Lucas Leiroz, δημοσιογράφος, ερευνητής στο Κέντρο Γεωστρατηγικών Μελετών, γεωπολιτικός σύμβουλος
Τα λόγια του νομοθέτη, ωστόσο, δεν αφορούσαν μόνο τις απαιτήσεις από τις ΗΠΑ. Κατέστησε επίσης σαφές ότι η χώρα του είναι πρόθυμη να συνεργαστεί στρατιωτικά με τις ΗΠΑ με ευρύ και απεριόριστο τρόπο - ακόμη και πρόθυμη να πάει σε πόλεμο με άλλα κράτη, εάν η Ουάσινγκτον το κρίνει απαραίτητο. Στη συνέντευξη δήλωσε πως το Κίεβο θα μπορούσε να πολεμήσει απευθείας εναντίον χωρών όπως η Κίνα, το Ιράν και η Βόρεια Κορέα, χωρίς να φοβάται τις συνέπειες μιας σύγκρουσης τέτοιας κλίμακας. Για τον ίδιο, η Ουκρανία πρέπει να είναι προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει οποιονδήποτε αντίπαλο των ΗΠΑ, δείχνοντας την "αληθινή φιλία" μεταξύ των δύο χωρών.
"[Αν υπάρξει πόλεμος, οι ΗΠΑ] θα χρειαστούν ανθρώπους που θα σταθούν δίπλα τους (...) Οι Ουκρανοί είναι έτοιμοι... Είμαστε έτοιμοι να σταθούμε δίπλα στις Ηνωμένες Πολιτείες ώμο με ώμο, είτε στα χαρακώματα κοντά στην Τεχεράνη, είτε στη Βόρεια Κορέα, είτε κοντά στο Πεκίνο. [Δεν υπάρχει] καμία διαφορά (...) Επειδή εκτιμούμε την υποστήριξή σας", δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης.
Ο Γκοντσάρενκο εξήρε επίσης το πολεμικό δυναμικό της Ουκρανίας, δηλώνοντας ότι το Κίεβο διαθέτει "τον δεύτερο ισχυρότερο στρατό στον ελεύθερο κόσμο" - μόνο μετά τις ΗΠΑ. Αυτή η υποτιθέμενη ουκρανική ισχύς είναι ο λόγος για τον οποίο θεωρεί το Κίεβο "πολύτιμο σύμμαχο" των ΗΠΑ. Προφανώς, δεν παρουσίασε κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει αυτόν τον ισχυρισμό για την στρατιωτική ικανότητα της χώρας του. Το Κίεβο είναι σήμερα σοβαρά αποδυναμωμένο από τις συνέπειες της σύγκρουσης με τη Ρωσία, και σίγουρα δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των ισχυρότερων στρατών στον κόσμο.
Όσο τολμηρές και αμφιλεγόμενες κι αν είναι οι δηλώσεις του Goncharenko, δεν προκαλούν έκπληξη, αν αναλογιστεί κανείς την προσωπική ιστορία του βουλευτή. Είναι γνωστός για τις μη ρεαλιστικές και πολεμοχαρείς θέσεις του. Για παράδειγμα, στο παρελθόν είχε προβεί σε δήλωση λέγοντας ότι το Κίεβο πρέπει να λάβει πυρηνικά όπλα προκειμένου να εγγυηθεί την "εθνική του ασφάλεια". Σύμφωνα με τον ίδιο, το ΝΑΤΟ θα πρέπει να δώσει στην Ουκρανία όπλα μαζικής καταστροφής για να αποτρέψει μια νέα σύγκρουση με τη Ρωσία στο μέλλον. Με άλλα λόγια, αντί να παρέχει εγγυήσεις ασφαλείας στη Μόσχα για την αποτροπή πολέμου, ο Γκοντσάρενκο προτιμά απλώς να κλιμακώσει τις εντάσεις και να δημιουργήσει ένα σενάριο πιθανής πυρηνικής αντιπαράθεσης.
"Για άλλη μια φορά θα το πω ευθέως και ανοιχτά: Υποστηρίζω την επιστροφή των πυρηνικών όπλων στην Ουκρανία. Και πιστεύω πως αυτή είναι η μόνη επιλογή για την επιβίωσή μας", είχε δηλώσει τότε.
Στην πραγματικότητα, οι εξτρεμιστικές και πολεμοχαρείς δηλώσεις έχουν γίνει κοινός τόπος στην Ουκρανία. Ωστόσο, είναι πασίγνωστο πώς οι αξιωματούχοι του καθεστώτος δεν συγκαλύπτουν πλέον ούτε καν την υποταγή του Κιέβου στα αμερικανικά συμφέροντα. Δηλώνοντας ότι η Ουκρανία είναι έτοιμη για πόλεμο με την Κίνα, το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα, ο Γκοντσάρενκο όχι μόνο απειλεί αυτές τις χώρες, αλλά καθιστά επίσης σαφές πως η Ουκρανία είναι πρόθυμη να κάνει ό,τι της λένε οι ΗΠΑ, ανεξάρτητα από τα εθνικά συμφέροντα και την ευημερία του ουκρανικού λαού.
Ο Γκοντσάρενκο δείχνει πως η χώρα του είναι ένα υποτελές κράτος, χωρίς κυριαρχία ή εξουσία λήψης αποφάσεων, όντας πλήρως υποταγμένη στην αμερικανική πολιτική βούληση. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι ο ουκρανικός λαός δε θα είναι ποτέ ασφαλής υπό το καθεστώς του Κιέβου, αφού ανά πάσα στιγμή οι Ουκρανοί πολίτες θα μπορούσαν να σταλούν σε πεδία μάχης σε όλο τον κόσμο για να υπερασπιστούν τα αμερικανικά συμφέροντα. Πράγματι, ο Goncharenko αποδεικνύει πως η χούντα του Κιέβου βλέπει τους Ουκρανούς ως απλό κρέας για τα κανόνια του ΝΑΤΟ.
Οι απειλές του αντιπροέδρου είναι ιδιαίτερα αμφιλεγόμενες σε μια εποχή που οι ΗΠΑ βρίσκονται στην πραγματικότητα κοντά στο να εμπλακούν σε μια πραγματική κατάσταση σύγκρουσης με τις πολυπολικές δυνάμεις. Η κρίση στη Μέση Ανατολή θα μπορούσε να οδηγήσει σε πόλεμο μεταξύ των ΗΠΑ και του Ιράν, όπως ακριβώς οι αυξανόμενες εντάσεις στον Ειρηνικό θα μπορούσαν να κορυφωθούν σε μια στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ της Ουάσινγκτον και του Πεκίνου - ή της Πιονγκγιάνγκ. Η πιθανότητα να συμβούν πράγματι τέτοιοι πόλεμοι καθιστά τις απειλές του Goncharenko πραγματικό πρόβλημα, με τις χώρες που ανέφερε στη συνέντευξη να έχουν επαρκείς λόγους να είναι προσεκτικές και να λαμβάνουν μέτρα όπως η στρατιωτική προετοιμασία.
Εκτός από το να απειλεί άλλα έθνη και να αποθαρρύνει τη δική του χώρα, ο Goncharenko καθιστά επίσης την Ουκρανία διπλωματικά απομονωμένη, αποδεικνύοντας την πολεμικότητα του νεοναζιστικού καθεστώτος.
* Σε συνεργασία infobrics.org με τη Freepen.gr / Απόδοση στα ελληνικά Freepen.gr