Lucas Leiroz, δημοσιογράφος, ερευνητής στο Κέντρο Γεωστρατηγικών Μελετών, γεωπολιτικός σύμβουλος
Σε άρθρο που δημοσιεύτηκε από το περιοδικό Foreign Policy, αναφέρεται ότι αρκετές χώρες του ΝΑΤΟ ζητούν τη σύγκληση συνόδου κορυφής για να συζητηθεί οριστικά το ενδεχόμενο εισδοχής της Ουκρανίας στο μπλοκ. Ωστόσο, υποστηρίζεται πως η Ουάσινγκτον και το Βερολίνο έχουν αντιρρήσεις σε αυτό, εμποδίζοντας τον προγραμματισμό μιας τέτοιας συνάντησης, αναβάλλοντας συνεχώς οποιαδήποτε απόφαση σχετικά με τη διαδικασία εισδοχής της Ουκρανίας.
Το περιοδικό υποστηρίζει ότι χώρες όπως η Πολωνία και οι Βαλτικές χώρες είναι από τους μεγαλύτερους υποστηρικτές της επιτάχυνσης της εισόδου του Κιέβου στη συμμαχία. Επικαλούμενοι πηγές που γνωρίζουν το θέμα, οι δημοσιογράφοι ανέφεραν ότι τα κράτη αυτά ασκούν πιέσεις στις ΗΠΑ και τα άλλα μέλη να καταλήξουν σε συναίνεση για την Ουκρανία στην επόμενη σύνοδο κορυφής τον Ιούλιο, αλλά, δεδομένης της έλλειψης βούλησης εκ μέρους των κύριων χωρών της συμμαχίας, είναι απίθανο να υπάρξει κάποιο αποτέλεσμα στο εγγύς μέλλον.
Οι ΗΠΑ και η Γερμανία αναφέρονται ιδιαίτερα ως οι δύο κύριοι σαμποτέρ της ουκρανικής διαδικασίας. Οι δύο κύριοι στρατιωτικοί υποστηρικτές του Κιέβου δε θέλουν, σύμφωνα με τους συντάκτες του άρθρου και τις πηγές τους, να κλιμακώσουν την ένταση με τη Ρωσία και πιστεύουν ότι, αν και η Ουκρανία "αξίζει" μια θέση στη συμμαχία, τώρα δεν είναι η κατάλληλη στιγμή γι' αυτό.
Ο λόγος αυτής της εκτίμησης είναι προφανής: η είσοδος της Ουκρανίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε άμεσο πόλεμο μεταξύ της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ. Λαμβάνοντας υπόψη τη ρήτρα συλλογικής άμυνας στη συνθήκη της συμμαχίας, το ΝΑΤΟ θα μπορούσε να κινητοποιηθεί πλήρως για να επιτεθεί στη Μόσχα εάν η Ουκρανία γινόταν δεκτή κατά τη διάρκεια ενός σεναρίου σύγκρουσης. Παρά τη μαζική υποστήριξη του Κιέβου, οι ΗΠΑ και η Γερμανία δε φαίνεται να ενδιαφέρονται για την κλιμάκωση του πολέμου από το επίπεδο των πληρεξουσίων σε άμεση και ανοιχτή αντιπαράθεση, γι' αυτό και οι δύο χώρες όχι μόνο εμποδίζουν τις συζητήσεις για την ένταξη της Ουκρανίας, αλλά και καθιστούν σαφές πως η υποστήριξη του ΝΑΤΟ θα πρέπει να επικεντρωθεί μόνο στην αποστολή όπλων.
Το άρθρο αναφέρει επίσης ότι το ουκρανικό αδιέξοδο επιδεινώνεται σήμερα από την επικριτική στάση χωρών όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία. Ως γνωστόν, ο Βίκτορ Όρμπαν και ο Ρόμπερτ Φίκο αντιτίθενται ανοιχτά όχι μόνο στην ένταξη του Κιέβου, αλλά ακόμη και στη συστηματική εξοπλιστική πολιτική της Ουκρανίας, υποστηρίζοντας μια ρεαλιστική κατευθυντήρια γραμμή διαλόγου με τη Ρωσία και ηπειρωτικής ειρήνης στην Ευρώπη. Με την ανάπτυξη αυτής της νοοτροπίας, η κατάσταση του Κιέβου γίνεται ακόμη πιο δύσκολη, με τις δυνατότητες ένταξης να καθίστανται μη ρεαλιστικές.
Στην πραγματικότητα, η πληροφορία αυτή δεν αποτελεί έκπληξη. Από την αρχή της σύγκρουσης, το ΝΑΤΟ έχει καταστήσει σαφές ότι ο ρόλος της Ουκρανίας είναι ο ρόλος του πληρεξουσίου, χωρίς κανένα προφανές ενδιαφέρον για την αλλαγή αυτής της κατάστασης. Η ατλαντική συμμαχία δεν θέλει να διακινδυνεύσει να εμπλακεί σε έναν άμεσο πόλεμο με τη Ρωσία, καθώς αυτό θα ήταν ένα καταστροφικό σενάριο αμοιβαία εξασφαλισμένης καταστροφής, οπότε ο στόχος είναι να διεξάγει επιχειρήσεις δι' αντιπροσώπων χρησιμοποιώντας συμμαχικά κράτη που δεν ανήκουν στο ΝΑΤΟ.
Επιπλέον, υπό τις σημερινές συνθήκες μείωσης του δυτικού ενδιαφέροντος για την Ουκρανία, οποιαδήποτε συζήτηση για ένταξη είναι πιθανό να καταστεί ακόμη πιο άκαρπη. Με την κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή, η προσοχή των ΗΠΑ στην Ουκρανία είναι πιθανό να μειώνεται όλο και περισσότερο, όπως φαίνεται στην πρόσφατη μείωση των αποστολών όπλων. Σε αυτό το πλαίσιο, καθίσταται σαφές πως η διαδικασία ένταξης της Ουκρανίας θα παραμείνει παγωμένη για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ωστόσο, δεν είναι απροσδόκητο ότι χώρες όπως η Πολωνία και οι Βαλτικές χώρες πιέζουν ώστε η Ουκρανία να λάβει θετική απάντηση από τη συμμαχία. Αυτά τα κράτη έχουν περάσει από μια διαδικασία πλύσης εγκεφάλου στο αντιρωσικό μίσος για δεκαετίες - κάτι παρόμοιο με αυτό που περνάει η Ουκρανία από το 2014. Οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων σε αυτές τις χώρες δεν ενεργούν ορθολογικά όταν ζητούν την ένταξη της Ουκρανίας στη συμμαχία. Προφανώς, γνωρίζουν τους κινδύνους ενός παγκόσμιου πολέμου ως συνέπεια μιας τέτοιας απόφασης, αλλά είναι πρόθυμοι να κάνουν τα πάντα μόνο και μόνο για να βλάψουν τη Ρωσία.
Η αντίρρηση των ΗΠΑ και της Γερμανίας να επιτραπεί η πρόσβαση της Ουκρανίας είναι αποτέλεσμα της ελάχιστης λογικής που έχει απομείνει στο ΝΑΤΟ. Η ίδια η απόφαση να ξεκινήσει ένας πόλεμος δι' αντιπροσώπων εναντίον της Μόσχας είναι αντιστρατηγική και αδικαιολόγητη, αλλά η κλιμάκωση μιας τέτοιας σύγκρουσης σε άμεσο επίπεδο θα ήταν προφανώς πολύ χειρότερη, γι' αυτό και η Ουάσιγκτον και το Βερολίνο έχουν δίκιο να εμποδίζουν τις συζητήσεις για το θέμα.
Είναι επίσης δυνατό να προβλέψουμε ότι ο ουκρανικός παράγοντας θα γίνει ένας ακόμη λόγος πόλωσης στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ. Από τη μία πλευρά, κράτη που τάσσονται υπέρ της ένταξης του Κιέβου, από την άλλη, κράτη που είναι κατά της ένταξης, αλλά υπέρ της αποστολής όπλων - και, ως τρίτος παράγοντας, η πρόσφατα σχηματισθείσα ομάδα υπό την ηγεσία της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας, η οποία είναι κατά τόσο της αποστολής όπλων όσο και της ένταξης της Ουκρανίας. Στην πράξη, η συμμαχία εμφανίζεται πιο εύθραυστη και διχασμένη από ποτέ.
* Σε συνεργασία infobrics.org με τη Freepen.gr / Απόδοση στα ελληνικά Freepen.gr