ανεξάρτητη και χωρίς αμερικανικά στρατεύματα ή μια ενωμένη Γερμανία που διατηρεί τις συνδέσεις της με το ΝΑΤΟ, αλλά με την εγγύηση πως η δικαιοδοσία ή τα στρατεύματα του ΝΑΤΟ δεν θα εξαπλωθούν ανατολικά των σημερινών συνόρων;».

Ο Μπέικερ έχει απορρίψει αυτή τη δήλωση, κατηγοριοποιώντας την ως απλώς μια υποθετική ερώτηση. Αλλά η επόμενη δήλωση του Baker, που δεν περιλαμβανόταν προηγουμένως στο απόσπασμα, αλλά τώρα τοποθετήθηκε ξανά στο σενάριο από το αρχείο ντοκιμαντέρ, διαψεύδει αυτόν τον ισχυρισμό. Αφού ο Γκορμπατσόφ απαντά στην ερώτηση του Μπέικερ, λέγοντας: «Είναι αυτονόητο ότι η διεύρυνση της ζώνης του ΝΑΤΟ δεν είναι αποδεκτή», ο Μπέικερ απαντά κατηγορηματικά: «Συμφωνούμε με αυτό». (Έγγραφο 6)

Υπάρχουν πολλές άλλες αποχαρακτηρισμένες δηλώσεις που πλέον ενισχύουν τα αποδεικτικά στοιχεία κατά του ισχυρισμού του Baker. Το πιο σημαντικό είναι η ερμηνεία του ίδιου του Μπέικερ για την ερώτησή του προς τον Γκορμπατσόφ εκείνη την εποχή. Σε συνέντευξη Τύπου αμέσως μετά από αυτή την πιο κρίσιμη συνάντηση με τον Γκορμπατσόφ, ο Μπέικερ ανακοίνωσε ότι η δικαιοδοσία του ΝΑΤΟ δε θα μετακινηθεί προς τα ανατολικά. Πρόσθεσε πως είχε «υποδείξει» στον Γκορμπατσόφ ότι «δεν πρέπει να υπάρξει επέκταση των δυνάμεων του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά».

Και ενώ ο Μπέικερ συναντούσε τον Γκορμπατσόφ, ο αναπληρωτής σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας Ρόμπερτ Γκέιτς έκανε την ίδια ερώτηση στον ηγέτη της KGB Βλαντιμίρ Κριούτσκοφ με ξεκάθαρα μη υποθετικούς όρους. Ρώτησε τον Κριούτσκοφ τι πιστεύει για την «πρόταση σύμφωνα με την οποία μια ενωμένη Γερμανία θα συνδεόταν με το ΝΑΤΟ, αλλά τα στρατεύματα του ΝΑΤΟ δε θα μετακινούνταν ανατολικότερα από ό,τι τώρα;» Ο Γκέιτς στη συνέχεια πρόσθεσε: «Μας φαίνεται ότι είναι μια σωστή πρόταση». (Έγγραφο 7)

Την ίδια κουραστική μέρα, ο Μπέικερ έθεσε την ίδια ερώτηση στον Σοβιετικό Υπουργό Εξωτερικών Έντουαρντ Σεβαρντνάτζε. Ρώτησε αν «ίσως υπάρξει ένα αποτέλεσμα που θα εγγυάται ότι δε θα υπάρχουν δυνάμεις του ΝΑΤΟ στο ανατολικό τμήμα της Γερμανίας. Στην πραγματικότητα, θα μπορούσε να υπάρξει απόλυτη απαγόρευση σε αυτό». Πώς σκόπευε ο Baker αυτή την προσφορά; Στο Not One Inch , ο ME Sarotte αναφέρει ότι στις δικές του σημειώσεις, ο Baker έγραψε: «Τελικό αποτέλεσμα: Unified Ger. Αγκυρωμένος σε ένα αλλαγμένο (πολιτικ.) ΝΑΤΟ — του οποίου η δικαιοδοσία δε θα μετακινούνταν προς τα ανατολικά!» Σύμφωνα με ένα πλέον αποχαρακτηρισμένο υπόμνημα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ της συνομιλίας τους, ο Μπέικερ είχε ήδη σε αυτή τη συνομιλία διαβεβαιώσει τον Σεβαρντνάτζε: «Θα πρέπει, φυσικά, να υπάρχουν σιδερένιες εγγυήσεις πως η δικαιοδοσία ή οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ δεν θα κινηθούν προς τα ανατολικά». (Έγγραφο 4)

Και, σύμφωνα με ένα αποχαρακτηρισμένο υπόμνημα της συνομιλίας του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, την ίδια μέρα, ο Μπέικερ είπε στον Γκορμπατσόφ και στον Σεβαρντνάτζε, όχι με τη μορφή ερώτησης, ότι: «Αν διατηρήσουμε μια παρουσία σε μια Γερμανία που είναι μέρος του ΝΑΤΟ, δε θα υπήρχε επέκταση της δικαιοδοσίας του ΝΑΤΟ για τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ ούτε μία ίντσα προς τα ανατολικά». (Έγγραφο 5)

Αν και αυτές είναι οι πιο σημαντικές διαβεβαιώσεις του Υπουργού Εξωτερικών Μπέικερ, δεν είναι οι μοναδικές του διαβεβαιώσεις. Στις 18 Μαΐου 1990, ο Μπέικερ είπε στον Γκορμπατσόφ σε μια συνάντηση στη Μόσχα: «Ήθελα να τονίσω ότι οι πολιτικές μας δεν στοχεύουν στον διαχωρισμό της Ανατολικής Ευρώπης από τη Σοβιετική Ένωση». (Έγγραφο 18) Και, για άλλη μια φορά, στις 12 Φεβρουαρίου 1990, δίνεται η υπόσχεση. Σύμφωνα με σημειώσεις που κρατήθηκαν για τον Σεβαρντνάτζε στη Διάσκεψη Ανοιχτών Ουρανών στην Οτάβα, ο Μπέικερ είπε στον Γκορμπατσόφ ότι «αν η [ενωμένη] Γ[ερμανία] παραμείνει στο ΝΑΤΟ, θα πρέπει να φροντίσουμε για τη μη επέκταση της δικαιοδοσίας της προς την Ανατολή». (Έγγραφο 10)

Οι διαβεβαιώσεις του Μπέικερ προς τον Γκορμπατσόφ και τον Σεβαρντνάτζε επιβεβαιώθηκαν και κοινοποιήθηκαν από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το οποίο, στις 13 Φεβρουαρίου 1990, ενημέρωσε τις πρεσβείες των ΗΠΑ πως «[ο] Γραμματέας κατέστησε σαφές ότι… υποστηρίξαμε μια ενωμένη Γερμανία εντός του ΝΑΤΟ, αλλά πως ήμασταν έτοιμοι να διασφαλίσουμε ότι η στρατιωτική παρουσία του ΝΑΤΟ δε θα επεκταθεί πιο ανατολικά».

Ο Μπέικερ δεν ήταν ο μόνος αξιωματούχος που έδωσε αυτές τις υποσχέσεις στη Ρωσία. Όπως είδαμε, οι διαβεβαιώσεις προήλθαν από το ανώτατο επίπεδο του ΝΑΤΟ και από τον Ρόμπερτ Γκέιτς, ο οποίος, σε αντίθεση με τον Μπέικερ και το ΝΑΤΟ, ποτέ δεν εξαπάτησε τις υποσχέσεις του. Τον Ιούλιο του 2000, ο Γκέιτς επέκρινε «την προώθηση της επέκτασης του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά [τη δεκαετία του 1990], όταν ο Γκορμπατσόφ και άλλοι οδηγήθηκαν να πιστεύουν ότι αυτό δε θα συνέβαινε».

Και οι ίδιες υποσχέσεις δόθηκαν από τους ηγέτες πολλών άλλων εθνών. Στις 15 Ιουλίου 1996, ο νυν υπουργός Εξωτερικών Yevgeny Primakov, ο οποίος «εξέταζε το υλικό στα αρχεία μας από το 1990 και το 1991», δήλωσε, σύμφωνα με τον Sarotte, ότι «Ήταν σαφές…πως ο Baker, ο Kohl και οι Βρετανοί και Γάλλοι ηγέτες Τζον Μέιτζορ και Φρανσουά Μιτεράν είχαν όλοι «πει στον Γκορμπατσόφ πως καμία χώρα που θα αποχωρούσε από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας δε θα έμπαινε στο ΝΑΤΟ – ότι το ΝΑΤΟ δε θα πλησιάσει ούτε μια ίντσα πιο κοντά στη Ρωσία».

Είναι σημαντικό πως οι ίδιες υποσχέσεις δόθηκαν από Γερμανούς αξιωματούχους. Ο καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας Χέλμουτ Κολ συναντήθηκε με τον Γκορμπατσόφ την επομένη του Μπέικερ στις 10 Φεβρουαρίου. Διαβεβαίωσε τον Γκορμπατσόφ ότι «φυσικά, το ΝΑΤΟ δεν μπορούσε να επεκτείνει το έδαφός του στο σημερινό έδαφος της ΛΔΓ [Ανατολική Γερμανία]». Ακόμη πιο ξεκάθαρο, είπε στον Γκορμπατσόφ: «Πιστεύουμε πως το ΝΑΤΟ δεν πρέπει να επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής του». (Έγγραφο 9) Ταυτόχρονα, ο υπουργός Εξωτερικών της Δυτικής Γερμανίας Χανς-Ντίτριχ Γκένσερ έλεγε έντονα στον Σεβαρντνάτζε: «Για εμάς, είναι ξεκάθαρο: το ΝΑΤΟ δε θα επεκταθεί στην Ανατολή».

Ο Genscher ήταν μια από τους πιο σαφείς και παραγωγικούς εκφραστές της υπόσχεσης. Σε μια σημαντική ομιλία στο Tutzing στις 31 Ιανουαρίου 1990, ο Γκένσερ δήλωσε πως «ό,τι και να συμβεί στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας, μια επέκταση του εδάφους του ΝΑΤΟ προς την Ανατολή, με άλλα λόγια, πιο κοντά στα σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης, δε θα συμβεί».

Ξεκαθαρίζοντας πάλι ότι η υπόσχεση ισχύει για την Ανατολική Ευρώπη και όχι μόνο για την Ανατολική Γερμανία, ο Γκένσερ είπε στους Βρετανούς και Ιταλούς ηγέτες πως, «Είναι ιδιαίτερα σημαντικό για εμάς να καταστήσουμε σαφές ότι το ΝΑΤΟ δεν σκοπεύει να επεκτείνει το έδαφός του προς τα ανατολικά. Μια τέτοια δήλωση δεν πρέπει να αφορά μόνο τη ΛΔΓ αλλά πρέπει να είναι γενικής φύσεως».

Ο Γκένσερ χρησιμοποίησε την ίδια διευκρινιστική διατύπωση «γενικά» σε μια συνάντηση στις 10 Φεβρουαρίου, όταν εξήγησε στον Σεβαρντνάτζε, «Για εμάς, είναι μια σταθερή αρχή: το ΝΑΤΟ δε θα επεκταθεί προς την Ανατολή… Επιπλέον, όσον αφορά τη μη επέκταση του ΝΑΤΟ, αυτό ισχύει γενικά".

Μιλώντας σε συνέντευξη Τύπου με τον Μπέικερ στις 2 Φεβρουαρίου, ο Γκένσερ ξεκαθάρισε ότι αυτός και ο Μπέικερ «συμφώνησαν πλήρως πως δεν υπάρχει πρόθεση να επεκταθεί η περιοχή άμυνας και ασφάλειας του ΝΑΤΟ προς την Ανατολή. Αυτό ισχύει όχι μόνο για τη ΛΔΓ…αλλά αυτό ισχύει για όλες τις άλλες ανατολικές χώρες…[Μπορούμε] να καταστήσουμε απολύτως σαφές πως ό,τι κι αν συμβεί στο πλαίσιο του Συμφώνου της Βαρσοβίας, από την πλευρά μας δεν υπάρχει πρόθεση να επεκταθεί η περιοχή μας—η περιοχή του ΝΑΤΟ — της άμυνας προς την Ανατολή». Στη συνέχεια πρόσθεσε, χρησιμοποιώντας και πάλι τη διατύπωση «γενικά», «Συμφωνήσαμε ότι δεν υπάρχει πρόθεση να επεκταθεί η αμυντική περιοχή του ΝΑΤΟ προς την Ανατολή. Αυτό ισχύει, επιπλέον, όχι μόνο για την επικράτεια της ΛΔΓ…αλλά μάλλον ισχύει γενικά».

Αυτό που είναι τόσο σημαντικό για αυτήν τη δημόσια δήλωση δεν είναι μόνο η σαφήνεια πως ισχύει «γενικά» στην Ανατολική Ευρώπη και όχι μόνο ειδικά στην Ανατολική Γερμανία, αλλά ότι, όπως τόνισε ο Mark Trachtenberg, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο UCLA, «Genscher είχε ξεκαθαρίσει πως μιλούσε τόσο για τον εαυτό του όσο και για τον Μπέικερ». Ένα σημείο που «υπογραμμίζεται από το γεγονός ότι ο Μπέικερ στεκόταν στο πλευρό του καθώς έλεγε τις λέξεις».

Και, όταν μίλησε ο Γκένσερ, μίλησε όχι μόνο για τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και για τη Βρετανία. Ο Γκένσερ είπε στον Βρετανό Υπουργό Εξωτερικών Ντάγκλας Χερντ σε μια συνάντηση στις 6 Φεβρουαρίου 1990 ότι «όταν είπε πως δεν ήθελε να επεκταθεί το ΝΑΤΟ αυτό ίσχυε και για άλλα κράτη εκτός της ΛΔΓ. Οι Ρώσοι πρέπει να έχουν κάποιες διαβεβαιώσεις ότι, για παράδειγμα, η πολωνική κυβέρνηση που εγκατέλειψε το Σύμφωνο της Βαρσοβίας μια μέρα, δε θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ την επόμενη». (Έγγραφο 2) Ο Σαρότ αναφέρει ότι «ο Χερντ εξέφρασε τη συμφωνία και είπε πως το θέμα πρέπει να συζητηθεί το συντομότερο δυνατό εντός της ίδιας της συμμαχίας».

Η Βρετανία προσέφερε παρόμοιες υποσχέσεις. Στις 5 Μαρτίου 1991, ο Βρετανός πρεσβευτής στη Ρωσία Rodric Braithwaite κατέγραψε στο ημερολόγιό του ότι όταν ο Ρώσος υπουργός Άμυνας Dmitry Yazov είχε εκφράσει πως «ανησυχούσε ότι οι Τσέχοι, οι Πολωνοί και οι Ούγγροι θα ενταχθούν στο ΝΑΤΟ», ο Βρετανός πρωθυπουργός John «Major διαβεβαίωσε [δ] αυτόν πως τίποτα τέτοιο δε θα συμβεί». (Έγγραφο 28) Όταν ο Yazov ρώτησε συγκεκριμένα τον Major για «τα σχέδια του ΝΑΤΟ στην περιοχή», ο Βρετανός Πρωθυπουργός του είπε ότι «δεν προέβλεψε ο ίδιος συνθήκες τώρα ή στο μέλλον όπου οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης θα γίνονταν μέλη του ΝΑΤΟ». (Έγγραφο 28) Στις 26 Μαρτίου 1991, ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Ντάγκλας Χερντ ενημέρωσε τον Σοβιετικό Υπουργό Εξωτερικών Aleksandr Bessmertnykh ότι «δεν υπάρχουν σχέδια στο ΝΑΤΟ να συμπεριληφθούν οι χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης στο ΝΑΤΟ με τη μία ή την άλλη μορφή. Ο Braithwaite έγραψε ότι «ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζέιμς Μπέικερ δήλωσε στις 9 Φεβρουαρίου 1990: «Θεωρούμε πως οι διαβουλεύσεις και οι συζητήσεις στο πλαίσιο του μηχανισμού 2+4 θα πρέπει να παρέχουν εγγύηση ότι η επανένωση της Γερμανίας δε θα οδηγήσει στη διεύρυνση της στρατιωτικής οργάνωσης του ΝΑΤΟ προς την Ανατολή».

Αυτή η συντριπτική υπόθεση πως δόθηκε μια υπόσχεση υπονομεύτηκε από τον ισχυρισμό ότι ήταν μόνο προφορική και όχι γραπτή υπόσχεση και, εφόσον οι προφορικές υποσχέσεις δεν είναι δεσμευτικές, η υπόσχεση δεν ήταν δεσμευτική.

Μια έρευνα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ του 1996 από τον Τζον Χέρμπστ και τον Τζον Κόρνμπλουμ όχι μόνο έγινε επίσημη πολιτική των ΗΠΑ, αλλά, σύμφωνα με τον Σαρότ «εξαιτίας του επίσημου εμπειρογνώμονα και της ευρείας κατανομής… βοήθησε στη διαμόρφωση της αμερικανικής στάσης απέναντι στη διαμάχη για το τι ακριβώς είχε ειπωθεί…» και ο Κόρνμπλουμ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι διαβεβαιώσεις που δόθηκαν δεν είχαν νομική ισχύ. Κατάφεραν να κάνουν αυτή την κρίση διαχωρίζοντας τις προφορικές υποσχέσεις από τα γραπτά έγγραφα που δεν κάνουν «καμία αναφορά στις αναπτύξεις του ΝΑΤΟ πέρα ​​από τα σύνορα της Γερμανίας».

Η έρευνα δεν αρνήθηκε πως είχαν δοθεί προφορικές διαβεβαιώσεις. Και κανένας Ρώσος αξιωματούχος δεν ισχυρίστηκε ποτέ ότι ήταν γραμμένα στα έγγραφα. Στην πραγματικότητα, έχουν μετανιώσει που δεν ήταν. Όταν ο Πούτιν παρουσίασε στις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ προτάσεις ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης να μην επιτραπεί στο ΝΑΤΟ να επεκταθεί στην Ουκρανία, τις ημέρες πριν από τον πόλεμο, διευκρίνισε πως, αυτή τη φορά, πρέπει να έχουν τη μορφή «νομικά δεσμευτικών εγγυήσεων» και όχι «προφορικές διαβεβαιώσεις, λόγια και υποσχέσεις».

Η διάκριση στην οποία βασίζονται ο Herbst και ο Kornblum είναι μια πράξη νομικής σοφίας. Οι σχολιαστές είναι συχνά πολύ γρήγοροι για να τερματίσουν το επιχείρημα απλώς εισάγοντας στοιχεία ότι δεν υπήρχε γραπτή υπόσχεση. Δεν υπήρχε γραπτή υπόσχεση. Αλλά αυτό δεν είναι τόσο κλειστό όσο θέλει να ισχυρίζεται γρήγορα η Δύση.

Σε συμφωνία ή χωρίς συμφωνία; Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και η προσφορά των ΗΠΑ για τον περιορισμό της επέκτασης του ΝΑΤΟ, ο Joshua R. Itzkowitz Shifrinson υποστηρίζει ότι οι προφορικές συμφωνίες μπορεί να είναι νομικά δεσμευτικές και πως «οι αναλυτές έχουν εδώ και καιρό καταλάβει ότι τα κράτη δεν χρειάζονται επίσημες συμφωνίες στις οποίες να βασίζουν τις μελλοντικές τους προσδοκίες». Στο δοκίμιό του, «Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι διαβεβαιώσεις μη επέκτασης του ΝΑΤΟ του 1990: Νέο φως σε ένα παλιό πρόβλημα;» ο Trachtenberg προσθέτει ότι «οι νομικοί μελετητές, κατά γενικό κανόνα, δεν έχουν την άποψη πως μόνο οι γραπτές, υπογεγραμμένες συμφωνίες είναι δεσμευτικές βάσει του διεθνούς δικαίου. Όπως τόνισε ο [καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο] Charles Lipson το 1991, «σχεδόν όλες οι διεθνείς δεσμεύσεις, προφορικές ή γραπτές», αντιμετωπίζονται στη βιβλιογραφία του διεθνούς δικαίου ως «δεσμευτικές διεθνείς δεσμεύσεις».

Ο Τράχτενμπεργκ επικαλείται αποφάσεις του Παγκόσμιου Δικαστηρίου και του Διεθνούς Δικαστηρίου που επιβεβαίωσαν ότι οι προφορικές συμφωνίες μπορούν να είναι δεσμευτικές σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.

Οι προφορικές συμφωνίες είναι το θεμέλιο της διπλωματίας. Ο Shifrinson υποστηρίζει πως οι άτυπες συμφωνίες είναι σημαντικές για την πολιτική και τη διπλωματία. Ο Τράχτενμπεργκ συμφωνεί, λέγοντας ότι οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι «δεν είναι ελεύθεροι απλώς να απομακρυνθούν από τις προφορικές διαβεβαιώσεις που δίνουν υποστηρίζοντας πως δεν είναι νομικά δεσμευτικές επειδή δεν έχει υπογραφεί συμφωνία. Γιατί αλλιώς οι καθαρά λεκτικές ανταλλαγές δε θα μπορούσαν να παίξουν κανένα σαν το ρόλο που παίζουν στη διεθνή πολιτική ζωή».

Ο Shifrinson υποστηρίζει ότι, ιστορικά και σχετικά, οι προφορικές συμφωνίες ήταν ιδιαίτερα σημαντικές για τη διπλωματία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Ως παραδείγματα, αναφέρει την επίλυση της κουβανικής πυραυλικής κρίσης μέσω άτυπων λεκτικών συμφωνιών και την «τάξη του Ψυχρού Πολέμου [που] προέκυψε από σιωπηρές πρωτοβουλίες των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης στις δεκαετίες του 1950 και του 1960 που βοήθησαν τις δύο πλευρές να βρουν τρόπους συνύπαρξης». Ο Τράχτενμπεργκ επισημαίνει ότι η σημαντική διασφάλιση της πρόσβασης της Δύσης στο Βερολίνο μέσω της σοβιετικής ζώνης δεν ήταν ποτέ κάτι περισσότερο από μια προφορική συμφωνία. Οι προφορικές συμφωνίες μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας «αφθονούσαν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου», λέει ο Shifrinson. Η εμπιστοσύνη στις προφορικές υποσχέσεις που δόθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1990 δεν ήταν ούτε νέα ούτε αφελής.

Είναι ακόμη πιθανό ότι αυτό που προσφέρθηκε στη Ρωσία το 1990 και το 1991 ήταν κάτι περισσότερο από μια υπόσχεση. Μπορεί να ήταν μια συμφωνία. Ο Shifrinson, ο οποίος φαίνεται να πιστεύει πως οι διαβεβαιώσεις πετυχαίνουν το κατώφλι μιας συμφωνίας, ισχυρίζεται ότι οι προφορικές συμφωνίες «μπορούν να αποτελέσουν μια δεσμευτική συμφωνία, υπό την προϋπόθεση πως ένα μέρος μπορεί να παραιτηθεί από κάτι πολύτιμο έναντι» αυτού που υποσχέθηκε το άλλο μέρος σε αντάλλαγμα. Ο Τράχτενμπεργκ, ο οποίος πιστεύει ότι οι διαβεβαιώσεις έπεσαν λίγο κάτω από το όριο για μια συμφωνία, δηλώνει ομοίως πως «οι διαβεβαιώσεις που δίνονται ως μέρος μιας συμφωνίας -ακόμα και μια σιωπηρή συμφωνία- είναι πιο δεσμευτικές από αυτές που εκδίδονται μονομερώς».

Οι προσφορές έχουν τη δομή αυτού που η συμβολική λογική αποκαλεί modus ponens. Οποιοδήποτε όρισμα έχει τη μορφή modus ponens είναι έγκυρο όρισμα. Τέτοια επιχειρήματα αναφέρουν πως εάν ισχύει ότι εάν το P είναι αληθές τότε το Q πρέπει να είναι αληθές, τότε, εάν το P είναι, στην πραγματικότητα, αληθές, τότε το Q πρέπει να είναι αληθές. Στην περίπτωση των δυτικών διαβεβαιώσεων, το P ήταν «Επιτρέπετε σε μια ενωμένη Γερμανία να παραμείνει στο ΝΑΤΟ» και Q ήταν «Το ΝΑΤΟ δε θα επεκταθεί προς τα ανατολικά».

Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι το κατώφλι μιας συμφωνίας επιτεύχθηκε και πως ο Γκορμπατσόφ επέτρεψε σε μια ενωμένη Γερμανία να παραμείνει στο ΝΑΤΟ υπό τον όρο ότι η Δύση θα τηρούσε τότε την υπόσχεσή της πως το ΝΑΤΟ δε θα επεκταθεί ανατολικά. Εάν επιτρέψουμε σε μια ενωμένη Γερμανία να παραμείνει στο ΝΑΤΟ, τότε δε θα επεκτείνετε το ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά. Επιτρέψαμε σε μια ενωμένη Γερμανία να παραμείνει στο ΝΑΤΟ. Επομένως, δεν θα επεκτείνετε το ΝΑΤΟ ανατολικά.

Ο Γκορμπατσόφ βεβαίως κατάλαβε τις υποσχέσεις του Μπέικερ με αυτόν τον τρόπο, καθώς όπως λέει συμφώνησε μόνο να επιτρέψει σε μια ενωμένη Γερμανία να απορροφηθεί από το ΝΑΤΟ με αντάλλαγμα τη «σιδηρά» εγγύηση ότι το ΝΑΤΟ δε θα επεκταθεί ανατολικότερα. Μόνο μετά από αυτές τις συνομιλίες με τον Μπέικερ ο Γκορμπατσόφ συμφώνησε στην επανένωση της Γερμανίας και την ένταξή της στο ΝΑΤΟ. Η υπόσχεση «ούτε μια ίντσα» ήταν η προϋπόθεση για να συμφωνήσει ο Γκορμπατσόφ σε μια ενωμένη Γερμανία στο ΝΑΤΟ. Στα απομνημονεύματά του, ο Γκορμπατσόφ αποκάλεσε τη συνομιλία του στις 9 Φεβρουαρίου με τον Μπέικερ ως την στιγμή που «άνοιξε το δρόμο για έναν συμβιβασμό». Ο Γκορμπατσόφ κατανοούσε την υπόσχεση πως είχε φτάσει στο κατώφλι μιας συμφωνίας.

Και αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο του το διατύπωσε ο Μπέικερ στην περίφημη ερώτηση της 9ης Φεβρουαρίου, στην οποία πρότεινε «μια ενωμένη Γερμανία που διατηρεί τις σχέσεις της με το ΝΑΤΟ, αλλά με την εγγύηση πως η δικαιοδοσία ή τα στρατεύματα του ΝΑΤΟ δε θα εξαπλωθούν ανατολικά των σημερινών συνόρων».

Αυτός είναι επίσης ο τρόπος με τον οποίο ο Baker εξήγησε την υπόσχεση στο κοινό σε μια συνέντευξη Τύπου στις 9 Φεβρουαρίου. Είπε στους δημοσιογράφους: «Αυτό που λέω είναι ότι υπό τις περιστάσεις θα έχουμε συνεχή ένταξη της Γερμανίας στο ΝΑΤΟ…Τώρα, αυτό είναι ξεκάθαρο, τουλάχιστον στα μάτια - στη θέση των Ηνωμένων Πολιτειών - δεν είναι πιθανό να συμβεί χωρίς κάποιου είδους εγγυήσεις ασφαλείας σε σχέση με τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ που κινούνται προς τα ανατολικά ή τη δικαιοδοσία του ΝΑΤΟ που κινείται προς τα ανατολικά».

Εάν είναι αλήθεια ότι εάν ένα μέρος παραιτηθεί από κάτι υπό όρους, ενώ το άλλο παραιτηθεί από κάτι ως αντάλλαγμα, το όριο μιας συμφωνίας έχει επιτευχθεί και ότι «οι διαβεβαιώσεις που δίνονται ως μέρος μιας συμφωνίας είναι πιο δεσμευτικές από εκείνες που εκδίδονται μονομερώς, τότε ο Μπέικερ φαίνεται να έχει διατυπώσει την υπόσχεση ως συμφωνία, και ο Γκορμπατσόφ φαίνεται πως κατάλαβε την υπόσχεση ως συμφωνία. Αν ισχύει αυτό, τότε αυτό που πρόσφερε η Δύση στη Ρωσία, έστω και προφορικά και ποτέ γραπτώς, μπορεί να ήταν κάτι περισσότερο από μια υπόσχεση. Μπορεί να ήταν μια δεσμευτική συμφωνία.

Το ότι είναι η Δύση, και όχι η Ρωσία, που ασχολείται με τον ιστορικό ρεβιζιονισμό δε δικαιολογεί την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Αλλά η διευκρίνιση που παρέχει το αρχείο του ντοκιμαντέρ μπορεί να βοηθήσει όχι μόνο να κατανοήσουμε την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και να κατανοήσουμε μέρος του τι μπορεί να συμβάλει σε μια διπλωματική λύση για το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία.

Νεότερη Παλαιότερη
--------------
Ακούστε το τελευταίο ηχητικό από τη ΜΕΣΗ ΓΡΑΜΜΗ


Η Freepen.gr ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα / αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους και δε σημαίνει πως τα υιοθετεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω e-mail