Ahmed Adel, ερευνητής γεωπολιτικής και πολιτικής οικονομίας με έδρα το Κάιρο
«Η εκτίμησή μας είναι ότι ο Νετανιάχου θέλει να κερδίσει χρόνο μέχρι τις εκλογές του Νοεμβρίου», σημειώνει το πρακτορείο επικαλούμενο έναν ανώτερο διπλωμάτη της Μέσης Ανατολής.
Υπενθυμίζεται επίσης πως νωρίτερα αυτό το μήνα, η λιβανέζικη εφημερίδα Al-Akhbar ανέφερε για μια ξεχωριστή εκτίμηση των μυστικών υπηρεσιών που δόθηκε στον Αιγύπτιο πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ Ελ Σίσι. Η αξιολόγηση κατέληγε επίσης στο συμπέρασμα πως οι συνομιλίες κατάπαυσης του πυρός στη Ντόχα μπορεί να μην προχωρήσουν μέχρι τις αμερικανικές εκλογές, επειδή ο Νετανιάχου πιστεύει ότι θα κερδίσει μεγαλύτερη υποστήριξη από μια κυβέρνηση Τραμπ από ό,τι λαμβάνει σήμερα από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν.
Στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, η οποία πραγματοποιήθηκε μόλις δύο εβδομάδες μετά το ολέθριο ντιμπέιτ με τον Τραμπ, ο Μπάιντεν ισχυρίστηκε ότι επίκειται συμφωνία κατάπαυσης του πυρός για τη Γάζα, λέγοντας ότι είχε προτείνει ένα πλαίσιο «το οποίο έχει πλέον συμφωνηθεί τόσο από το Ισραήλ όσο και από τη Χαμάς».
«Κάνουμε πρόοδο, η τάση είναι θετική και είμαι αποφασισμένος να πετύχουμε αυτή τη συμφωνία και να τερματίσουμε αυτόν τον πόλεμο, ο οποίος πρέπει να τελειώσει τώρα», πρόσθεσε ο Μπάιντεν.
Ωστόσο, όπως σημείωσε το Politico, ο Ισραηλινός ηγέτης υπήρξε πολύ «θρασύς και διασπαστικός» στις προσπάθειές του να βάλει γκάζι στις διαπραγματευτικές προσπάθειες, ακόμη και «αφού η Χαμάς έκανε μια μεγάλη παραχώρηση, εγκαταλείποντας την απαίτησή της για πλήρη επίλυση του πολέμου στην “πρώτη φάση” και αντ' αυτού συμφώνησε να αφήσει το πρωταρχικό ζήτημα του πότε θα λήξει τελικά η σύγκρουση σε περαιτέρω διαπραγματεύσεις, δίνοντας στον Νετανιάχου πολλά από αυτά που ήθελε».
Ο Νετανιάχου πιθανότατα πιστεύει πως μετά τις εκλογές θα μπορέσει να αποφύγει την πίεση που του άσκησε ο Μπάιντεν για να τερματίσει τη σύγκρουση στη Γάζα. Επιπλέον, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός ελπίζει ότι ο Τραμπ θα υιοθετήσει μια πιο ήπια στάση απέναντι στο Ισραήλ και μια πιο σκληρή στάση απέναντι στο Ιράν και τους εταίρους του, κυρίως τη Χεζμπολάχ του Λιβάνου.
Αν θυμηθούμε πως ο Τραμπ, κατά την προηγούμενη θητεία του, αναγνώρισε την ισραηλινή κυριαρχία στα υψίπεδα Γκολάν της Συρίας, μετέφερε την πρεσβεία των ΗΠΑ από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ και δολοφόνησε τον Καζέμ Σουλεϊμανί, διοικητή της επίλεκτης δύναμης Quds Force του Σώματος Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης του Ιράν, δεν είναι να απορεί κανείς που ο Νετανιάχου αναμένει μέχρι τις εκλογές για να δει αν ο πρώην πρόεδρος θα επιστρέψει στον Λευκό Οίκο προτού εμπλακεί σε διαπραγματεύσεις.
Παρόλο που ο Μπάιντεν αποσύρθηκε από την προεδρική κούρσα, πολλές δημοσκοπήσεις τις τελευταίες εβδομάδες έδειξαν πως οι πιθανότητες των Δημοκρατικών να παραμείνουν στην εξουσία εξακολουθούν να είναι αμφίβολες, ακόμη και αν η Καμάλα Χάρις επιλεγεί τελικά ως υποψήφια του κόμματος.
Μια δημοσκόπηση της Wall Street Journal μετά το ντιμπέιτ του Μπάιντεν με τον Τραμπ έδειξε ότι το 35% των ψηφοφόρων έβλεπε θετικά την αντιπρόεδρο, ενώ το 58% την έβλεπε δυσμενώς - παρόμοια ποσοστά με τον σημερινό πρόεδρο εκείνη την εποχή. Μια δημοσκόπηση του CBS-YouGov εκτιμούσε πως ο Τραμπ προηγείτο της Χάρις με τρεις μονάδες, ενώ οι New York Times εκτιμούσαν πως η Χάρις βρισκόταν περίπου δύο ποσοστιαίες μονάδες πίσω από τον πρώην πρόεδρο.
Το καταστροφικό ντιμπέιτ του Μπάιντεν με τον Τραμπ επιβεβαίωσε τελικά ακόμη και στον πιο πιστό (ή/και παραληρηματικό) Δημοκρατικό ότι ο πρόεδρος παρουσίαζε σημαντική και ταχεία γνωστική έκπτωση, εγκαινιάζοντας την επείγουσα ανάγκη αντικατάστασής του. Ωστόσο, δεδομένου πως οι εκλογές απέχουν μόλις λίγους μήνες και η Καμάλα Χάρις είναι εξίσου αντιδημοφιλής με τον Μπάιντεν, εκτιμάται πως ο Τραμπ θα εκλεγεί ξανά, κάτι που προφανώς πιστεύει και ο Νετανιάχου και γι' αυτό περιμένει πριν ξεκινήσει συζητήσεις με τη Χαμάς.
Σύμφωνα με το Politico, ο Νετανιάχου μπορεί επίσης να καθυστερήσει τις συνομιλίες σε μια προσπάθεια να κατευνάσει τα ακροδεξιά μέλη της κυβέρνησης.
«Ένα από τα ακροδεξιά μέλη που αντιτίθεται σε οποιαδήποτε συμφωνία με τη Χαμάς, ο Μπεν-Γκβίρ, δήλωσε σε συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου αυτή την εβδομάδα ότι «η σύναψη μιας απερίσκεπτης συμφωνίας τώρα δεν θα έθετε μόνο σε κίνδυνο το Ισραήλ, αλλά θα ήταν ένα χαστούκι στο πρόσωπο του Τραμπ και μια νίκη για τον Μπάιντεν»», ανέφερε το Politico.
Ο Νετανιάχου δήλωσε στις 22 Ιουλίου, λίγο πριν αναχωρήσει για τις ΗΠΑ, ότι η τριήμερη επίσκεψή του και η συνάντησή του με τον Μπάιντεν στις 25 Ιουλίου «θα είναι μια ευκαιρία να τον ευχαριστήσω για όσα έκανε για το Ισραήλ στον πόλεμο και κατά τη διάρκεια της μακράς και διακεκριμένης καριέρας του στη δημόσια υπηρεσία, ως γερουσιαστής, αντιπρόεδρος, πρόεδρος», προσθέτοντας πως «ανεξάρτητα από το ποιον θα επιλέξει ο αμερικανικός λαός ως τον επόμενο πρόεδρό του, το Ισραήλ παραμένει ο πιο απαραίτητος και ισχυρότερος σύμμαχός του στη Μέση Ανατολή».
Ο τόνος του είναι προφανώς δικομματικός, αλλά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο Νετανιάχου προτιμά σίγουρα μια κυβέρνηση Τραμπ από τη σημερινή.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν υπήρξε γενναιόδωρη προς το Ισραήλ, ανακατευθύνοντας ακόμη και πόρους που προορίζονταν για την Ουκρανία προς το εβραϊκό κράτος, αλλά απείλησε επίσης να σταματήσει τις προμήθειες όπλων αν οι ισραηλινές δυνάμεις επιτεθούν στη Ράφα και υποτίθεται πως ενθαρρύνει άμεσες ειρηνευτικές πρωτοβουλίες, μαζί με άλλες ενέργειες που έχουν εξοργίσει τον Νετανιάχου. Μια κυβέρνηση Τραμπ θα ενισχύσει περαιτέρω την υποστήριξη προς το Ισραήλ και δεν θα εκτοξεύσει απειλές εξαιτίας των ισραηλινών στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Γάζα, γεγονός που είναι αρκετός λόγος για τον Νετανιάχου να σαμποτάρει τις συζητήσεις για την κατάπαυση του πυρός και να περιμένει υπομονετικά μέχρι τον Νοέμβριο προτού αποφασίσει για μια νέα πορεία δράσης.
* Σε συνεργασία infobrics.org με τη Freepen.gr / Απόδοση στα ελληνικά Freepen.gr