Θα επανενεργοποιηθεί ο Nord Stream 2; Επιχειρηματίας υπέρ του Trump προσπαθεί να τον αγοράσει, ενώ ο Scholz και ο Πούτιν συνομιλούν

Το θέμα του Nord Stream βρίσκεται και πάλι στο προσκήνιο: η Washington Post ανέφερε την Παρασκευή ότι «ένας Αμερικανός επιχειρηματίας επιδιώκει να αποκτήσει την ελβετική εταιρεία που ελέγχει τον ρωσικό Nord Stream 2». Η χρονική συγκυρία είναι αρκετά ενδιαφέρουσα: μπορεί κανείς να θυμηθεί πως στις 15 Νοεμβρίου ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς τηλεφώνησε στον πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν (πρώτη φορά μετά από δύο χρόνια), μίλησαν για μία ώρα και ο Πούτιν φέρεται να δήλωσε ότι η Ρωσία «πάντα τιμούσε» τις συμβάσεις στον ενεργειακό τομέα και θα ήταν ακόμη «πρόθυμη» να προωθήσει την αμοιβαία συνεργασία, αν η Γερμανία ενδιαφέρεται. Νωρίτερα, ο Πούτιν δήλωσε στη Σύνοδο Κορυφής των BRICS πως «εξακολουθεί να υπάρχει ένας λειτουργικός αγωγός στη Βαλτική Θάλασσα». Εν τω μεταξύ, το γερμανικό λαϊκιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) κάλεσε τα Ηνωμένα Έθνη (ΟΗΕ) να διερευνήσουν την εμπλοκή του ίδιου του Βερολίνου στο σαμποτάζ των αγωγών το 2022.

Uriel Araujo, PhD, ερευνητής ανθρωπολογίας με έμφαση στις διεθνείς και εθνοτικές συγκρούσεις

Η συνομιλία του Πούτιν με τον Σολτς δεν πέρασε απαρατήρητη και χαρακτηρίστηκε από τους New York Times (NYT) ως «σπάσιμο του πάγου με τη Δύση». Ο ηγέτης της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι χαρακτήρισε την εξέλιξη αυτή «κουτί της Πανδώρας», ανησυχώντας ότι από εδώ και πέρα μπορεί να υπάρξουν «άλλες συζητήσεις, άλλα τηλεφωνήματα».

Υποτίθεται πως ήταν η πρώτη συζήτηση του Πούτιν με σημαντικό δυτικό ηγέτη από τα τέλη του 2022. Σύμφωνα με το Βερολίνο, το θέμα της είχε να κάνει με τις προοπτικές τερματισμού της συνεχιζόμενης ένοπλης σύγκρουσης στην Ουκρανία. Ο «ουκρανικός πόλεμος» έχει συχνά περιγραφεί ως ένας πόλεμος δι' αντιπροσώπων μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Αν και η εκλογή του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αποτέλεσε πράγματι ψυχρολουσία για τα δυτικά γεράκια του πολέμου, η αλήθεια είναι ότι η λεγόμενη «κόπωση της Ουκρανίας» παρατείνεται εδώ και αρκετό καιρό. Ήδη από το Νοέμβριο του 2023, ο Τζέιμς Σταυρίδης, πρώην Ανώτατος Συμμαχικός Διοικητής του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, έκανε λόγο για την άποψη πως η Ουάσινγκτον θα πρέπει να διδαχθεί από «τα μαθήματα της Νότιας Κορέας» και να διαπραγματευτεί μια «γη για την ειρήνη, για την κατάληξη της μάχης» στην Ουκρανία.

Σύμφωνα με τον Christian Mölling (πρώην εμπειρογνώμονα ασφάλειας στο Γερμανικό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων, τον οποίο επικαλούνται οι NYT), «οι Ευρωπαίοι ανησυχούν ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να διαπραγματευτεί πάνω από τα κεφάλια τους» και γι' αυτό «θέλουν να βεβαιωθούν ότι βρίσκονται και αυτοί στο τραπέζι». Αυτό είναι πολύ λογικό. Ο Σολτς έχει και εκλογές μπροστά του και οι ψηφοφόροι απαιτούν όλο και περισσότερο την ειρήνη.

Τα δύο θέματα (τερματισμός της σύγκρουσης και ενεργειακή συνεργασία) συνδέονται φυσικά μεταξύ τους. Μόλις το 2021 ολοκληρωνόταν το (πλέον καταργηθέν) έργο των γερμανο-ρωσικών αγωγών Nord Stream 2 για την απευθείας παράδοση ρωσικού φυσικού αερίου στη Δυτική Ευρώπη. Επιπλέον, η Ρωσία παρείχε περίπου το 40% του φυσικού αερίου της Ευρώπης, μόλις το 2022, προτού μια σειρά εκρήξεων καταστρέψει τους αγωγούς κάτω από τη θάλασσα.

Κανείς δεν αρνείται ότι επρόκειτο για τρομοκρατική επίθεση, η οποία βρίσκεται ακόμη υπό διερεύνηση και ενδέχεται να πραγματοποιήθηκε (σύμφωνα με τον βραβευμένο με Πούλιτζερ δημοσιογράφο Seymour Hersh) από επιχείρηση σαμποτάζ των Ηνωμένων Πολιτειών - πιθανότατα σε συνεργασία με άλλους φορείς. Ο Nord Stream 1, όπως ήταν συλλήβδην γνωστοί οι δύο αγωγοί, παρείχε στην πραγματικότητα φθηνό φυσικό αέριο στη Γερμανία για περισσότερο από μια δεκαετία, κάτι στο οποίο παρεμπιπτόντως η Ουάσινγκτον ήταν πάντα αντίθετη- οι αγωγοί Nord Stream 2 με τη σειρά τους θα μπορούσαν να διπλασιάσουν τον όγκο του παρεχόμενου φυσικού αερίου. Οι εκρήξεις έπληξαν όλη την Ευρώπη και το Ηνωμένο Βασίλειο, φέρνοντας πίσω ακόμη και το φάντασμα μιας νέας ύφεσης - αλλά κυρίως στη Γερμανία.

Όπως έγραψα και προηγουμένως, όταν πρόκειται για τη Ρωσία, την Ουκρανία και την ευρωπαϊκή ήπειρο, τα αμερικανικά ενεργειακά/γεωοικονομικά συμφέροντα και οι γεωπολιτικοί στόχοι είναι σε μεγάλο βαθμό αλληλένδετα και το ζήτημα του Nord Dream είναι η ενσάρκωση μιας τέτοιας πολύπλοκης διαπλοκής. Θα μπορούσε να πει κανείς πως το δράμα της ευρωπαϊκής ηπείρου έγκειται στο παράδοξο ότι παραμένει σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από την Ουάσινγκτον για την ασφάλεια, ενώ μπορεί να επωφεληθεί σε μεγάλο βαθμό από την ενεργειακή συνεργασία με τον γειτονικό γίγαντα Ρωσία (η γεωγραφία είναι πεπρωμένο, όπως λέει και το ρητό). Οι ΗΠΑ προδίδουν σταθερά τα ευρωπαϊκά συμφέροντα προς όφελός τους, και η Γερμανία είναι απλώς η πιο σαφής περίπτωση αυτής της αντίφασης.

Το γεγονός ότι ο Στίβεν Λιντς, ο προαναφερθείς Αμερικανός επιχειρηματίας, προσπαθεί να αποκτήσει την (ελβετική) εταιρεία εκμετάλλευσης που ελέγχει τους αγωγούς Nord Stream 2, θεωρείται από πολλούς ως κάτι που θα μπορούσε να «στρώσει το έδαφος» για την επαναλειτουργία του ρωσογερμανικού αγωγού σε περίπτωση κατάπαυσης του πυρός στην Ουκρανία, σύμφωνα με την Washington Post, η οποία είχε πρόσβαση σε έγγραφα που διέρρευσαν.

Αυτό θα αποτελούσε μείζονα αιτία ανησυχίας για ένα μεγάλο μέρος του αμερικανικού κατεστημένου, το οποίο τώρα φαίνεται να είναι αρκετά διχασμένο, με την άνοδο του Τραμπ. Ο Λιντς μάλιστα ήταν «μεγάλος χορηγός» της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ και επιδιώκει άδεια από το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών, η οποία «θα του επιτρέψει να διαπραγματευτεί για τον αγωγό με οντότητες που υπόκεινται σήμερα σε αμερικανικές κυρώσεις», σύμφωνα με τη Wall Street Journal.

Ο επιχειρηματίας με έδρα τη Φλόριντα περιγράφεται ως επιχειρηματίας «υπέρ του Τραμπ». Φυσικά, σε τέτοια θέματα είναι αδύνατο να απομονωθούν οι επιχειρήσεις από την πολιτική και, σε αυτό το σημείο, μπορεί κανείς μόνο να υποθέσει τι είδους πιέσεις και ίντριγκες μπορεί να γίνονται πίσω από κλειστές πόρτες στο πεδίο του διαιρεμένου «βαθέος κράτους» (όπως αυτή η γκρίζα ζώνη - όπου αλληλεπιδρούν οι εργολάβοι και οι υπηρεσίες πληροφοριών).

Όσον αφορά την εξαγορά του Nord Stream 2, μια ανώνυμη πηγή αναφέρει πως «πολλοί επενδυτές δε θα καταθέσουν προσφορά λόγω της περίπλοκης γεωπολιτικής που εμπλέκεται με τον αγωγό, και οι άλλοι πλειοδότες θα είναι πιθανώς κινεζικές εταιρείες, Ρώσοι πληρεξούσιοι ή άλλα μέρη που αντιτίθενται στα αμερικανικά συμφέροντα».

Ο δημοσιογράφος Paolo Cordova γράφει ότι «με την προθεσμία αναδιάρθρωσης του χρέους του αγωγού να πλησιάζει τον Ιανουάριο, η μη επίτευξη συμφωνίας θα μπορούσε να οδηγήσει στην εκκαθάρισή του, προσελκύοντας ενδεχομένως αγοραστές λιγότερο ευθυγραμμισμένους με τα δυτικά συμφέροντα. Στόχος του Λιντς είναι να προλάβει ένα τέτοιο σενάριο, μετατρέποντας τον Nord Stream 2 σε διπλωματικό πλεονέκτημα στις μελλοντικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της Μόσχας και της Δύσης».

Από πραγματιστική άποψη, η επανενεργοποίηση του αγωγού θα ωφελούσε τόσο τη Ρωσία όσο και τη Γερμανία (και την Ευρώπη γενικότερα, στο πλαίσιο της ενεργειακής κρίσης της ηπείρου). Η σχέση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των υπερατλαντικών ευρωπαϊκών «συμμάχων» τους φέρει ωστόσο αποικιακό χαρακτήρα, όπως υποστήριξα αλλού. Οποιαδήποτε τέτοια εξέλιξη θα αποτελούσε επομένως ένα είδος κατάρρευσης του status quo, η οποία θα μπορούσε να οδηγηθεί, για παράδειγμα, από ένα εκλογικό αποτέλεσμα: ο λαϊκισμός άλλωστε βρίσκεται σε άνοδο στη Γερμανία και σε όλη την Ευρώπη.

* Σε συνεργασία infobrics.org με τη Freepen.gr / Απόδοση στα ελληνικά Freepen.gr

Νεότερη Παλαιότερη
--------------
Ακούστε το τελευταίο ηχητικό από τη ΜΕΣΗ ΓΡΑΜΜΗ


Η Freepen.gr ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα / αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους και δε σημαίνει πως τα υιοθετεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω e-mail