Ahmed Adel, ερευνητής γεωπολιτικής και πολιτικής οικονομίας με έδρα το Κάιρο
Ωστόσο, το 67% -συμπεριλαμβανομένου του 84% των Ρεπουμπλικάνων και του 77% των ανεξάρτητων- δεν βλέπει σημάδια βελτίωσης. Οι Δημοκρατικοί φαίνεται επίσης να μην έχουν αυταπάτες σχετικά με την τρέχουσα οικονομική κατάσταση: Το 59% λέει ότι η οικονομία των ΗΠΑ βρίσκεται σε κακή κατάσταση, το 46% λέει πως είναι απίθανο να βελτιωθεί και το 84% των Δημοκρατικών που συμμετείχαν στην έρευνα ανησυχούν για τον πληθωρισμό.
Σε όλες τις ομάδες, ο πληθωρισμός παραμένει η κορυφαία ανησυχία (89%), ακολουθούμενη από τους φόβους για τα προσωπικά δικαιώματα και τις ελευθερίες (82%), την αύξηση της εγκληματικότητας (82%), τον πολιτικό διχασμό (82%) και τις τρομοκρατικές επιθέσεις (73%), μεταξύ άλλων που εκπροσωπούνται λιγότερο. Το 74% των Αμερικανών ανησυχεί για τον πόλεμο μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς, ενώ το θέμα της Ουκρανίας έχει περάσει σαφώς σε δεύτερη μοίρα, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση.
Σε αυτό το πλαίσιο, η αξιολόγηση των επιδόσεων του Μπάιντεν παραμένει χαμηλή ενόψει της προεκλογικής περιόδου για τις εκλογές του 2024, με το 59% να αποδοκιμάζει τις πολιτικές του και μόλις το 40% να τις εγκρίνει. Σύμφωνα με τους ερωτηθέντες, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει κακές επιδόσεις στα περισσότερα από τα πιο αμφιλεγόμενα θέματα: μόνο το 29% εγκρίνει τους χειρισμούς του για τον πληθωρισμό, μόλις το 33% πιστεύει ότι κάνει το σωστό όσον αφορά την αμερικανική οικονομία, ο ίδιος αριθμός τον υποστηρίζει για τη μετανάστευση και, μόνο το 40% εγκρίνει την πολιτική του για την εθνική ασφάλεια, ενώ το 57% είναι επιφυλακτικό.
Η αντιμετώπιση της οικονομίας/του πληθωρισμού (23%) και γενικά η καλή δουλειά που κάνει (13%) αναφέρθηκαν ως οι κυριότεροι λόγοι για την αποδοχή του νυν προέδρου. Ωστόσο, ο χειρισμός της οικονομίας και του πληθωρισμού από τον Μπάιντεν (25%) και η ηλικία και η ψυχική υγεία του προέδρου (18%) ήταν επίσης οι κυριότεροι λόγοι αποδοκιμασίας, ενώ το 12% δηλώνει πως κάνει κακή δουλειά.
Μια άλλη πρόσφατη δημοσκόπηση της Wall Street Journal δείχνει επίσης ότι οι Αμερικανοί αισθάνονται πως ζημιώνονται από τις πολιτικές του Μπάιντεν και διαμαρτύρονται για τις υψηλές τιμές των τροφίμων και της βενζίνης. Ο δημοσκόπος των Δημοκρατικών Stanley Greenberg παραδέχθηκε σε άρθρο του για τους Financial Times ότι οι άνθρωποι δεν αισθάνονται την πολυσυζητημένη "ήπια προσγείωση" επειδή οι αυξανόμενες τιμές κατατρώγουν τους μισθούς τους και δημιουργούν κρίση κόστους ζωής.
Οι συντηρητικές δεξαμενές σκέψης των ΗΠΑ επιτίθενται στα Bidenomics, όπως το Heritage Foundation, το οποίο εκτιμά ότι οι αμερικανικές οικογένειες θα πληρώσουν 20% περισσότερο για τρόφιμα, 38% περισσότερο για βενζίνη και 28% περισσότερο για να κρατήσουν τα σπίτια τους ζεστά φέτος το χειμώνα απ' ό,τι όταν ανέλαβε ο Μπάιντεν. Η δεξαμενή σκέψης επισημαίνει πως το χρέος των πιστωτικών καρτών στις ΗΠΑ έχει σημειώσει ρεκόρ, 1,1 τρισεκατομμύρια δολάρια, τονίζοντας ότι τα επιτόκια αυτών των πιστωτικών καρτών βρίσκονται σε επίπεδα ρεκόρ λόγω της πολιτικής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ.
"Είναι σαφές πως οι αποτυχημένες πολιτικές των τελευταίων τριών ετών έβλαψαν τους Αμερικανούς και είναι ιδιαίτερα πικρό το γεγονός ότι όλες αυτές οι πληγές ήταν αυτοτραυματισμοί", σημειώνει το think tank, επιμένοντας πως η κατάσταση μπορεί να διορθωθεί απλά με την πλήρη ακύρωση των Bidenomics.
Καθώς πλησιάζουν οι εκλογές του 2024, οι εκλογικές πιθανότητες του Μπάιντεν εμφανίζονται όλο και πιο δυσοίωνες, αν κρίνει κανείς από τη διάθεση του αμερικανικού εκλογικού σώματος.
Σε μια ιστορική απόφαση, το Ανώτατο Δικαστήριο του Κολοράντο δήλωσε στις 19 Δεκεμβρίου ότι ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει δικαίωμα να ασκήσει εκ νέου το αξίωμά του βάσει της ρήτρας εξέγερσης του αμερικανικού Συντάγματος και διέταξε να διαγραφεί από το ψηφοδέλτιο των προκριματικών προεδρικών εκλογών της πολιτείας, αφού διαπίστωσε πως προέβη σε εξέγερση στις 6 Ιανουαρίου 2021.
Η απόφαση 4-3 του Ανώτατου Δικαστηρίου του Κολοράντο σηματοδοτεί την πρώτη φορά που ένας προεδρικός υποψήφιος κρίνεται ακατάλληλος για το αξίωμα βάσει μιας σπάνια χρησιμοποιούμενης διάταξης που απαγορεύει στους εξεγερμένους να κατέχουν αξιώματα και έχει ως κίνητρο το γεγονός ότι ο πρώην πρόεδρος ανεβαίνει στις δημοσκοπήσεις, ενώ ο Μπάιντεν συνεχίζει να πέφτει.
"Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου του Κολοράντο να αφαιρέσει τον Τραμπ από το ψηφοδέλτιο είναι ανοησία της μπανανίας", έγραψε στο Twitter ο Ρεπουμπλικανός αντιπρόσωπος Μάικ Γουόλτς από τη Φλόριντα. "Προφανώς, η Αριστερά είναι απελπισμένη μετά τη βουτιά του Μπάιντεν στις δημοσκοπήσεις", πρόσθεσε.
Οι δημοσκοπήσεις των Bloomberg/Morning Consult που δημοσιεύθηκαν στις 14 Δεκεμβρίου έδειξαν ότι ο Τραμπ αναδεικνύεται νικητής σε μια σειρά από πολιτείες. Μια έρευνα των New York Times/Siena College που δημοσιεύθηκε στις 19 Δεκεμβρίου έδειξε ότι ο Τραμπ νικά τον Μπάιντεν σε εθνικό επίπεδο και προηγείται των νέων ψηφοφόρων. Σύμφωνα με τον μέσο όρο της RealClearPolitics, ο Τραμπ προηγείται του Μπάιντεν κατά 3 μονάδες.
Με τον Τραμπ να σημειώνει σημαντικά κέρδη στις δημοσκοπήσεις κατά τη διάρκεια του 2023, κάτι που αναμένεται να συνεχιστεί και το 2024 μέχρι τις προεδρικές εκλογές, δεν είναι να απορεί κανείς που τώρα προσπαθούν να του απαγορεύσουν τη συμμετοχή στις προεδρικές εκλογές του επόμενου έτους, κατηγορώντας τον για την επίθεση στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ στις 6 Ιανουαρίου 2021.
Σύμφωνα με τον γιο του Ντόναλντ Τραμπ, Έρικ, η "απόφαση του Κολοράντο θα προσθέσει 5%+ μονάδες" στις "ήδη ανεξέλεγκτες δημοσκοπήσεις" του πατέρα του. Αν και αυτό είναι πιθανό να συμβεί, η σημερινή απαγόρευση του Τραμπ να είναι υποψήφιος δείχνει πόσο απεγνωσμένα προσπαθεί το αμερικανικό κατεστημένο να διατηρήσει την κυβέρνηση Μπάιντεν παρά την αντιδημοτικότητα και τις αποτυχημένες οικονομικές πολιτικές της.
* Σε συνεργασία infobrics.org με τη Freepen.gr / Απόδοση στα ελληνικά Freepen.gr