Ένας κάτοικος Βελγίου ή Λουξεμβούργου, μπαίνοντας σε ένα σούπερ-μάρκετ στην Ελλάδα, θα διαπιστώσει με έκπληξη πως πληθώρα ίδιας μάρκας και ποσότητας προϊόντων που συνηθίζει να καταναλώνει και στη χώρα του, είναι ακριβότερα στο ράφι του ελληνικού σούπερ-μάρκετ. Αρχικά θα σαστίσει, θα προβληματιστεί, αμέσως όμως θα θυμηθεί ότι ο μισθός του είναι δυο και τρεις φορές πάνω από τον αντίστοιχο ελληνικό, και θα προχωρήσει στις αγορές του, ενδεχομένως με λύπη για τους ντόπιους.
Εμείς οι ντόπιοι λοιπόν, τι κάνουμε για αυτό; Για να δούμε τι κάνουν οι αρμόδιοι:
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού ερευνά, λέει, τα τιμολόγια των πολυεθνικών και συνεργάζεται με το Υπουργείο Ανάπτυξης. Όπως διαβάζουμε στον τύπο: «Σύντομα θα παρουσιαστούν συγκριτικές έρευνες τιμών για προϊόντα πολυεθνικών που πωλούνται στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Στόχος της Επιτροπής είναι η ενημέρωση των καταναλωτών και η πίεση μέσω αρνητικής διαφήμισης στις πολυεθνικές για να μειώσουν τις τιμές τους. Από την πλευρά του το υπ. Ανάπτυξης εντείνει τους ελέγχους για το πλαφόν στο περιθώριο κέρδους. Σε περίπτωση που προκύπτει ότι στην Ελλάδα οι πολυεθνικές πωλούν ακριβότερα τα προϊόντα τους θα ζητείται λεπτομερής αιτιολόγηση γιατί συμβαίνει αυτό». Με απλά λόγια, δεν κάνουν τίποτα απολύτως! Η μεν Επιτροπή Ανταγωνισμού θα μας ενημερώσει για τους αετονύχηδες πολυεθνικάριους, το δε Υπουργείο θα τους ζητήσει εξηγήσεις, εάν και εφόσον…
Είναι προφανές πως η ελληνική αγορά αποτελεί ένα Ελντοράντο για την κάθε πολυεθνική, είτε δραστηριοποιείται στο λιανεμπόριο, είτε στα τρόφιμα, είτε στα απορρυπαντικά, είτε σε οτιδήποτε. Κανένας κρατικός έλεγχος, καμία δικλείδα προστασίας, καμία παρέμβαση της Πολιτείας. Οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες όμως δεν είναι σύμβουλοι κατανάλωσης των πολιτών. Υπάρχουν για να προστατεύουν τους καταναλωτές, για να επιβάλλουν σκληρά πρόστιμα στους αετονύχηδες, να βάζουν λουκέτα στους κερδοσκόπους και να διασφαλίζουν την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς υπέρ των πολλών και όχι υπέρ των πολυεθνικών.