Atul Kumar Mishra - tfiglobalnews.com / Παρουσίαση Freepen.gr
Σύμφωνα με το έγγραφο, «Η μεγαλύτερη πρόκληση για τις σχέσεις Ουκρανίας-ΝΑΤΟ έγκειται στην αντίληψη του ΝΑΤΟ από τον ουκρανικό λαό. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ δεν τυγχάνει ευρείας υποστήριξης στη χώρα, με ορισμένες δημοσκοπήσεις να δείχνουν πως η λαϊκή υποστήριξή της είναι μικρότερη από 20%». Αυτό το χαμηλό επίπεδο υποστήριξης επιδεινώθηκε περαιτέρω από την αντιδημοτικότητα του βομβαρδισμού του Βελιγραδίου από το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία.
Καταβλήθηκαν προσπάθειες για τη βελτίωση της εικόνας του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, αλλά στο έγγραφο σημειώνεται ότι για πολλούς Ουκρανούς το ΝΑΤΟ εξακολουθεί να προκαλεί φόβο. Το έγγραφο επεσήμανε επίσης πως οι περισσότεροι Ουκρανοί δεν ήταν υπέρ των στενότερων δεσμών με το ΝΑΤΟ, αναφέροντας: «Η πλειοψηφία των Ουκρανών δεν υποστηρίζει ούτε την ένταξη στο ΝΑΤΟ ούτε ακόμη και την στενότερη συνεργασία με τη Συμμαχία».
Εκείνη την εποχή, η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση υπό τον πρόεδρο Γιανουκόβιτς ήταν επίσης κατά της ένταξης στο ΝΑΤΟ. Τον Ιούνιο του 2010, ο Γιανουκόβιτς υπέγραψε ένα νομοσχέδιο που δέσμευε την Ουκρανία σε μια «πολιτική εκτός μπλοκ», η οποία σήμαινε την αποχή από στρατιωτικοπολιτικές συμμαχίες. Η στάση αυτή υποστηρίχθηκε από βασικούς ηγέτες της αντιπολίτευσης, οι οποίοι θεωρούσαν ότι η εξωτερική πολιτική της Ουκρανίας είχε γίνει πιο ισορροπημένη.
Παρά την ευρεία αυτή συμφωνία στην Ουκρανία κατά της ένταξης στο ΝΑΤΟ, το έγγραφο του ΝΑΤΟ δεν είδε θετικά αυτή την ουδετερότητα. Αντιθέτως, υποστήριζε πως η Ουκρανία θα έπρεπε τελικά να επιλέξει μεταξύ της ευθυγράμμισης με τη Δύση ή τη Ρωσία, υπονοώντας ότι η ουδετερότητα μπορεί να μην είναι βιώσιμη μακροπρόθεσμα. Το έγγραφο κρατούσε επίσης ανοιχτή την πόρτα για τη μελλοντική ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Δε δόθηκαν σαφείς λόγοι για την στάση αυτή, αν και η κοινή λογική θα έδειχνε ότι μια ουδέτερη πολιτική θα μπορούσε να ωφελήσει τη σταθερότητα και την πρόοδο της Ουκρανίας. Το έγγραφο εξέφραζε αμφιβολίες για τη συνέχιση της ουδετερότητας της Ουκρανίας, παρόλο που υπήρχε αυξανόμενη υποστήριξη μεταξύ των Ουκρανών για την προσέγγιση αυτή.
Ο καθηγητής Glenn Diesen του Πανεπιστημίου της Νοτιοανατολικής Νορβηγίας σημείωσε στο δοκίμιό του «Καταστρέφοντας την Ουκρανία με ιδεαλισμό» ότι οι δημοσκοπήσεις από το 1991 έως το 2014 έδειχναν σταθερά πως μόνο μια μικρή μειοψηφία των Ουκρανών ήθελε να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Ανώτεροι δυτικοί διπλωμάτες και εμπειρογνώμονες προειδοποιούν εδώ και καιρό κατά της επέκτασης του ΝΑΤΟ προς ανατολάς και συγκεκριμένα κατά της ένταξης της Ουκρανίας.
Ο Τζον Μάτλοκ, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Μόσχα, δήλωσε περίπου την εποχή της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία: «Δε θα υπήρχε βάση για τη σημερινή κρίση εάν δεν είχε υπάρξει επέκταση της συμμαχίας (του ΝΑΤΟ) μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου». Πρόσθεσε ότι οι απαιτήσεις του Πούτιν ήταν λογικές, καθώς το κύριο μέλημα της Ρωσίας ήταν να αποτρέψει την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Ο πρώην πρέσβης της Βρετανίας στη Ρωσία, Roderic Lyne, προειδοποίησε το 2020 ότι η προώθηση της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ήταν τεράστιο λάθος, λέγοντας: «Αν θέλετε να ξεκινήσετε πόλεμο με τη Ρωσία, αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να το κάνετε». Η πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ πίστευε επίσης πως η Ρωσία θα έβλεπε την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ως κήρυξη πολέμου.
Το 2014, παρά την αντίθεση του ουκρανικού λαού, της κυβέρνησης και επιφανών δυτικών εμπειρογνωμόνων, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους υποκίνησαν ένα πραξικόπημα για να εγκαταστήσουν ένα καθεστώς που θα ακολουθούσε τις οδηγίες τους. Διαρροές συνομιλιών και αναφορές αποκάλυψαν ότι οι ΗΠΑ συμμετείχαν στο σχεδιασμό της αλλαγής καθεστώτος και των επακόλουθων κυβερνητικών διορισμών στην Ουκρανία.
Η έλλειψη υποστήριξης από τη βάση για την ένταξη στο ΝΑΤΟ στην Ουκρανία και η επιβολή αυτής της πολιτικής από το εξωτερικό, μετά από πραξικόπημα, είναι σαφής. Παρά τους ισχυρισμούς πως η Ρωσία επιτέθηκε στην Ουκρανία χωρίς πρόκληση, ορισμένοι εμπειρογνώμονες, όπως ο Ανρί Γκουαϊνό, σύμβουλος του πρώην Γάλλου προέδρου Σαρκοζί, υποστήριξαν ότι ο Χάρτης Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης ΗΠΑ-Ουκρανίας έπεισε τη Ρωσία ότι έπρεπε να δράσει πρώτη για να αποφύγει την επίθεση.