pixabay / falco (σπίτι στο Μαυροβούνιο) |
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε) έχει αποκληθεί από πολλούς ειδήμονες σαν ένα από τα μεγαλύτερα πειράματα πολιτικής και οικονομικής ενοποίησης σε παγκόσμιο επίπεδο. Κατά άλλους είναι μια «κανονιστική υπερδύναμη», με ό,τι και αν σημαίνει αυτό για τον υπόλοιπο κόσμο[1]. Εν προκειμένω, μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ε.Ε (πέρα από την συνοχή σε θεσμικό και οικονομικό επίπεδο) είναι αυτή της διεύρυνσης. Αντέχει μια νέα διεύρυνση η Ε.Ε και αν ναι σε ποια κατεύθυνση; Τι συμβαίνει στην κοινή γνώμη; Έχει η Ε.Ε πολιτικό κεφάλαιο να διαχειριστεί την είσοδο νέων μελών στο «ευρωπαϊκό κλαμπ»; Υπάρχει ομοφωνία και ποια είναι τα ρίσκα για την συνοχή της Ένωσης;
1) ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΠΟΥ;
Ι) Κοινή Γνώμη και λοιπές διαθέσεις…
Το θέμα του χώρου και του χρόνου ήταν πάντα κρίσιμο για μεγάλης έκτασης γεωπολιτικά πειράματα και οι ιστορικές περιστάσεις είχαν την σημασία τους. Ας πούμε εν έτει 2013 η κοινή γνώμη ήταν μάλλον απογοητευμένη και κουρασμένη από το ενωσιακό πείραμα εν γένει και δεν ήθελε άλλη διεύρυνση. Σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο εκείνης της χρονιάς, το 60% των Ευρωπαίων πολιτών απέρριπτε το ενδεχόμενο της διεύρυνσης (Fraenkel 2016), ενώ η Επιτροπή Γιούνκερ-που αναδείχτηκε την επόμενη χρονιά- δεσμεύτηκε ότι δεν θα επιδιώξει στην θητεία του να προσθέσει νέα υποψήφια μέλη[2] προκαλώντας αντιδράσεις από χώρες όπως η Σουηδία.
Ποια είναι η εικόνα εν έτει 2022; Κάποιους μήνες μετά την έναρξη του πολέμου η εικόνα φαίνεται να έχει αλλάξει. Πλέον, το 57% της κοινής γνώμης, σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο εκείνης της χρονιάς, συμφωνεί με την διεύρυνση της Ε.Ε[3]. Ωστόσο αν ρίξουμε μια στενότερη ματιά στα στοιχεία θα παρατηρήσουμε ότι οι τάσεις είναι πολύ πιο αμφιλεγόμενες. Στις χώρες του πυρήνα της Ένωσης (Γαλλία και Γερμανία) τα ποσοστά είναι δραματικά χαμηλά, σε αντίθεση με τις χώρες της περιφέρειας όπου επικρατεί η αντίθετη τάση. Πιο συγκεκριμένα, στην Γαλλία, μόλις το 35% συμφωνεί με την διεύρυνση της Ένωσης, στην Γερμανία το 42%, στην Αυστρία το 29% (!)[4], ενώ στην Πολωνία υπέρ της ένταξης νέων μελών τάσσεται το 67%[5]… Τα δεδομένα δεν είναι και πολύ σαφή, ενώ κατά κοινή ομολογία δεν υφίσταται ικανή ηγεσία να αναλάβει τα μεγάλα ρίσκα και τις μεγάλες προκλήσεις της Ένωσης.
ΙΙ) Γεωγραφικές προσλαμβάνουσες
Αυτήν την περίοδο η Ε.Ε σκοπεύει (επίσημα) να εντάξει δύο περιφέρειες μεγάλης σπουδαιότητας. Την περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων (Σερβία, Μαυροβούνιο, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία και Κόσοβο) και αυτή της Ανατολικής Ευρώπης (Μολδαβία, Ουκρανία και Γεωργία). Το Ηνωμένο Βασίλειο αποχώρησε οριστικά το 2020, η Ισλανδία απέσυρε το αίτημα της ένταξής της ήδη από το 2013, ενώ η Νορβηγία και η Ελβετία έχουν επιλέξει να εφαρμόζουν επιλεκτικά τομείς του ενωσιακού δικαίου (όπως αυτό των αγορών ενέργειας) χωρίς να είναι μέλη ή να έχουν εκφράσει τέτοια πρόθεση. Συνεπώς η Ένωση μπορεί να «ανοιχτεί» μόνο σε «προβληματικές» από οικονομικής και γεωστρατηγικής απόψεως χώρες.
2) ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΟΥ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ
i) Πλεονεκτήματα για ποιους;
Αυτό που δεν εξηγείται πολλές φορές, είναι πως μπορεί χώρες όπως αυτές των Δυτικών Βαλκανίων, να μην συμμετέχουν επίσημα στην Ένωση, αλλά η Ένωση έχει ένα μακρύ παρελθόν μαζί τους. Πρώτα Σταθερότητα, μετά Ανάπτυξη και τέλος Δημοκρατία. Αυτές είναι σε γενικές γραμμές οι πολιτικές της Ε.Ε από το 1991 έως το 2010, χωρίς όμως ακόμη και σήμερα να παρατηρούνται μεγάλες διαφορές (Grimm και Mathis 2015, 916). Σε αυτήν την από τα πάνω καθοριζόμενη διαδικασία εκδημοκρατισμού, οι εκλογές, οι οποίες για τους ειδήμονες των διεθνών οργανισμών, οδηγούν στην δημοκρατία, έδρασαν μάλλον ως νομιμοποιητικές διαδικασίες των ηγετικών ομάδων στο εσωτερικό της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Πέντε είναι οι κύριοι τομείς που οι Βρυξέλες ζητούν μεταρρυθμίσεις: ασφάλεια, κράτος δικαίου, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη, δημοκρατική διακυβέρνηση (Grimm και Mathis 2015, 924). Είναι χαρακτηριστικό, πως ενώ χώρες-μέλη της Ε.Ε. συμμετείχαν απευθείας στον Εμφύλιο Πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας-που προκάλεσε ζημιές δεκάδων δις δολαρίων- όπως η Γερμανία και η Βρετανία, η Ε.Ε αργότερα, εκταμίευσε μόλις 11,84 δις € μέσα σε 20 χρόνια (!), όταν η περιοχή «διψούσε» για πολλαπλάσια κεφάλαια. Ακόμη όμως και αυτά τα κονδύλια, έπρεπε να ακολουθήσουν τις δαιδαλώδεις διαδικασίες της γραφειοκρατίας των Βρυξελών-ήτοι μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις και εκταμίευση κονδυλίων μόνο εφόσον κριθεί πως η χώρα αποδέκτης έχει συμμορφωθεί με τα ενωσιακά κριτήρια.
Αυτό το γεγονός έχει επιφέρει δυσαρέσκεια και κόπωση στις κοινωνίες των Δυτικών Βαλκανίων, ενώ προκαλεί δυσαρέσκεια και στις ελίτ. Κάπως έτσι, χώρες όπως η Σερβία του «λαϊκιστή» Βούτσιτς επιλέγουν να συνάψουν συμμαχίες με δυνάμεις όπως η Ρωσία, η Τουρκία και η Κίνα-την ίδια στιγμή που βρίσκονται (υποτίθεται) σε διαδικασία ένταξης στην Ε.Ε.
Από την πλευρά της Ε.Ε και των αγορών οι εκτιμήσεις είναι μάλλον αισιόδοξες. Σύμφωνα με άλλες αναλύσεις λοιπόν, ο πληθυσμός της Ένωσης-εφόσον ενταχθούν και οι 9 υποψήφιες χώρες- θα φτάσει τα 513 εκατομμύρια κατοίκους από τα 447 που είναι τώρα, ενώ θα προστεθούν επιπλέον 28 εκατομμύρια νέοι εργαζόμενοι (Braun, και συν. 2024, 2-3). Περαιτέρω θα μειώνονταν τα κόστη μετακίνησης του εργατικού δυναμικού και θα αυξάνονταν η ανταγωνιστικότητα. Χώρες όπως η Ουκρανία, η Γεωργία και η Σερβία, διαθέτουν στρατηγικές πρώτες ύλες κρίσιμες για την Ε.Ε[6] και έτσι η Ένωση θα μπορούσε να κερδίσει το στοίχημα της ανταγωνιστικότητας ευκολότερα. Δεν λέμε καν για το γεγονός ότι η επικράτεια της Ένωσης θα φτάσει σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές ακτές της Μαύρης Θάλασσας, ελέγχοντας έναν κρίσιμο εμπορικό δίαυλο.
ii) Μειονεκτήματα;
Ωστόσο τα μειονεκτήματα είναι περισσότερα. Μόνο το κόστος της αποκατάστασης της Ουκρανίας-και δεν εννοούμε το κόστος του πολέμου- ως μέλος της «ευρωπαϊκής οικογένειας», υπολογίζεται σε 186 δις € (κόστος εναρμόνισης και αγροτικές επιδοτήσεις). Ενώ η ένταξη Γεωργίας και Μολδαβίας, θα επιβαρύνει τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό με άλλα 74 δις €. Η Ουκρανία θα γίνει αποδέκτης κοινοτικών ενισχύσεων ύψους 96 δις ευρώ (σε ετήσια βάση) από την Κοινή Αγροτική Πολιτική, στερώντας κονδύλια από χώρες που μέχρις στιγμής θεωρούνταν «υστερημένες» για τα δεδομένα των Βρυξελλών-όπως η Τσεχία και η Ρουμανία[7]. Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της εναρμόνισης των μισθών και του βιοτικού επιπέδου, θα ξεχαρβαλωθεί τελείως η συνοχή της Ευρώπης ενώ θα αναγκαστούν χώρες παραδοσιακά αδύναμες να υποβιβαστούν ακόμη περισσότερο.
Επιπλέον η είσοδος στην Ε.Ε, θα λειτουργήσει σαν εισιτήριο περαιτέρω νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης από τις νέες χώρες προς αυτές του πυρήνα, δυσχεραίνοντας τους όρους ανταγωνιστικότητας και εισόδου στην αγορά εργασίας για την παραδοσιακή εργατική τάξη της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης[8]. Η είσοδος στην Ε.Ε, αποτέλεσε μια «χρυσή ευκαιρία» για ακόμη περισσότερη μετανάστευση, αποστερώντας τις χώρες προέλευσης των μεταναστών από ειδικευμένο εργατικό δυναμικό ενώ για παράδειγμα στην Κροατία, υπολογίζεται πως μεταξύ 1991 και 2017, η χώρα απώλεσε το 13% του πληθυσμού της. Τα επόμενα χρόνια υπάρχουν εκτιμήσεις για συνολικές απώλειες του 25% του πληθυσμού, με την ένταξη στην Ένωση, να χρησιμοποιείται ως βαλβίδα εκτόξευσης των μεταναστευτικών ροών προς τα μητροπολιτικά κέντρα (Geslin & Derens, 2018).
Σε γεωστρατηγικό επίπεδο, η Ένωση δεν μπορεί να συμβάλει στην άμβλυνση των αντιθέσεων. Οι πράξεις αυτό δείχνουν στην περίπτωση του Κοσόβου, το οποίο δεν «πείθεται» να εφαρμόσει κρίσιμες συμφωνίες με την Σερβία. Η Ένωση δεν μπορεί ούτε να αντιμετωπίσει εξωτερικούς παίκτες που δρουν στα Βαλκάνια-όπως η Τουρκία, η Ρωσία ή η Κίνα. Έχει δομικές αδυναμίες που φαίνονται δια γυμνού οφθαλμού στην ίδια την αρχιτεκτονική της, που δεν της επιτρέπουν να λάβει άμεσα αποφάσεις και να δράσει καίρια για να αντιμετωπίσει τις οικονομικές παθογένειες τόσο στην Ανατολική Ευρώπη, όσο και στα Βαλκάνια. Η έμφαση στην πράσινη μετάβαση και στο άνοιγμα των αγορών, μάλλον θα αποθαρρύνει υποψήφιες χώρες παρά θα αποτελέσει παράδειγμα έμπνευσης…
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η διεύρυνση της Ε.Ε δεν φαίνεται να είναι εφικτή. Αφενός δεν διαθέτει ευελιξία και κεφαλαιακή επάρκεια τέτοια (και ελέω του ρωσοουκρανικού πολέμου) που να της επιτρέπουν να κάνει μεγάλα ανοίγματα σε χώρες που διαθέτουν μόλις το μισό διαθέσιμο εισόδημα σε σχέση με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Αφετέρου, μια ενσωμάτωση πολλών μικρών χωρών, θα φέρει μεγάλη αναταραχή στους κόλπους της και θα ενισχύσει τις φυγόκεντρες δυνάμεις. Η λύση που εξετάζεται είναι ή μια φυγή προς τα εμπρός, μέσω της περαιτέρω αποψίλωσης των εθνικών αρμοδιοτήτων (κατάργηση του βέτο)-μια πρόταση της Γαλλίας και της Γερμανίας- ή μια Ένωση πολλών ταχυτήτων, που όμως δεν είναι και βέβαιο αν θα αντέξει (Sapir 2022). Άλλα σχήματα πάλι ίσως δώσουν στην Ε.Ε (εμμέσως) μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας στις διεθνείς σχέσεις-όπως η Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα.
Η έμφαση που δίνουν οι ειδήμονες της ευρωπαϊκής πολιτικής, στην Ε.Ε ως «κανονιστική υπερδύναμη», διαγράφει και τα όρια της πολιτικής σημασίας της Ένωσης. Μια διεθνής (καλύτερα ευρωπαϊκή) τάξη με κανόνες που θα ακολουθούνται από πιστούς και συμπαθούντες. Οι άλλοι όμως;
Για τις ελίτ των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης μάλλον δεν τίθεται καν θέμα ένταξης. Για ποιο λόγο να κοπιάσουν να εκπληρώσουν τις δεσμεύσεις των Βρυξελλών, όταν μπορούν να ισορροπούν μεταξύ Ανατολής και Δύσης; Το καθεστώς της υποψήφιας χώρας είναι καλύτερο από αυτό του κράτους-μέλους. Όσο για την Ουκρανία; Όσο ο πόλεμος δεν τελειώνει, κανείς δεν είναι διατεθειμένος να δεχτεί την ένταξη της στην Ευρωπαϊκή οικογένεια, ενώ σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση της δεξαμενής σκέψης Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων (ECFR) το 70% των Ευρωπαίων πολιτών τάσσεται κατά της συνέχισης της οικονομικής βοήθειας προς την Ουκρανία, πόσο μάλλον για την ένταξή της στην Ε.Ε…
Βιβλιογραφία
Braun, Mats, Asya Metodieva, Matus Halas, Daniel Sitera, και Martin Larys. The future of EU Enlargement in a Geopolitical Perspective. Σχολιασμός της Επικαιρότητας, Insitute of International Relations, Πράγα: Insitute of International Relations, 2024.
Fraenkel, Dr. Eran. «THE EU AND THE WESTERN BALKANS: Do they share a future?» Ενημερωτικό Σημείωμα, Barcelona Center for International Affairs, Βαρκελώνη, 2016.
Geslin, Laurent, και Jean Arnault Derens. monde-diplomatique.gr. 8 Οκτωβρίου 2018. https://monde-diplomatique.gr/%ce%b7-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b1%ce%bd%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%b5%cf%85%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%ae-%ce%ad%ce%be%ce%bf%ce%b4%ce%bf%cf%82-%ce%b5%cf%81%ce%b7%ce%bc%cf%8e%ce%bd%ce%b5%ce%b9-%cf%84%ce%b1-%ce%b2/?fbclid=IwAR2Deh4N9psNwbL9w (πρόσβαση Μαρτίου 29, 2022).
Grimm, Sonja , και Okka Lou Mathis. «Stability First, Development Second, Democracy Third: The European Union’s Policy towards the Post-Conflict Western Balkans, 1991–2010.» Europe-Asia Studies, Ιούλιος 2015: 916-947.
Sapir, André. «Ukraine and the EU: Enlargement at a New Crossroads.» Intereconomics, 2022: 213-217.
Teqja, Eva. «History of Illegal Immigration in the Western Balkans Associated with Socio-Economic and Political Developments in the Region.» Academic Journal of Interdisciplinary Studies, Δεκέμβριος 2015: 465-471.
Σημειώσεις τέλους
[1] Πρακτικά για μια σειρά μεγάλες χώρες των BRICS σημαίνει ελάχιστα πράγματα. Για διεθνολόγους και νομικούς κορυφαίων δυτικών πανεπιστημίων, σημαίνει πολλά και κυρίως την δραστηριοποίηση της Ένωσης σε επίπεδο παραγωγής κανονισμών και εν γένει νομοθετικών πρωτοβουλιών σε μια σειρά τομείς όπως: την περιβαλλοντική και κλιματική νομοθεσία, την ενεργειακή μετάβαση, την πράσινη ανάπτυξη, την Ενιαία Αγορά και ρύθμιση μέρους του διεθνούς εμπορίου κοκ
[2]Serbia grudgingly accepts Juncker’s enlargement pause – Euractiv Χαρακτηριστικά να αναφέρουμε πως το χαρτοφυλάκιο του Αυστριακού Επιτρόπου Χαν περιλάμβανε κανονικά την Διεύρυνση (ως Επίτροπος Διεύρυνσης) όμως με απόφαση του Προέδρου Γιούνκερ η σημασία του περιορίστηκε στις σχέσεις «καλής γειτονίας».
[3]From EU ‘enlargement fatigue’ to ‘enlargement enthusiasm’? – Österreichische Gesellschaft für Europapolitik (oegfe.at)
[4] Στην πραγματικότητα, καμία απορία δεν πρέπει να γεννάται επ’ αυτού. Η Αυστρία ανοικοδομήθηκε όντας ανεξάρτητη και ουδέτερη και ευημέρησε πολύ πριν την είσοδό της στην Ε.Ε (1995) και σε αντίθεση με τα παλαιά μέλη, δεν κέρδισε σχεδόν τίποτε.
[5]What Europe Thinks … About EU Enlargement | Internationale Politik Quarterly (ip-quarterly.com) Βεβαίως και τα δεδομένα αυτά, πρέπει να εξετάζονται κριτικά. Για παράδειγμα ναι μεν η Πολωνία είναι υπέρ (παραδοσιακά) της εισόδου νέων μελών, πλην όμως χωρίς ουσιαστικές αλλαγές στην δομή λήψης των αποφάσεων. Η Γερμανία και η Γαλλία όμως, επιδιώκουν την άρδην αναθεώρηση των ιδρυτικών Συνθηκών, κάτι που αναγκάζει την Πολωνία να επιδείξει αυτοσυγκράτηση και επιφύλαξη για την όλη διαδικασία…
[6] Η Ουκρανία είναι 3η στον κόσμο σε αποθέματα σκανδίου, ενώ Γεωργία, Ουκρανία και Σερβία έχουν τριπλάσια αποθέματα μαγγανίου από όλη την Ε.Ε
[7]Ukraine’s accession would cost €186B, EU estimates – POLITICO
[8] Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Αλβανίας. Το 2010, ο πληθυσμός που ζούσε εκτός συνόρων εκτοξεύτηκε στο 27,5% του επίσημου πληθυσμού της Αλβανίας (!), με το 80% να ζει σε Ιταλία και Ελλάδα (Teqja 2015, 465). Μεταξύ 1990 και 2003 η Αλβανία έχασε πάνω από το 45% των πανεπιστημιακών της προς τις χώρες της Δύσης. Το Κόσοβο είναι μια ακόμη χειρότερη περίπτωση: μετά την χαλάρωση των ταξιδιωτικών περιορισμών μεταξύ Σερβίας και Κοσόβου, το 2013, περισσότεροι από 100.000 Κοσοβάροι απέδρασαν προς την Αυστρία και την Γερμανία. Η Βόρεια Μακεδονία και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη έχουν εκτός συνόρων το 22-25% του πληθυσμού τους-από τα υψηλότερα ρεκόρ παγκοσμίως (Teqja 2015, 466-469)