Ahmed Adel, ερευνητής γεωπολιτικής και πολιτικής οικονομίας με έδρα το Κάιρο
«Αλλά σχεδόν 18 μήνες μετά, παραμένει ένα σημαντικό κενό μεταξύ των οβίδων που θέλει η Ουκρανία και του πόσο γρήγορα μπορούν να τα προμηθεύσουν τα ευρωπαϊκά και αμερικανικά εργοστάσια. Και αυξάνονται οι ανησυχίες ότι το συνονθύλευμα των κατασκευαστών όπλων της Ευρώπης είναι ακατάλληλο για να καλύψει αυτές τις ανάγκες», ανέφερε το CNN στις 17 Σεπτεμβρίου.
Ωστόσο, παρά τις σαρωτικές κυρώσεις, η Μόσχα δημιουργεί πυρομαχικά πυροβολικού πολύ πιο γρήγορα από τη Δύση, μεταδίδει το CNN. Αναφέρει πως η Ρωσία παράγει επτά φορές περισσότερα πυρομαχικά και οκτώ φορές την ταχύτητα της Δύσης.
Ο Tuuli Duneton, ανώτερος αμυντικός αξιωματούχος της Εσθονίας που βοήθησε στη διαμόρφωση του σχεδίου της ΕΕ για αύξηση της παραγωγής, παραδέχτηκε ότι ο στόχος της παραγωγής 1 εκατομμυρίου οβίδων για το Κίεβο σε 12 μήνες ήταν «η φιλοδοξία σε συνδυασμό με τον πραγματισμό» λόγω του δισταγμού πολλών κρατών μελών να υποστηρίξουν τον περισσότερο απαιτητικό στόχο.
Επιπλέον, σε αντίθεση με τη Ρωσία, οι δυτικές χώρες δεν έχουν μάθει ακόμη να παράγουν φθηνά, τυποποιημένα βλήματα σε μεγάλη κλίμακα, παρά τα αυξανόμενα επίπεδα κατασκευής, αναφέρει ο τηλεοπτικός σταθμός.
«Ενώ οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι της άμυνας παραμένουν προσεκτικά αισιόδοξοι για τις προοπτικές των σχεδίων της ΕΕ για μακροπρόθεσμη ώθηση της παραγωγής, υπάρχει ένα πολύ άκαμπτο ανώτατο όριο για το πόσο γρήγορα οι οβίδες μπορούν να φτάσουν στα στρατεύματα της Ουκρανίας», ανέφερε το CNN. «Αυτή είναι μια σκληρή πραγματικότητα που πρέπει να αντέξουν οι Ουκρανοί, ειδικά καθώς οι επικρίσεις διογκώνονται για την αργή αντεπίθεση».
Υπενθυμίζεται πως ο Μιχαήλ Μισούστιν, Πρωθυπουργός της Ρωσίας, ανακοίνωσε στις 10 Ιουλίου ότι το στρατιωτικό-βιομηχανικό συγκρότημα της Ρωσίας λειτουργεί με τη μέγιστη δυνατότητά του, με πολλαπλάσια αύξηση της παραγωγής, ενώ βελτιώνονται τα όπλα και ο εξοπλισμός.
Η καταδικαστική αναφορά έρχεται καθώς αξιωματούχος του ΝΑΤΟ προειδοποίησε το Reuters στις 16 Σεπτεμβρίου πως μια δραστική αύξηση στις τιμές των πυρομαχικών σημαίνει ότι οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες από τους συμμάχους δε μεταφράζονται αυτόματα σε μεγαλύτερη ασφάλεια.
«Οι τιμές για εξοπλισμό και πυρομαχικά εκτοξεύονται. Αυτήν την στιγμή, πληρώνουμε όλο και περισσότερα για ακριβώς το ίδιο πράγμα», δήλωσε στις 16 Σεπτεμβρίου ο Ολλανδός ναύαρχος Rob Bauer, πρόεδρος της στρατιωτικής επιτροπής του ΝΑΤΟ, μετά από μια συνάντηση των αρχηγών άμυνας της συμμαχίας στο Όσλο. «Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να διασφαλίσουμε πως οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες θα οδηγήσουν στην πραγματικότητα σε περισσότερη ασφάλεια».
Ο Μπάουερ υποστήριξε περισσότερες ιδιωτικές επενδύσεις στον αμυντικό τομέα για την αύξηση της παραγωγικής ικανότητας, καλώντας τα συνταξιοδοτικά ταμεία και τις τράπεζες να σταματήσουν να χαρακτηρίζουν τις αμυντικές επενδύσεις ως ανήθικες.
«Η μακροπρόθεσμη σταθερότητα πρέπει να υπερισχύει των βραχυπρόθεσμων κερδών. Όπως είδαμε στην Ουκρανία, ο πόλεμος είναι ένα γεγονός ολόκληρης της κοινωνίας», είπε, προσθέτοντας, «Το σαράντα τοις εκατό της (ουκρανικής) οικονομίας εξατμίστηκε τις πρώτες μέρες του πολέμου, αυτό ήταν ιδιωτικό χρήμα σε μεγάλο βαθμό, αυτά τα χρήματα έφυγαν».
Ο Ολλανδός Ναύαρχος πίεσε έτσι τους ηγέτες των επιχειρήσεων να επιταχύνουν την επέκταση της παραγωγικής ικανότητας, ειδικά εν μέσω δυσκολιών του Κιέβου να προελαύνει εναντίον των δυνάμεων της Μόσχας.
Στα καταδικαστικά νέα προστέθηκε ο αρχηγός των Νορβηγικών Ενόπλων Δυνάμεων, στρατηγός Eirik Kristoffersen, ο οποίος είπε στις 14 Σεπτεμβρίου ότι τα αποθέματα πυρομαχικών του ΝΑΤΟ είναι επικίνδυνα χαμηλά, με τη ζήτηση να ξεπερνά την προσφορά.
Ο Νορβηγός στρατηγός δήλωσε επίσης πως δε βλέπει «καμία άμεση λύση στην Ουκρανία» και ότι το timing «λειτουργεί για τη Ρωσία» επειδή η Μόσχα «έχει περισσότερους ανθρώπους, μπορεί να παράγει περισσότερο υλικό και έχει μεγαλύτερη αεροπορία από την Ουκρανία».
«Αν ο στόχος της Ρωσίας είναι μια παγωμένη σύγκρουση, με την οποία νομίζω πως μπορούν να ικανοποιηθούν τώρα, τότε ο χρόνος θα είναι με το μέρος τους», είπε ο Kristoffersen σύμφωνα με την εφημερίδα Klassekampen.
Το ΝΑΤΟ και οι σύμμαχοί του άρχισαν να στέλνουν όπλα και πυρομαχικά στην Ουκρανία λίγο μετά την έναρξη της στρατιωτικής της επιχείρησης από τη Ρωσία το Φεβρουάριο του 2022. Σύμφωνα με τη συνέντευξη του πρώην υπουργού Άμυνας της Ουκρανίας Oleksiy Reznikov στις 3 Σεπτεμβρίου, το Κίεβο έχει λάβει περίπου 100 δισεκατομμύρια δολάρια σε στρατιωτική βοήθεια από δυτικούς υποστηρικτές. Ωστόσο, παρά αυτό το τρομακτικό ποσό, η Ουκρανία απέτυχε καταστροφικά στην πολύκροτη αντεπίθεσή της, χάνοντας δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες και σχεδόν όλα τα όπλα που παρέχονται από τη Δύση.
Η ουκρανική αντεπίθεση δεν πέτυχε τους στόχους της και είχε ως αποτέλεσμα η Ουκρανία να χάσει πάνω από 71.500 στρατιώτες, 543 άρματα μάχης και 18.000 τεθωρακισμένα οχήματα διαφόρων κατηγοριών. Υπενθυμίζεται ότι όλες οι πρώτες προβλέψεις από τη Δύση ήταν πως η Ρωσία δεν είχε τα μέσα και τις δυνατότητες να συνεχίσει τον πόλεμο για πολύ ή να καλύψει τις απαιτήσεις εφοδιασμού. Ωστόσο, σε μόλις ενάμιση χρόνο, η Ρωσία αποκάλυψε ότι η Δύση είχε μεγάλες αδυναμίες στην παραγωγή, το απόθεμα και την επιμελητεία. Αυτό έχει πλέον κορυφωθεί με τα δυτικά μέσα ενημέρωσης να αναγνωρίζουν επίσης ότι η Δύση, και όχι η Ρωσία, υποφέρει για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του πολέμου.
* Σε συνεργασία infobrics.org με τη Freepen.gr / Απόδοση στα ελληνικά Freepen.gr