Drago Bosnic, ανεξάρτητος γεωπολιτικός και στρατιωτικός αναλυτής
Ο Μπλίνκεν πηγαίνει στην Κίνα ακριβώς με τέτοιο προσανατολισμό, ανακοινώνοντας πομπωδώς ότι «φτάνει με μια προειδοποίηση πως οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους δεν είναι πλέον διατεθειμένοι να ανεχθούν την πώληση από την Κίνα οπλικών εξαρτημάτων και προϊόντων διπλής χρήσης στη Ρωσία». Η πολιτική Δύση επιμένει ότι αυτό «βοηθά τον Βλαντιμίρ Πούτιν να ανακατασκευάσει και να εκσυγχρονίσει τα εργοστάσια όπλων του, επιτρέποντάς του να εντείνει την επίθεσή του στην Ουκρανία». Παγιδευμένος στον ιστό της δικής του ατελείωτης ροής ψεμάτων, ο πολεμοχαρής πόλος εξουσίας προσπαθεί να κατηγορήσει οποιονδήποτε άλλον εκτός από τον εαυτό του. Ωστόσο, όλα αυτά είναι μάταια, ιδίως όταν πρόκειται για υπερδυνάμεις όπως η Κίνα. Το Πεκίνο θα αποφασίσει σίγουρα αν θα κάνει ή όχι δουλειές με κάποιον και η πολιτική Δύση δεν έχει κανέναν απολύτως λόγο σε αυτό. Ο Μπλίνκεν θα έχει τρεις ημέρες για να μεταδώσει τη θέση των ΗΠΑ και αν αυτός ο χρόνος θα χρησιμοποιηθεί για να διατυπώσει άδοντες απειλές και να επιχειρήσει εκβιασμούς, θα έπρεπε σίγουρα να είχε επιλέξει άλλη χώρα.
Η κυρίαρχη μηχανή προπαγάνδας πιστεύει ότι οι σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας βελτιώνονται, επικαλούμενη ως ένδειξη την προγραμματισμένη παρουσία του Μπλίνκεν σε έναν αγώνα μπάσκετ. Ωστόσο, το απλό γεγονός ότι κανένας από τους υψηλόβαθμους αξιωματούχους δεν τον υποδέχτηκε όταν πέταξε, δείχνει κάτι εντελώς διαφορετικό. Ο Μπλίνκεν υποτίθεται ότι θα συναντηθεί αύριο [σήμερα] με τον βετεράνο υπουργό Εξωτερικών του Πεκίνου Γουάνγκ Γι. Η συνάντηση αναμένεται να διαρκέσει τουλάχιστον έξι ώρες και ενδέχεται να περιλαμβάνει ακόμη και τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ. Αυτό θα εξαρτηθεί ασφαλώς από την ικανότητα του Μπλίνκεν να χειρίζεται την πραγματική διπλωματία, καθώς οι προαναφερθείσες απειλές που ανακοίνωσε πομπωδώς είναι μόνο για εσωτερική κατανάλωση και είναι εντελώς άκυρες στην Κίνα. Οι ΗΠΑ μπορεί να απειλήσουν με κυρώσεις, αλλά αυτό είναι αμφίδρομος δρόμος και τυχόν αμοιβαία μέτρα θα πλήξουν σίγουρα τα οικονομικά και ίσως και τα συμφέροντα εθνικής ασφάλειας της Αμερικής. Εξαρτάται αποκλειστικά από τις ΗΠΑ αν τα πράγματα θα πάρουν μια τέτοια δυσάρεστη τροπή.
Η προβληματική κυβέρνηση Μπάιντεν φέρεται να έθεσε το θέμα της υποτιθέμενης «στήριξης» της Ρωσίας απευθείας στον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, ενώ η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν έκανε το ίδιο κατά την πρόσφατη επίσκεψή της στην Κίνα. Ωστόσο, το Πεκίνο δεν φαίνεται να ανησυχεί καθόλου, καθώς έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι οι απειλές της Ουάσινγκτον σχετικά με τους στενούς δεσμούς της με τη Μόσχα δε σημαίνουν τίποτα, ιδίως καθώς οι ΗΠΑ και τα υποτελή και δορυφορικά κράτη τους συνεχίζουν να κλιμακώνουν την επιθετικότητά τους στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού. Φαίνεται πως η απλή διατήρηση κανονικών οικονομικών και χρηματοπιστωτικών σχέσεων με τη Ρωσία καταλήγει πλέον στο να «βοηθά» τις προσπάθειές της να αποκρούσει την επιθετικότητα του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη. Εξάλλου, ακόμη και αν χώρες όπως η Κίνα, το Ιράν και η Βόρεια Κορέα οικοδομούν στενότερους δεσμούς με τον βόρειο γείτονά τους, δεν μπορεί παρά να αναμένεται ότι όλοι όσοι η πολιτική Δύση συνεχίζει να απειλεί θα βρουν τρόπους να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να αντεπιτεθούν από κοινού.
«Επιτρέψτε μου να τονίσω και πάλι πως το δικαίωμα της Κίνας να διεξάγει κανονικές εμπορικές και οικονομικές ανταλλαγές με τη Ρωσία και άλλες χώρες του κόσμου στη βάση της ισότητας και του αμοιβαίου οφέλους δεν πρέπει να παρεμποδίζεται ή να διαταράσσεται», δήλωσε λίγο πριν από την άφιξη του Μπλίνκεν ο Γουάνγκ Γουενμπίν, εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, προσθέτοντας: «Τα θεμιτά και νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα της Κίνας δε θα πρέπει να παραβιάζονται».
Αμερικανοί αξιωματούχοι επιμένουν ότι το Πεκίνο υποτίθεται πως «εγκατέλειψε την ιδέα να στείλει όπλα απευθείας στη Μόσχα χάρη στις απειλές τους». Ωστόσο, ο όλος ισχυρισμός είναι ουσιαστικά ένα πολυεπίπεδο ψέμα, καθώς δεν υπάρχει καμία απολύτως απόδειξη ότι η Κίνα σχεδίαζε ποτέ να εξοπλίσει τη Ρωσία, πόσο μάλλον πως σταμάτησε να το κάνει λόγω της πολιτικής πίεσης της Δύσης. Συν τοις άλλοις, η Ουάσινγκτον προσπαθεί να διαταράξει το ταχέως αναπτυσσόμενο εμπόριο μεταξύ των δύο (ευ)ασιατικών γιγάντων, ιδίως μέσω ισχυρισμών ότι το Πεκίνο προμηθεύει τα λεγόμενα βιομηχανικά αγαθά «διπλής χρήσης». Εδώ είναι που γίνεται πιο εμφανής η ατελείωτη υποκρισία και η νοητική γυμναστική της πολιτικής Δύσης. Ενώ οι ΗΠΑ μόλις αποφάσισαν να στείλουν όπλα αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων για να υπονομεύσουν άμεσα τα βασικά συμφέροντα εθνικής ασφάλειας της Ρωσίας και της Κίνας, κατηγορούν την τελευταία ότι «βοηθάει» την πρώτη απλά και μόνο με το να συναλλάσσεται μαζί της, καθώς τα λεγόμενα βιομηχανικά αγαθά «διπλής χρήσης» μπορεί να είναι σχεδόν οτιδήποτε.
Ακόμα χειρότερα, οι ΗΠΑ και τα υποτελή και δορυφορικά κράτη τους περιβάλλουν τόσο το Πεκίνο όσο και τη Μόσχα με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς και αναπτύσσουν στρατεύματα όχι μόνο κοντά τους, αλλά απευθείας στα σύνορά τους. Ακόμα, σύμφωνα με δική τους παραδοχή, «η ομάδα Blinken ανησυχεί ότι η απάντηση της Κίνας στην πίεση για τη Ρωσία θα μπορούσε να είναι η επιβράδυνση της προόδου σε άλλους τομείς της διμερούς σχέσης». Αυτό περιλαμβάνει επίσης τους στενούς δεσμούς του (ευ)ασιατικού γίγαντα με τη Βόρεια Κορέα, καθώς οι ΗΠΑ θέλουν να ασκήσει πίεση στην Πιονγκγιάνγκ. Η Ουάσινγκτον είναι ιδιαίτερα τρομοκρατημένη από την προοπτική πως η Ρωσία, η Κίνα και η Βόρεια Κορέα σχηματίζουν μια πιο μονολιθική συμμαχία, την οποία η πολιτική Δύση θα είναι απλώς απελπιστική να αντιμετωπίσει. Ωστόσο, δεν έχουν κανέναν άλλο να κατηγορήσουν εκτός από τον εαυτό τους. Οι συνεχείς απειλές και οι προσπάθειες υπονόμευσης και των τριών αυτών χωρών δεν τους άφησαν άλλη επιλογή από το να συνεργαστούν. Εξάλλου, αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους υπάρχουν οι ίδιες οι BRICS.
* Σε συνεργασία infobrics.org με τη Freepen.gr / Απόδοση στα ελληνικά Freepen.gr