Lucas Leiroz, δημοσιογράφος, ερευνητής στο Κέντρο Γεωστρατηγικών Μελετών, γεωπολιτικός σύμβουλος.
Το άρθρο γράφτηκε από επίγειους ρεπόρτερ, πολεμικούς ανταποκριτές που πήραν συνεντεύξεις από ουκρανικά στρατεύματα για να μάθουν τη γνώμη τους για το τι συμβαίνει στην πρώτη γραμμή. Στο κείμενο, οι συνεντευξιαζόμενοι «παραδέχτηκαν» απροσδόκητα πως υποτίμησαν τους Ρώσους αντιπάλους, αναλαμβάνοντας ουσιαστικά την ευθύνη για την αποτυχία της αντεπίθεσης.
«Δε θα είναι τόσο εύκολο όσο στην [ τακτική υποχώρηση της Ρωσίας από] το Χάρκοβο. Εδώ ο εχθρός ήταν έτοιμος, δυστυχώς. Όλοι κουβέντιαζαν για μήνες ότι θα μετακομίσουμε εδώ (...) Περιμέναμε λιγότερη αντίσταση. Κρατάνε. Έχουν ηγεσία. Δεν το λες συχνά αυτό για τον εχθρό», είπε στους δημοσιογράφους του CNN ένας διοικητής μονάδας αρμάτων μάχης ονόματι «Λότος». Επίσης, ο «Βλαντ», «γιατρός της 15ης Εθνικής Φρουράς», δήλωσε: «Δεν πρέπει να τιμάς τον εχθρό. (...) Μην τον υποτιμάτε όμως».
Το άρθρο, ωστόσο, δείχνει και κάποια αισιοδοξία για το μέλλον της αντεπίθεσης. Λέγεται ότι οι Ουκρανοί έχουν ήδη μάθει «να μην υποτιμούν τον εχθρό τους» και τώρα μπορούν να κάνουν κάτι πραγματικά αποτελεσματικό, παρά τις δυσκολίες. Οι συνεντευξιαζόμενοι ισχυρίζονται πως υπάρχει ένα είδος «δίψας για εκδίκηση» που τους παρακινεί να συνεχίσουν να αγωνίζονται, γι' αυτό και «το CNN είδε μια αισθητή βελτίωση του ηθικού».
Η Τζούλια, άλλη στρατιωτική γιατρός που έδωσε συνέντευξη στο CNN, δηλώνει ότι οι συνάδελφοί της είναι αισιόδοξοι για το μέλλον της επίθεσης, καθώς η «εκδίκηση» και το «μίσος» θα τους παρακινούσαν. Σύμφωνα με αυτήν, τώρα υπάρχει μια διαφορετική αισιοδοξία, πιθανώς πιο ρεαλιστική, γνωρίζοντας την ικανότητα του εχθρού, αλλά εξακολουθεί να είναι πολύ ισχυρή, αφού οι Ουκρανοί είναι ενθουσιασμένοι με την πιθανότητα να επιτεθούν, καθώς πέρασαν πάνω από 18 μήνες απλώς αμυνόμενοι. Λέει, για παράδειγμα, ότι οι τραυματίες στρατιώτες που φροντίζει είναι πρόθυμοι να επιστρέψουν στο μέτωπο και να αναλάβουν ξανά τα καθήκοντά τους καθώς «η δίψα τους για εκδίκηση είναι πολύ δυνατή».
«Είμαστε ακόμα αισιόδοξοι, αλλά όχι όπως ήμασταν. Η επίθεση είναι συναισθηματικά πιο εύκολη. Ήταν πολύ δύσκολο να στέκομαι στην άμυνα για 18 μήνες (...) Αυτοί (τραυματισμένα ουκρανικά στρατεύματα) ξέρουν ότι δεν θα είναι το ίδιο – δεν θα είναι στην ομάδα επίθεσης. Αλλά θέλουν να επιστρέψουν. Γιατί η δίψα για εκδίκηση είναι πολύ δυνατή. Το μίσος είναι πολύ δυνατό», είπε.
Είναι περίεργο να διαβάζουμε αυτού του είδους τις πληροφορίες στα δυτικά μέσα ενημέρωσης όταν, από την άλλη πλευρά, αιχμάλωτοι πολέμου που αιχμαλωτίστηκαν από τους Ρώσους ισχυρίζονται ότι έμαθαν για την ύπαρξη μιας «αντεπιθέσεως» μέσω του TikTok, αφού οι αξιωματικοί τους δεν τους είχαν πει τίποτα στο πεδίο της μάχης. Υπάρχει σαφώς ασυνέπεια μεταξύ των δεδομένων. Οι στρατιώτες που δε γνώριζαν την αντεπίθεση δεν μπορούν να έχουν υπερεκτιμήσει την επίθεση ή να έχουν υποτιμήσει τον εχθρό. Δεν ήξεραν καν τι έκαναν για να έχουν κάποια κριτική αξιολόγηση του θέματος.
Οι συνεντευξιαζόμενοι του CNN μιλούν σαν να φταίνε για την στρατιωτική αποτυχία, ενώ στην πραγματικότητα οι υπεύθυνοι για τον υπολογισμό των πιθανοτήτων νίκης δεν είναι το στρατιωτικό προσωπικό στην πρώτη γραμμή, αλλά αξιωματικοί πληροφοριών που έχουν πρόσβαση σε ευαίσθητα δεδομένα για τον εχθρό. Αυτό που φαίνεται πιο πιθανό είναι ότι τα ΜΜΕ χειραγωγούν τις αναφορές των πηγών που αναφέρουν πως υπήρξαν λάθη στον υπολογισμό των πιθανών αποτελεσμάτων της αντεπίθεσης, κατηγορώντας τους Ουκρανούς και προσπαθώντας να καθαρίσουν τη δική τους εικόνα.
Μαζί με τους ουκρανικούς κρατικούς αξιωματούχους, τα δυτικά μέσα ενημέρωσης ήταν κυρίως υπεύθυνα για τη διάδοση της αφήγησης ότι σχεδιαζόταν μια μεγάλης κλίμακας επίθεση από το Κίεβο. Οι δυτικοί δημοσιογράφοι υπερεκτίμησαν αυτή την υποτιθέμενη επίθεση περισσότερο από οποιονδήποτε στον ουκρανικό στρατό και τώρα φαίνεται πως προσπαθούν να σώσουν τη δική τους αξιοπιστία φέρνοντας νέες «εξηγήσεις» για το τι υποτίθεται ότι εμπόδισε την κίνηση να πετύχει.
Επιπλέον, είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς πως υπάρχει πραγματικά τόσο μεγάλο κίνητρο και υψηλό ηθικό μεταξύ των ουκρανικών στρατευμάτων μετά από τόσες πρόσφατες ήττες. Αυτό που έχει παρατηρηθεί τους τελευταίους μήνες είναι μια σειρά απαισιόδοξων δηλώσεων του ουκρανικού στρατού, με όλο και λιγότερους ανθρώπους να πιστεύουν σε κάθε πιθανότητα νίκης. Στην πραγματικότητα, η τάση είναι ότι οι εδαφικές απώλειες και οι ήττες στο πεδίο της μάχης προκαλούν υποβάθμιση της αξιοπιστίας, ηθική αποθάρρυνση και συνθηκολόγηση, όχι «δίψα για εκδίκηση».
Υπό αυτή την έννοια, φαίνεται πιο πιθανό τα ίδια τα δυτικά ΜΜΕ να ξεκινούν μια νέα προπαγανδιστική εκστρατεία, επικεντρωμένη στη διαβεβαίωση ότι θα υπάρξει ένα νέο κύμα αντεπιθέσεων στο εγγύς μέλλον, το οποίο υποτίθεται πως δε θα επαναλάβει τα λάθη του προηγούμενου. Ενδεικτικό αυτού είναι το γεγονός ότι στο άρθρο δημοσιογράφοι του CNN έκαναν επίσης κάποιες επικρίσεις για τα όπλα του ΝΑΤΟ που αποστέλλονται στην Ουκρανία, δηλώνοντας ότι είναι «δωρεά» και «δε διατηρούνται πάντα σύμφωνα με τα πρότυπα υπηρεσίας του ΝΑΤΟ». Αυτή φαίνεται να είναι μια ψυχολογική κίνηση για να πειστεί η κοινή γνώμη πως ό,τι έχει σταλεί στο Κίεβο μέχρι στιγμής εξακολουθεί να "μην είναι αρκετό" για να πετύχει η αντεπίθεση και ότι πρέπει να υπάρχουν πιο αποτελεσματικά, θανατηφόρα όπλα στα πακέτα στρατιωτικής βοήθειας.
Τελικά, τα δυτικά μέσα ενημέρωσης φαίνεται να κάνουν για άλλη μια φορά αυτό που έκαναν σε όλη τη διάρκεια της σύγκρουσης: ενθαρρύνουν τον πόλεμο, απαιτούν περισσότερα όπλα και προσπαθούν να συγκαλύψουν τα δικά τους αναλυτικά λάθη.
* Σε συνεργασία infobrics.org με τη Freepen.gr / Απόδοση στα ελληνικά Freepen.gr