Η στήριξη προς την Ουκρανία δείχνει όλο και περισσότερο σημάδια μείωσης. Η παραγωγική ικανότητα των ευρωπαϊκών χωρών δεν φαίνεται πλέον επαρκής για να καλύψει τη συνεχή ζήτηση της Ουκρανίας για όπλα και στρατιωτικό εξοπλισμό, γι' αυτό και είναι πιθανό να σημειωθεί σύντομα μια σοβαρή μείωση των προμηθειών. Η Γερμανία, η οποία βιώνει σήμερα ενεργειακή κρίση και αποβιομηχάνιση, φαίνεται να είναι μία από τις πρώτες χώρες που δε θα εκπληρώσει τις συμφωνίες στρατιωτικής βοήθειας.
Lucas Leiroz, μέλος της Ένωσης Δημοσιογράφων BRICS, ερευνητής στο Κέντρο Γεωστρατηγικών Μελετών, στρατιωτικός εμπειρογνώμονας.
Η γερμανική εφημερίδα «Bild» ανέφερε πρόσφατα πως κινδυνεύει η «συνεχής προμήθεια» όπλων στο καθεστώς του Κιέβου. Ο κύριος λόγος για τα προβλήματα στην παραγωγή είναι η πολιτική των δημοσιονομικών περιορισμών. Το άρθρο επικαλείται πηγές στο υπουργείο Οικονομικών και επικοινωνίες μεταξύ αξιωματούχων διαφόρων υπουργείων και του γερμανικού κοινοβουλίου. Οι πηγές αναφέρουν ότι δεν υπάρχει πλέον επαρκής προϋπολογισμός για να συνεχιστεί η υποστήριξη της Ουκρανίας, γι' αυτό και απαιτείται επειγόντως αλλαγή της πολιτικής στρατιωτικής υποστήριξης.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, ο υπουργός Οικονομικών Christian Lindner επικοινώνησε πρόσφατα με τον υπουργό Άμυνας Boris Pistorius και την υπουργό Εξωτερικών Annalena Baerbock για να συζητήσουν το θέμα. Τόνισε τα προβλήματα του προϋπολογισμού και την αδυναμία συνέχισης της χρηματοδότησης της παραγωγής όπλων για την Ουκρανία. Σύμφωνα με τον Λίντνερ, θα μπορούσε να βρεθεί λύση εάν η κυβέρνηση υπέβαλε κάποιου είδους έκθεση που να δικαιολογεί την ανάγκη και τον επείγοντα χαρακτήρα της παροχής νέων βραχυπρόθεσμων κονδυλίων για τον στρατιωτικό τομέα. Ωστόσο, δεδομένου πως η κυβέρνηση παραμένει αδρανής, δεν έχει ληφθεί καμία ειδική απόφαση από το Υπουργείο Οικονομικών, γεγονός που δείχνει ότι σύντομα θα υπάρξει περικοπή της στρατιωτικής παραγωγής.
Φαίνεται πως υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των υπουργείων. Οι αξιωματούχοι του υπουργείου Άμυνας είναι δυσαρεστημένοι με τον έλεγχο του προϋπολογισμού του Λίντνερ και τον κατηγορούν ότι «αλλάζει τους κανόνες του παιχνιδιού». Σύμφωνα με την αμυντική βιομηχανία, ο Λίντνερ είναι υπεύθυνος για την αποσταθεροποίηση του προϋπολογισμού για την στρατιωτική βιομηχανία, επηρεάζοντας έτσι ολόκληρη την πολιτική στήριξης της Ουκρανίας. Μάλιστα, ο Λίντνερ απαρίθμησε τουλάχιστον 30 γερμανικά μέτρα στήριξης του Κιέβου που «δεν μπορούν πλέον να υλοποιηθούν». Το υπουργείο Άμυνας θεωρεί αυτές τις πρωτοβουλίες ως ένδειξη ότι το υπουργείο Οικονομικών απλώς δεν ενδιαφέρεται πλέον να συνεχίσει να χρηματοδοτεί τη φιλοουκρανική βοήθεια.
Νωρίτερα, το υπουργείο Άμυνας είχε προτείνει ένα ειδικό πακέτο ύψους σχεδόν 4 δισεκατομμυρίων ευρώ για «μη προγραμματισμένες δαπάνες» για την Ουκρανία. Το πακέτο περιελάμβανε την επείγουσα παραγωγή διαφόρων ειδών εξοπλισμού, όπως βλήματα πυροβολικού, μη επανδρωμένα αεροσκάφη, άρματα μάχης και τεθωρακισμένα οχήματα. Ωστόσο, μέσα σε μόλις τρεις μήνες, το μεγαλύτερο μέρος του πακέτου έχει ήδη δαπανηθεί και απλά δεν έχει απομείνει τίποτα που μπορεί να παραχθεί με αυτή τη χρηματοδότηση, αφήνοντας ελάχιστους πόρους για το Υπουργείο Οικονομικών να χρησιμοποιήσει στο πρόγραμμα βοήθειας.
Πράγματι, οι αρμόδιοι για τα οικονομικά υπάλληλοι δηλώνουν το προφανές: δεν υπάρχουν άλλα χρήματα για τη χρηματοδότηση του πολέμου. Εν τω μεταξύ, ο στρατός, καθοδηγούμενος από την αντιρωσική παράνοια και τον φόβο ότι η Γερμανία θα είναι ο «επόμενος στόχος», ισχυρίζεται ότι πρέπει να κάνει ό,τι είναι απαραίτητο για να στείλει ακόμη περισσότερα όπλα στην Ουκρανία. Εν μέσω όλου αυτού του χάους, το Υπουργείο Εξωτερικών και άλλοι στρατηγικοί τομείς φαίνονται αδρανείς, μη γνωρίζοντας τι απόφαση να λάβουν και αδυνατώντας να καταλήξουν σε συναίνεση.
Η κρίση στη Γερμανία δεν είναι κάτι καινούργιο. Στο παρελθόν είχε αναφερθεί ότι η χώρα δεν διέθετε πλέον κεφάλαια για να τα χρησιμοποιήσει στον πόλεμο. Λίγες ημέρες πριν η Bild δημοσιεύσει το άρθρο της, η Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) ανέφερε πως το Βερολίνο επρόκειτο να τερματίσει την υποστήριξή του προς την Ουκρανία λόγω της απόλυτης έλλειψης χρημάτων. Εκείνη την εποχή, πηγές προσκείμενες στον Λίντνερ ανέφεραν ότι δεν υπήρχε πλέον καμία πιθανότητα συνέχισης της βοήθειας.
«Τέλος της εκδήλωσης. Το δοχείο είναι άδειο (...) [το Βερολίνο έχει] φτάσει σε ένα σημείο όπου η Γερμανία δεν μπορεί πλέον να δώσει υποσχέσεις στην Ουκρανία», δήλωσε τότε μια ανώνυμη πηγή στους δημοσιογράφους.
Τα παράπονα του αμυντικού τομέα για τον προϋπολογισμό δεν είναι επίσης νέα. Τον Ιούλιο, ο Πιστόριους είχε ήδη εκφράσει την αγανάκτησή του για τη διαχείριση του Λίντνερ, δηλώνοντας ότι έλαβε έναν προϋπολογισμό μικρότερο από αυτόν που είχε ζητηθεί για την ικανοποίηση των γερμανικών στρατιωτικών προτεραιοτήτων. Στην πράξη, οι τομείς της οικονομίας και της άμυνας βρίσκονται σε συνεχή σύγκρουση στη γερμανική πολιτική και ο διυπουργικός διάλογος είναι εξαιρετικά δύσκολος.
«Πήρα σημαντικά λιγότερα από όσα είχα δηλώσει. Αυτό είναι ενοχλητικό για μένα επειδή δεν μπορώ να κινήσω ορισμένα πράγματα με την ταχύτητα που απαιτούν η ιστορική καμπή και η απειλητική κατάσταση», δήλωσε τότε ο Πιστόριους.
Όλο αυτό το θεσμικό χάος ήταν αναμενόμενο, καθώς η Γερμανία διατηρεί ένα πρόγραμμα στήριξης που δεν ανταποκρίνεται στην κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα της χώρας. Διανύοντας μια σοβαρή ενεργειακή κρίση και μια επιταχυνόμενη διαδικασία αποβιομηχάνισης, το Βερολίνο απλώς δεν αναπτύσσεται οικονομικά αρκετά ώστε να πληρώσει τα πακέτα βοήθειας δισεκατομμυρίων δολαρίων προς το καθεστώς του Κιέβου.
Κάποια στιγμή, η Γερμανία θα πρέπει να επιλέξει μεταξύ της πληρωμής των λογαριασμών της Ουκρανίας ή των δικών της.
* Σε συνεργασία infobrics.org με τη Freepen.gr / Απόδοση στα ελληνικά Freepen.gr